Ενότητα :Σχίζας Γιάννης

Τίτλος : Γιάννης Σχίζας, Τουρισμός φιλικός με τη φύση και την κοινωνία

Διαβάστηκε: 1621 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Τουρισμός φιλικός με τη φύση και την κοινωνία

 

 του Γ. Σχίζα

 

Η θέσπιση του 2002 ως έτους Οικοτουρισμού ύστερα από πρωτοβουλία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, είναι χαρακτηριστική της σημασίας που προσδίνεται στην ποιοτική μετεξέλιξη του τουρισμού, ύστερα από μισό περίπου αιώνα έντονης ποσοτικής μεγέθυνσης: μιας μεγέθυνσης που οδήγησε ήδη από το 1997 στην υπέρβαση του αριθμού των 600 εκατομμυρίων <διεθνών αφίξεων>, ενώ παράλληλα χαρακτηρίσθηκε από την πολλαπλάσια αύξηση του εσωτερικού τουρισμού και του <εκδρομισμού>. Σε διεθνή κλίμακα, με την εύλογη υπόθεση ότι ο εσωτερικός τουρισμός είναι δεκαπλάσιος του διεθνούς, μπορούμε πλέον να μιλάμε για περισσότερα από ένα ταξίδια ανά κάτοικο του πλανήτη: έχοντας πάντοτε κατά νου ότι η ταξιδιωτική δραστηριότητα είναι άνισα κατανεμημένη στις διάφορες χώρες, τάξεις, οικονομικές, ηλικιακές ή άλλες ομάδες, και ότι το ταξίδι αποτελεί κατά κύριο λόγο κατάκτηση των υπερκινητικών πληθυσμών του <πρώτου κόσμου>.

Όπως κάθε <έτος> έτσι και αυτό του Οικοτουρισμού είναι εκτεθειμένο στις ευχολογιακές προσεγγίσεις, στους εξωραϊσμούς και στους διανοητικούς κομφορμισμούς, στην ιδιοτέλεια και στην <προγραμματοθηρία>, που παράγει εισοδήματα για ορισμένους και πλήξη για την ευρύτερη κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά όμως το συγκεκριμένο έτος εκπροσωπεί μια κοινωνική δυναμική και δίνει κίνητρα για την εξέταση των όρων <ήπιας> συνύ0παρηης του τουρισμού και του <περιβάλλοντος>, φυσικού και κοινωνικού. Ο διεθνής και εσωτερικός τουρισμός όπως επίσης και ο εκδρομισμός, καταλαμβάνουν ένα σημαντικό ποσοστό του ελεύθερου χρόνου στις αναπτυγμένες κοινωνίες, και η εις βάθος ανάλυσή τους αποσαφηνίζει την διαχείριση του χρόνου και το επίπεδο της ποιότητας ζωής ευρύτατων κοινωνικών στρωμάτων. Η προσέγγιση του τουρισμού <εις πλάτος> και <εις βάθος>, αφενός δηλαδή ως δραστηριότητας που επιδρά στον (φυσικό και κοινωνικό) περίγυρό της και αφετέρου ως δραστηριότητας καθεαυτής, που δίνει διέξοδο σε βαθύτερες επιθυμίες και τάσεις, που πραγματώνει ή αντίθετα ευτελίζει την ανθρώπινη ουσία, έχει ιδιαίτερη σημασία: και τούτο διότι οι αναλύσεις της τουριστικής πραγματικότητας είν αι στην μεγάλη τους πλειοψηφία <συναλλαγματοκεντρικές> και εισπρακτικές, δηλαδή έχουν σαν κύριο αντικείμενο τις πελατειακές σχέσεις και τη διερεύνηση των δυνατοτήτων <αναβάθμισής> τους. Παράλληλα η οπτική αυτών των αναλύσεων είναι σε μεγάλο βαθμό εθνοκεντρική, δεν αναφέρεται στις διεθνείς όψεις του φαινομένου και συνιστά μάλλον <λογιστική> παρά κοινωνιολογική αντιμετώπισή του.

Ολιστική προσέγγιση

Σε αντίθεση με το πελατειακό <δόγμα> της τουριστική βιομηχανίας και των επίσημων κυβερνητικών κύκλων, η διατύπωση μιας άλλης κατευθυντήριας γραμμής πρέπει να τείνει στην εκτίμηση του <συνολικού κόστους> που συνεπάγεται ο τουρισμός και στη συσχέτιση αυτού του κόστους με τα <συνολικά οφέλη>. Στα πλαίσια μιας ολικής συνεκτίμησης, έχει θέση η απογραφή των αρνητικών επιπτώσεων του τουριστικού πληθυσμού στα ήθη και στον εγχώριο πολιτισμό αλλά και η αξιολόγηση των θετικών καταστάσεων, που ενδεχομένως προκαλούνται μέσα από την ανάπτυξη των κοινωνικών και πολιτιστικών επαφών. Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην περαστική και στην ευρύτερη φύση, στις συνθήκες δόμησης, στην αισθητική του δομημένου χώρου και του τοπίου, στη συμβατότητα των νέων <κελυφών> με τις παραδοσιακές αρχιτεκτονικές μορφές, πρέπει να υπεισέρχονται μέσα στους γενικότερους συλλογισμούς και λογαριασμούς. Αντιφατικά στοιχεία άνισης αξίας πρέπει να συνεκτιμώνται και να συμβάλλουν στον προσανατολισμό των δημόσιων πολιτικών: π.χ. οι υποδομές για την πρόσβαση σε στοιχεία φυσικού ενδιαφέροντος, που παράγονται για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών, που επιβαρύνουν μεν τους εθνικούς προϋπολογισμούς πλην όμως <εισπράττονται> και από τις εγχώριες κοινωνίες, ή οι δυσμορφίες που προκαλούνται σε διάφορα πολιτιστικά ή φυσικά τοπία ως εκ της τουριστικής ανάπτυξη, που <ισοφαρίζονται> κάποτε από την ανάδειξη και προβολή των εγχώριων μνημείων. Η έμφαση πρέπει να αποδίδεται όχι απλά και μόνο στα <μικροτοπία> που συνδέονται με συγκεκριμένες τουριστικές εκμεταλλεύσεις αλλά στο συνολικό <μεγατοπίο>, που προσδίδει ποιότητα και ταυτότητα στο χώρο.

Στο πλαίσιο αυτής της <ολικής συνεκτίμησης> θετικών και αρνητικών στοιχείων, πρέπει να εντάσσεται και η <ανάγνωση> των οικονομικών δεδομένων. Τούτο σημαίνει ότι η <στενά οικονομική> αποτίμηση του τουριστικού φαινομένου δεν πρέπει να επικεντρώνεται στο θετικό εισπρακτικό μέρος, αυτό που γενικώς ονομάζεται <τζίρος>, αλλά να συνυπολογίζει και τα αρνητικά στοιχεία όπως είναι η <επανεκροή> του εισαγόμενου τουριστικού συναλλάγματος για την αγορά κεφαλαιουχικών αγαθών και καταναλωτικών προϊόντων από το εξωτερικό. Και η εκτίμηση του περισσότερο ή λιγότερο ή καθόλου! -<πλεονασματικού> χαρακτήρα των οικονομικών του τουρισμού πρέπει να εμπνέει αντίστοιχες πολιτικές, με γνώμονα την ενίσχυση των εγχώριων παραγωγικών δυνάμεων. Ο τουρισμός δεν πρέπει να είναι λύση απελπισίας στα προβλήματα του ισοζυγίου πληρωμών, αλλά εργαλείο περιφερειακής ανάπτυξης, υποστήριξης των ορεινών και προβληματικών περιοχών που υποχωρούν υπό την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού, μέσο αναζωογόνησης της παραδοσιακής παραγωγής ποιοτικών προϊόντων. Αλλά αυτές οι επιταγές δεν ικανοποιούνται από διάφορες μορφές συγκεντροποίησης ή γκετοποίησης του τουρισμού, που οδηγούν στην αποξένωση από τις τοπικές κοινωνίες και τα προϊόντα τους. Θεσμίσεις όπως των ΠΟΤΑ (περιοχών Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης) ή των <συνθετικών χωριών> σε περιοχές και χώρες όπως η Κέρκυρα ή η Ισπανία, παραμένουν ασύνδετες με τις εγχώριες κοινωνίες, καθώς δημιουργούν <ξένους θύλακες> και <ολοκληρωμένα κυκλώματα> προσφοράς και κατανάλωσης τουριστικών υπηρεσιών.

Μια αφομοίωση σε εξέλιξη.

Παρά τη σχετικά μικρή ιστορία της, η έννοια του οικοτουρισμού υφίσταται ήδη μια παραμορφωτική και <εξημερωτική> επίδραση. Κύριο σύμπτωμα αυτής της επίδρασης είναι η ερμηνεία της με έναν εξαιρετικά συσταλτικό τρόπο: ο οικοτουρισμός παρουσιάζεται όχι σαν οπτική της ολότητας του ταξιδιωτικού φαινομένου, αλλά σαν ένα <είδος> μεταξύ πολλών ειδών, στο πλαίσιο μιας <αλα καρτ> σχέσης. Στους κύκλους της τουριστικής βιομηχανίας η οικοτουριστική εμπειρία ισοδυναμεί με την προσέγγιση επισκεπτών σε περιοχές οικολογικά <ορθές> και <φωτογραφήσιμες>, που είναι ελκυστική κυρίως για μια ειδική κατηγορία <καταναλωτών του χώρου> με έναν κάποιο πρωτογονισμό και εγκεντρισμό. Ο κατεστημένος τουρισμός θεωρεί αυτό το είδος της <οικοτουριστικής> εμπειρίας ώριμο στο να μετατραπεί σε μαζικό προϊόν και να προσεγγίσει ευρύτερα στρώματα, με σχετικά υψηλό μορφωτικό επίπεδο: Και μάλιστα να προσεγγίσει στρώματα που έχουν κορεσθεί από τα αλλεπάλληλα ταξίδια σε <συμβατικούς> προορισμούς και με <συμβατικά μέσα>, που επομένως διεκδικούν πρωτότυπες εμπειρίες. Ο <ώριμος> και <πολυταξιδεμένος> τουρίστας είναι ήδη μια κοινωνική πραγματικότητα, γι’ αυτό και όλο περισσότερο εισάγεται στο <πελατολόγιο> της τουριστικής βιομηχανίας.

Από τη σκοπιά όμως μιας εναλλακτικής προσέγγισης του φαινομένου, το πρόβλημα έγκειται όχι απλά και μόνο στην διαμόρφωση και αξιοποίηση νέων <αξιοθέατων> οικολογικού χαρακτήρα, ή ακόμη στην <ζώνωση> και χωροθέτηση κάποιων αξιοπερίεργων στοιχείων της φύσης: το πρόβλημα έγκειται στην εκτίμηση της ολότητας των όρων και των συνθηκών για την ήπια σχέση του συνολικού τουριστικού πληθυσμού και του συνολικού, κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος. Από αυτή τη σκοπιά ο Οικοτουρισμός πρέπει να αντιμετωπίζεται όχι σαν μια ειδική μορφή τουρισμού που <καταναλώνει> συγκεκριμένες περιβαλλοντικές ποιότητες αλλά σαν μια τάση που αναφέρεται στην αλλαγή της ολότητας του τουριστικού γίγνεσθαι.

Η παραγωγή ιδεών, αρχών και προτάσεων για την οικολογικοποίηση και ριζοσπαστική μεταρρύθμιση του τουρισμού, είναι πλούσια και άκρως ενδιαφέρουσα, όμως δεν μπορεί να φιλοξενηθεί στα πλαίσια αυτού του κειμένου. Μπορούμε να πούμε γενικά ότι οι προτάσεις που διαμορφώθηκαν από οικοτουριστικά ρεύματα, απευθύνονται στους ίδιους τους τουρίστες, στους υποδοχείς, στους επιχειρηματίες και μισθωτούς του τουριστικού τομέα στον γενικότερο εγχώριο πληθυσμό, στους δημόσιους και διακρατικούς φορείς. Κοινός παρονομαστής των προτάσεων: η αναβάθμιση και ο εξορθολογισμός της τουριστικής εμπειρίας, όχι όμως εις βάρος της <ιθαγενούς> φύσης και των τοπικών κοινωνιών.

Η φυγή προς το πουθενά

Στο δοκίμιο του <Μια θεωρία για τον τουρισμό>, ο Hans Magnus Enzensderger σημειώνει για το τουρίστα - αναχωρητή της καθημερινότητάς του: <Κάθε φυγή, όσο ανόητη, όσο αδύναμη κι αν είναι, ασκεί κριτική σε αυτό που αποστρέφεται>. Όντως, η φυγή του διεθνούς και εσωτερικού τουρίστα ή και του εκδρομέα, ενέχει το στοιχείο της <άρνησης> της καθημερινότητας και της αναζήτησης νέων καταστάσεων. Όμως αυτή η ζωοποιός -<κεντρόφυγη> δύναμη αμβλύνεται από τις πρακτικές της διεθνούς τουριστικής βιομηχανίας. Ο τουρίστας πολύ συχνά <φεύγει> καταλήγοντας να πηγαίνει στο πουθενά, δεδομένου ότι η τουριστική βιομηχανία φροντίζει στο να αναζητά οικεία σκηνικά, στο να καταναλώνει τα προϊόντα της χώρας από την οποία προέρχεται, στο να αναζητά όλο και περισσότερες ανέσεις, στο να χαλιναγωγείται και γενικώς να υποκύπτει στο φόβο, παρά στη γοητεία του αγνώστου.

Από μια <ψυχογραφική> σκοπιά, το πρόβλημα είναι ο αλλοτριωμένος τουρίστας, που υπνοβατεί από τόπο σε τόπο, σύμφωνα με μια ευφυή έκφραση του Εντγκάρ Μορέν: αυτός που υποκαθιστά την ολική εμπειρία της συνάντησης με το ξένο στοιχείο με απλά <τσιμπολογήματα> επί πολιτιστικών και φυσικών αξιοθέατων, που παρευρίσκεται σε ξένους τόπους αλλά δεν βιώνει και δεν παρατηρεί. Που παίζει συχνά το ρόλο <συλλέκτη> σπάνιων αντικειμένων με καταστρεπτικές συνέπειες για την άγρια φύση και ορισμένα απειλούμενα είδη, κάνοντας οργανώσεις όπως το WWF να δηλώνουν προς υποψηφίους αγοραστές <ενθυμημάτων> από τροπικές χώρες: <Dont buy their lives> -(μην αγοράζετε τις ζωές τους). Πρόβλημα είναι ο τουρίστας που συνωστίζεται σε κοσμοβριθείς περιοχές λόγω κομφορμισμού ή λόγω της έλλειψης ερευνετικών κινήτρων, προκαλώντας την υπέρβαση της φέρουσας ικανότητας αυτών των περιοχών, ιδιαίτερα σε συγκεκριμένους χρόνους αιχμής. ΚΙ ακόμη πρόβλημα είναι ο τουρίστας που υπερβαίνει την προσωπική <φέρουσα ικανότητά> του, που υποκύπτει στον ταξιδιωτικό καταναλωτισμό και μετατρέπει τον ελεύθερο χρόνο του σε αγώνα δρόμου για την πρόσληψη νέων εμπειριών κύρους, που τελικά ευτελίζει και κάνει ρηχές τις προσωπικές του εμπειρίες.

 

Τα στοιχεία της εισήγησης προέρχονται από το βιβλίο του Γ. Σχίζα <Ο άλλος τουρισμός - η οικολογική διέξοδος στα αδιέξοδα του συμβατικού τουρισμού. Εναλλακτικές εκδόσεις - ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ

 

  Γη: τα νέα των Γιορτών της Γης

τεύχος 3, Αύγουστος - Οκτώβριος 2002: σ. 6-7

Επιστροφή