Ενότητα :Αντόνι Γκαουντί |
Τίτλος : Σάκης Κουρουζίδης, Βιογραφίες: Αντόνι Γκαουντί
|
Αρχή κειμένου Βιογραφία Αντόνι Γκαουντί Σάκης Κουρουζίδης Ισπανός (Καταλανός) αρχιτέκτονας. Γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου του 1852 στο Ρεούς της Ταρραγόνας και πέθανε στις 10 Ιουνίου του 1926, όταν παρασύρθηκε από ένα τραμ της Βαρκελώνης –λάτρης των τραμ ο ίδιος! Τη σχολική του ζωή (1863-1868) έζησε σε ένα εκκλησιαστικό κολέγιο. Σε ηλικία 15 ετών εκδίδει το περιοδικό «Άρλεκιν», γραμμένο στο χέρι, σε 12 αντίτυπα. Τις προκαταρκτικές του σπουδές στην αρχιτεκτονική πραγματοποιεί στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης μεταξύ 1869 και 1874 και τις οποίες ολοκληρώνει το 1877. Ο διευθυντής της Αρχιτεκτονικής Σχολής της Βαρκελώνης, στην τελετή αποφοίτησης, απευθυνόμενος στους συναδέλφους του καθηγητές, είπε: «κύριοι, έχουμε δίπλα μας μια ιδιοφυΐα ή έναν παρανοϊκό». Σε όλη του τη ζωή τον συνόδευε το ίδιο ερώτημα: “Un genio o un loco?”. Όταν στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου ο Τ. Όργουελ επισκέφθηκε τη Βαρκελώνη και είδε το έργο του La Sagrada Familia, είπε ότι πρόκειται για ένα από τα πιο αποτρόπαια κτίρια του κόσμου και μέμφθηκε τους αναρχικούς που δεν το ανατίναξαν κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών. Βέβαια ούτε το καθεστώς του Φράνκο εκτίμησε το έργο του, στη διάρκεια μάλιστα του εμφυλίου καταστράφηκαν όλα τα γραπτά του. Οι αρχιτέκτονες και οι ενώσεις τους άρχισαν να ασχολούνται μαζί του τουλάχιστον 30 χρόνια μετά το θάνατό του. Στη βασική βιβλιογραφία για τον Γκαουντί όλες οι αναφορές αρχίζουν από το 1957 και ύστερα. Όσο ζούσε, στη μόνη μεγάλη έκθεση που παρουσιάστηκαν έργα του ήταν το 1910, στο Παρίσι. Σήμερα, βέβαια, τα πράγματα έχουν αλλάξει και το 2002, 150 χρόνια από τη γέννησή του, έχει ανακηρυχθεί ως «Διεθνές Έτος Γκαουντί», για να γνωρίσει, εκτός από τους καταλανούς και όλος ο κόσμος το έργο του. Την εποχή που ο Γκαουντί έπαιρνε τα πρώτα μαθήματα αρχιτεκτονικής, ο αρχιτέκτονας (=αρχιμάστορας, από το τέκτων – τεκταίνομαι που θα πει «καταστρώνω ενδιαθέτως, δηλαδή κατά νουν, εν σκέψει ευρισκόμενος»), σύμφωνα με τα λεξικά της εποχής έπρεπε να έχει πολλαπλά προσόντα: «Ο αρχιτέκτων ο άξιος του ονόματος τούτου, πρέπει να ήναι όχι μόνον της γραμμικής ιχνογραφίας και της κοσμηματογραφίας ειδήμων, αλλά και μαθηματικός βαθύς, αι δε μαθηματικαί επιστήμαι πρέπει να χρησιμεύουν εις αυτόν ως όριον κατά των παρεκτροπών της φαντασίας του. Πρέπει προσέτι να έχη γνώσεις ακριβείς της σκηνογραφικής, της οπτικής, της ακουστικής, των μερών της φυσικής ιστορίας των πραγματευομένων περί λίθων, μαρμάρων γρανίτου, σιδήρου, χαλκού, μολύβδου, ξυλικής και πάσης εν γένει ύλης ευχρήστου εις οικοδομήν, όπως γιγνώσκη τας διαφόρους εκάστου ιδιότητας, εκτιμά ασφαλώς την δύναμιν, την διάρκειαν και μεταχειρήζεται αυτά καταλλήλως, κλπ» (Λεξικόν Εγκυκλοπαιδείας, Π. Γερακάκη, Σμύρνη, 1861). Ο ιδιοφυής –τελικά!- καταλανός αρχιτέκτονας, κατάφερε να συγκεντρώσει όλες αυτές τις αρετές, κυρίως όμως του «σκηνογράφου» αλλά και του «κοσμηματογράφου», αφού γι’ αυτόν η ολοκλήρωση ενός έργου του έφτανε σε όλες τις λεπτομέρειες, αισθητικές και λειτουργικές, γύρω, έξω και μέσα στο κτίριο. Σχεδίαζε με κάθε λεπτομέρεια ακόμη και τα έπιπλα. Στην τυπολογία των ρευμάτων της αρχιτεκτονικής, θα τον συναντήσουμε στην art nouveau, αν και δεν είναι εύκολη μια τέτοια κατάταξη. Ο ίδιος έλεγε ότι εκτιμούσε και είχε επηρεαστεί από τη γοτθική και την μαυριτανική τέχνη και βέβαια είναι από εκείνους τους δημιουργούς που τον χαρακτήριζε ένα απόλυτα προσωπικό στυλ. Σήμερα θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε ως «βιοκλιματικό» αρχιτέκτονα, αφού η φύση ήταν η κυρίαρχη πηγή έμπνευσης για το έργο του («καμπυλωτές επιφάνειες να σπινθηρίζουν ‘ζωντανές’ από τα πολύχρωμα κεραμικά τους, περιγράμματα να ‘ανεμίζουν’ σχεδόν ‘φαγώσιμα’, σχεδόν λιωμένα, σαν μορφές από θαλάσσια όντα, τα παράθυρά τους σαν οπές μιας κυψέλης», χαρακτηρίζει τα έργα του Γκαουντί ο Μ. Φιλιππίδης, Βήμα, 16/6/2002). Πολυάριθμα υπήρξαν τα έργα του: Casa Vicens (1883-1888), El Capricho (1883-1885), Finca Gόell (1884-1887), Palacio Gόell (1886-1888), Colegio Teresiano (1888-1889), Casa Calvet (1898-1899), Cripta de la Colonia Gόell (1898-1917), Bellesquard (1900-1909), Parque Gόell (1900-1914), Casa Batllσ (1904-1906), Casa Milα (1906-1912). Μικρότερα έργα του: La finca Miralles, La Catedral de Palma, Palacio Episcopal de Astorga, Casa de los Botines, Hotel se Nueva York, Bodegas Gόell. Κορυφαίο έργο του υπήρξε η εκκλησία La Sagrada Familia (Η αγία οικογένεια), έργο που άρχισε το 1883 και συνεχίστηκε μέχρι το θάνατό του το 1926, δηλαδή, για 43 ολόκληρα χρόνια! Το ημιτελές, ακόμη, αυτό έργο του προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 2035! Τόσο πολύ είχε αφιερωθεί στο έργο αυτό ο Γκαουντί, ώστε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζούσε σε ένα μικρό καμαράκι μέσα στο ναό. Ακραία λιτός στην καθημερινή ζωή του, δούλευε ακατάπαυστα, μιλούσε και έγραφε πολύ λίγο. Όταν παρασύρθηκε από το τραμ, οι οδηγοί ταξί που κλήθηκαν να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο, αρχικά αρνήθηκαν, γιατί πίστευαν πως ήταν κάποιος ζητιάνος του δρόμου. Δεν βρέθηκαν χαρτιά πάνω του, παρά λίγες σταφίδες και λίγα καρύδια στις τσέπες του. Όμως στην κηδεία του συμμετείχαν πολλές χιλιάδες συμπατριώτες του, παρά το ότι ελάχιστα τον είχαν συναντήσει από κοντά. Τα τελευταία χρόνια το Βατικανό έχει κινήσει τη διαδικασία αγιοποίησής του. Τα στοιχεία για τον Γκαουντί αντλήθηκαν από το βιβλίο του Rainer Zerbst: Antoni Gaudν, εκδ. Tashen, 1989 και από κάποια λίγα δημοσιεύματα στον ελληνικό τύπο. |
                     |