Ενότητα :Ερνστ Μάιρ

Τίτλος : Χρήστος Κεφαλής, βιογραφίες: Ερνστ Μάιρ

Διαβάστηκε: 1476 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Βιογραφίες

 

Έρνστ Μάιρ: δαρβινιστής βιολόγος και στοχαστής

Ernest Mayr

 

Χρήστος Κεφαλής

 

 

1.Η ζωή και το έργο του Μάιρ

 

Μετά τον Φράνσις Κρικ, που μας άφησε το 2004, ένας από τους τελευταίους ακόμη εν ζωή μεγάλους δαρβινιστές του 20ού αιώνα έφυγε πρόσφατα. Ο Ερνστ Μάιρ, ο διαπρεπής βιολόγος που με το πλούσιο ερευνητικό και συγγραφικό έργο του συνεισέφερε καίρια στην εξέλιξη της δαρβινικής θεωρίας, απεβίωσε πλήρης ημερών στις 3 Φεβρουαρίου του 2005.  

Γεννημένος το 1904 στο Κέμπτεν της Γερμανίας, ο Μάιρ καταγόταν από ιατρική οικογένεια. Αποφοίτησε από την ιατρική το 1925 αλλά αμέσως το ενδιαφέρον του στράφηκε στη ζωολογία και μόλις 16 μήνες μετά πήρε το διδακτορικό του σε αυτή από το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Το 1928 ταξίδεψε στη Νέα Γουϊνέα, σε μια αποστολή για την καταγραφή των παραδείσιων πτηνών. Κάνοντας μια ουσιώδη προσθήκη στον Δαρβίνο, κατέδειξε με τις εκεί έρευνές του την εμφάνιση νέων ειδών από τους γεωγραφικά απομονωμένους πληθυσμούς προϋπαρχόντων ειδών. Καρπός τους υπήρξε το έργο του Systematics and the Origin of Species (Συστηματική και η Προέλευση των Ειδών), δημοσιευμένο στα 1942, όπου διευκρινίζονται οι έννοιες του είδους και της ειδοποίησης.

Στο μεταξύ, ο Μάιρ είχε μεταναστεύσει από τα 1930 στις ΗΠΑ, όπου παρουσίασε πληθώρα ακόμη βιβλίων και άρθρων, από εξειδικευμένες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά ως μελέτες της ιστορίας και της φιλοσοφίας της βιολογίας. Από τα πλέον σημαντικά θεωρούνται τα Animal Species and Evolution (Ζωικά Είδη και Εξέλιξη, 1963), The Growth of Biological Thought (Η Ανάπτυξη της Βιολογικής Σκέψης, 1982, η οποία αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα στα ελληνικά από το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης), Towards a New Philosophy of Biology (Προς μια Νέα Φιλοσοφία της Βιολογίας, 1988), What Evolution is (Τι Είναι η Εξέλιξη, 2001). Συνολικά δημοσίευσε πάνω από 20 βιβλία και εκατοντάδες άρθρα, ενώ η τελευταία του εργασία είδε το φως το 2004.

Ο Μάιρ στηρίχτηκε ιδιαίτερα στις θεωρίες της γενετικής πληθυσμών, που είχαν αναπτύξει από το Μεσοπόλεμο οι Βρετανοί γενετιστές Φίσερ και Χαλντέιν. Μαζί με τον διαπρεπή Αμερικανό παλαιοντολόγο και συνεργάτη του Σίμψον και τον βοτανολόγο Στέμπινς, υποστήριξαν ότι οι ιδέες της μεντελιανής γενετικής μπορούσε να συντεθούν με τη δαρβινική θεωρία και το εμπειρικό υλικό σε ένα συνεκτικό νέο-δαρβινικό απολογισμό της εξέλιξης. Πάνω σε αυτό το έδαφος επιχειρηματολόγησε ενάντια στις θεωρίες της ορθογένεσης και το νέο-λαμαρκισμό, που αντιστρατεύονταν τις βασικές υποθέσεις της θεωρίας του Δαρβίνου και της γενετικής.

Από το 1953 ήταν καθηγητής ζωολογίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, θέση που διατήρησε ως το 1975, όταν συνταξιοδοτήθηκε. Ως αναγνώριση της προσφοράς του τιμήθηκε με πολλά διεθνή βραβεία, μεταξύ άλλων τα περίβλεπτα Βραβείο Μπάλτσαν (1983), Διεθνές Βραβείο για τη Βιολογία (1994) και Βραβείο Κράφορντ (1999), δωρίζοντας τα μεγάλα ποσά που τα συνόδευαν στο Μουσείο Ζωολογίας του Χάρβαρντ και σε οικολογικές οργανώσεις.

 

 

2.Ο Μάιρ για τη σημασία του Δαρβίνου

 

Η σταθερή υπεράσπιση της Δαρβινικής θεωρίας της εξέλιξης και η αντιπαράθεσή της στις μεταφυσικές και θεολογικές θεωρίες της δημιουργίας είναι το νήμα που διατρέχει όλη τη μακριά διαδρομή του Μάιρ ως επιστήμονα. Ο ίδιος συνόψισε αποφθεγματικά τη θέση του σε μια συνέντευξη στην εφημερίδα του Χάρβαρντ το 1991: «Είμαι ένας παλαίμαχος μαχητής του Δαρβινισμού». Και στο άρθρο «80 χρόνια παρακολούθησης της εξελικτικής σκηνής», (Science, Ιούλης 2004, στον εορτασμό των 100ών γενεθλίων του), έθεσε με διαύγεια το δίλημμα, σχολιάζοντας την αποδοχή του Δαρβίνου από τα νεανικά του χρόνια: «Όλοι όσοι δεν μπορούσαν να υιοθετήσουν τη δημιουργία ως πιθανή εξήγηση για τη βιολογική ποικιλομορφία, συμπέραιναν ότι η εξέλιξη ήταν η μόνη λογική εξήγηση για τον ζωντανό κόσμο» (βλ. Ι. Σουφλέρη, «Ερνστ Μάιρ, ο τελευταίος “μαθητής” του Δαρβίνου», Βήμα, 20/2/05).

Εδώ ο Μάιρ συνέχισε και βάθυνε τις παραδόσεις των κορυφαίων βιολόγων του 20ού αιώνα, που από τον Χαλντέιν και τον Μέιναρντ Σμιθ, ως τον Κρικ και τον Ντόκινς στέκονταν  στο έδαφος του ριζοσπαστικού αθεϊσμού. Ενώ ο Κρικ καταπολέμησε κυρίως τις ψευδο-επιστημονικές θεωρίες όπως ο βιταλισμός, που με την αποδοχή μιας ειδικής, μη αναγώγιμης «ζωικής δύναμης», ενεργής στα φαινόμενα του κυττάρου ή του εγκεφάλου επιχειρεί να ανοίξουν το δρόμο στη θεολογία, ο Μάιρ επιτέθηκε στις μεταφυσικές αντιλήψεις των «καθαρών ουσιών» και της τελεολογίας, κεντρικές στην ιδεαλιστική φιλοσοφία από την εποχή του Πλάτωνα ως τις μέρες μας. 

Σε βιβλία, άρθρα και συνεντεύξεις του έδειξε ότι αυτές οι έννοιες δεν μπορεί να συμβιβαστούν με τη σύγχρονη επιστημονική εικόνα, βασισμένη στην αποδοχή της διαφορετικότητας των ατόμων και της τυχαίας φυσικής επιλογής, που καθιέρωσε ο Δαρβίνος. Όπως είχε αναφέρει «Ένα από τα θέματά μου είναι ότι ο Δαρβίνος άλλαξε τις βάσεις της δυτικής σκέψης. Αμφισβήτησε ορισμένες ιδέες που ήταν αποδεκτές στον καθένα, και τώρα συμφωνούμε ότι είχε δίκιο και οι σύγχρονοί του έσφαλαν. Μια τέτοια ιδέα πάει πίσω στον Πλάτωνα που ισχυριζόταν ότι υπάρχει ένας περιορισμένος αριθμός τάξεων αντικειμένων και κάθε τάξη αντικειμένων έχει ένα καθορισμένο ορισμό. Ο οποιαδήποτε διαφοροποίηση ανάμεσα σε οντότητες στην ίδια τάξη ήταν μόνο συμπτωματική και η πραγματικότητα ήταν ένα υποκείμενο βασίλειο απολύτων […] Ο Δαρβίνος έδειξε ότι μια τέτοια ουσιολογική τυπολογία ήταν εντελώς λαθεμένη. Αν και δεν το αντιλήφθηκε στον καιρό του, εφηύρε την έννοια  του βιοπληθυσμού, που είναι η ιδέα ότι οι ζωντανοί οργανισμοί σε κάθε συγκέντρωση είναι πληθυσμοί στους οποίους κάθε άτομο είναι μοναδικά διαφορετικό, το ακριβές αντίθετο μιας τέτοιας τυπολογικής έννοιας όπως ο ρατσισμός. Μια άλλη ιδέα που αναίρεσε ο Δαρβίνος ήταν η τελεολογία, που πάει πίσω στον Αριστοτέλη […] Ο Δαρβίνος έδειξε πολύ ξεκάθαρα ότι δεν χρειάζεται η τελεολογία του Αριστοτέλη, επειδή η φυσική επιλογή εφαρμοζόμενη σε βιοπληθυσμούς μοναδικών φαινομένων μπορεί να εξηγήσει όλα τα αινιγματικά φαινόμενα για τα οποία επικαλούνταν προηγούμενα τη μυστηριώδη διαδικασία της τελεολογίας» (Τι Είναι η Εξέλιξη, συνέντευξη του Μάιρ στο Edge Foundation).

Ακριβώς όπως ο Κρικ, ο Ντόκινς και άλλοι κορυφαίοι σύγχρονοι βιολόγοι, ο Μάιρ καταλήγει έτσι στο  ασύμβατο της επιστημονικής και της θρησκευτικής κοσμοαντίληψης:

«Από τις μεγάλες συνεισφορές του Δαρβίνου ήταν ότι αντικατέστησε τη θεολογική ή υπερφυσική επιστήμη με την εγκόσμια επιστήμη. Ασφαλώς, ο Λαπλάς το είχε ήδη κάνει αυτό εξηγώντας το κοσμικό όλο στον Ναπολέοντα. Μετά την εξήγηση, ο Ναπολέων ρώτησε “που είναι ο Θεός στη θεωρία σου;” Και ο Λαπλάς απάντησε “Δεν χρειάζομαι αυτή την υπόθεση”. Η εξήγηση του Δαρβίνου ότι όλα τα πράγματα έχουν μια φυσική αιτία έκανε την πίστη σε ένα δημιουργικά ανώτερο νου εντελώς περιττή. Δημιούργησε ένα γήινο κόσμο περισσότερο από κάθε άλλον πριν από αυτόν. Ασφαλώς πολλές δυνάμεις συνέκλιναν στην ίδια κατεύθυνση, αλλά το έργο του Δαρβίνου ήταν η συντριπτική άφιξη αυτής της ιδέας και από αυτό το σημείο η εγκόσμια αντίληψη του κόσμου έγινε πρακτικά καθολική» (στο ίδιο).

Στην ίδια συνέντευξη, ο μεγάλος βιολόγος αντικρούει το μύθο ότι η εξέλιξη είναι απλά «μια θεωρία», που υπηρετεί σήμερα σκοταδιστικές δυνάμεις στις ΗΠΑ για να επανεισάγουν τις θεολογικές δοξασίες ως ισότιμες με την επιστήμη στην εκπαίδευση, κάτω από το μανδύα ψευδο-επιστημονικών όρων όπως ο λεγόμενος «ευφυής σχεδιασμός», πιο πρόσφατο ισοδύναμο της ιδέας της δημιουργίας. «[Η εξέλιξη] είναι ένα γεγονός και δεν χρειάζεται να την αποδεικνύουμε πια. Πρέπει όμως να εξηγούμε γιατί συνέβηκε και πώς συμβαίνει». Και ο ίδιος παραλληλίζει παραπέρα το Η Καταγωγή των Ειδών του Δαρβίνου με το Κεφάλαιο του Μαρξ ως τα βιβλία που παραμέρισαν τη Βίβλο, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην ανθρωπότητα. 

 

 

3.Νόμοι και ατομικότητα στη βιολογία

 

Οι εκπρόσωποι του επιστημονικού κόσμου εγκωμίασαν το επιστημονικό έργο του Μάιρ. Σύμφωνα με τον Γ. Κίρμπι, Καθηγητή Ιστορίας και Κοσμήτορα της Έδρας Επιστημών και Τεχνών του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, «οι συνεισφορές του καθηγητή Μάιρ […] στο πεδίο της εξελικτικής βιολογίας ήταν εξαιρετικές με οποιοδήποτε μέτρο. Σαν καθηγητής […] και ηγετικός νους του 20ού αιώνα, διαμόρφωσε και έκφρασε τη σύγχρονη κατανόηση της βιοποικιλότητας και των συναφών πεδίων». Και δεν είναι τυχαίο ασφαλώς ότι στον Μάιρ επιφυλάχθηκε η τιμή να αποκληθεί, δίπλα στον Κρικ, ο «Δαρβίνος του 20ού αιώνα».  

Πράγματι, ανάμεσα στον Κρικ και τον Μάιρ υπάρχει μια ενδιαφέρουσα σχέση αντίθεσης και συμπληρωματικότητας, στο βαθμό που υπηρέτησαν «ενάντιες» προσεγγίσεις, καλύπτοντας διαφορετικά κενά και ανάγκες στο σώμα της επιστημονικής έρευνας.

Ο Κρικ υπήρξε ο πρωταθλητής της εφαρμογής της φυσικής και της χημείας στη βιολογία. Αποτέλεσμά της ήταν η ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας, που οδήγησε στη διευκρίνιση της δομής του DNA και του μηχανισμού της κληρονομικότητας. Το επιστημονικό πιστεύω του συνοψίζεται στη φράση: «Απώτερος στόχος της νέας κίνησης στη βιολογία είναι […] να εξηγήσει όλη τη βιολογία με βάση τη φυσική και τη χημεία» (Φ. Κρικ, Περί Μορίων και Ανθρώπων, εκδ. Χατζηνικολή, σελ.15).

Ο Μάιρ, από τη μεριά του, έτρεφε μια δυσπιστία σε αυτή την άμεση μεταφορά φυσικο-επιστημονικών και μαθηματικών μεθόδων και μοντέλων. Το έργο του ήταν να αναδείξει το ειδικά βιολογικό στοιχείο στα φαινόμενα της ζωής, που μπορεί τελικά να εξηγείται αλλά δεν ανάγεται άμεσα στις βιοχημικές διαδικασίες. Επιμένοντας στο στοιχείο της ατομικότητας και της ειδικότητας των βιολογικών νόμων, τους διέκρινε από εκείνους της φυσικής: «Ένας νόμος πρέπει να είναι πέρα από το χώρο και το χρόνο και γι’ αυτό δεν μπορεί να είναι ειδικός. Ωστόσο, κάθε γενική αλήθεια στη βιολογία είναι ειδική. Οι βιολογικοί “νόμοι” περιορίζονται σε ορισμένα μέρη του ζωικού κόσμου ή σε ορισμένες τοπικές συνθήκες και είναι περιορισμένοι στο χρόνο. Έτσι μπορούμε να πούμε […] ότι δεν υπάρχουν νόμοι στη βιολογία όπως εκείνοι της φυσικής» (βλ. στην ίδια συνέντευξη).

Οπωσδήποτε σε αυτή την αντιπαράθεση των φυσικών και βιολογικών νόμων υπάρχει μια μικρή δόση υπερβολής: ενώ ο Κρικ έτεινε μερικές φορές να υποτιμά τη διαφορά των πεδίων, ο Μάιρ ακολουθούσε την αντίθετη κατεύθυνση. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και οι φυσικοί νόμοι παρουσιάζουν ένα στοιχείο ιστορικότητας, ώστε δεν υπάρχει μια αγεφύρωτη διάσταση. Σύμφωνα με τη θεωρία της θερμής έκρηξης, π.χ., η ταχύτητα του ήχου μεταβάλλεται ιστορικά, ανερχόμενη από μερικές εκατοντάδες μέτρα το δευτερόλεπτο, που είναι σήμερα, στις 100.000 km/sec τα πρώτα δευτερόλεπτα της έκρηξης.

Ωστόσο, η κριτική του Μάιρ έχει ένα υγιή πυρήνα, καταδεικνύοντας ότι η βιόσφαιρα είναι το πεδίο όπου αποκτά σημασία η ατομικότητα. Στις κβαντικές διαδικασίες ισχύει η αρχή του αδιακρίτου, κατά την οποία δυο ηλεκτρόνια με ίδιους κβαντικούς αριθμούς είναι πρακτικά αξεχώριστα. Στη βιολογία, αντίθετα, δεν θα βρούμε ποτέ δυο ίδια άτομα, έτσι που δεν μπορεί να αναμένουμε ότι δυο ζώα θα συμπεριφερθούν πανομοιότυπα σε ένα πείραμα. Αυτό προκαλεί μια εισβολή των «ιστορικών αφηγήσεων, ώστε να αποδειχτεί αν η έννοιά σου και οι συνέπειες μπορεί να επιβεβαιωθούν» (στο ίδιο).

Η σχέση ανάμεσα στο μοριακό θεμέλιο της ζωής και τη συμπεριφορά των πληθυσμών δεν είναι έτσι άμεση αλλά έμμεση. Εύλογα παραλληλίζεται με εκείνη ανάμεσα στο πιάνο και το μουσικό άκουσμα: ενώ το όργανο είναι η πηγή του ήχου, ο τελευταίος δεν παύει να αποτελεί μια σχετικά ανεξάρτητη πραγματικότητα, με ιδιότητες που διαφέρουν ριζικά από εκείνες της πηγής του. Αλλά και εδώ η βιολογία συναντιέται με ανάλογες τάσεις στις φυσικές επιστήμες, όπως η θεωρία του χάους, που τονίζουν τη μη γραμμική ανάπτυξη.

Ουσιώδης συνεισφορά του Μάιρ υπήρξε ακόμη η ανάδειξη του γεγονότος ότι φορέας της εξέλιξης δεν είναι το είδος αλλά το άτομο: «Στόχος της επιλογής είναι το άτομο [...] Αν έχεις τεράστια ποικιλία, περισσότερη από εκείνη που μπορεί να γίνει ανεκτή, μόνο οι πιο επιτυχημένοι θα επιβιώσουν». Ασφαλώς, αποτέλεσμα της εξέλιξης είναι η δημιουργία νέων ειδών, είναι όμως οι ατομικοί εκπρόσωποι, που, ευνοημένοι από τη σύμπτωση των κατάλληλων μεταλλάξεων, ενεργούν καταλυτικά στην προώθησή της.

Πρόκειται για μια εύστοχη ανασκευή της ολοκληρωτικής αντίληψης, περιβεβλημένης ιδιαίτερα με ψευδο-μαρξιστικά άμφια από το σταλινισμό, ότι η μάζα αποτελεί τον μόνο καθοριστικό φορέα της εξέλιξης, ενώ τα άτομα βρίσκονται μοιραία εκεί που χρειάζονται. Το παράδειγμα της βιολογίας δείχνει αντίθετα ότι το νέο δεν εμφανίζεται σε όλη τη μάζα αλλά αρχικά σε μια μειοψηφία εκπροσώπων του παλιού είδους, που αποκτούν κατάλληλες ιδιότητες. Αλλά αυτό, κατά τον Μάιρ, δεν οδηγεί σε μια ατομικιστική αντίληψη: οι πιθανότητες επιβίωσης αυξάνονται στα πλαίσια μιας συλλογικότητας. 

Έχοντας ζήσει όλο τον 20ό αιώνα, ο Μάιρ είδε στην άνοδο των επιστημονικών ιδεών ένα από τα ουσιώδη γνωρίσματα της εποχής μας. Ο ίδιος δεν έπαυσε ποτέ να εκφράζει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της επιστήμης να υπερνικά όλα τα εμπόδια και αισιοδοξία για τις μελλοντικές της προόδους: «Η εξελικτική βιολογία», θα πει στο τελευταίο άρθρο του, «είναι ένα ατελείωτο πεδίο και υπάρχει ακόμα πληθώρα ανακαλύψεων που πρέπει να γίνουν. Λυπούμαι μόνο που δεν θα είμαι παρών για να απολαύσω τις μελλοντικές εξελίξεις».

Επιστροφή