Ενότητα :Μοδινός Μιχάλης |
Τίτλος : ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΟΔΙΝΟΣ, Γιοχάνεσμπουργκ: μπιγκ-μπανγκ και βιωσιμότητα
|
Αρχή κειμένου Γιοχάνεσμπουργκ: μπιγκ-μπανγκ και βιωσιμότητα του Μιχάλη Μοδινού Απαιτούνται, νομίζω, ορισμένες διευκρινίσεις που θα συμβάλουν στο διάλογο για τη Συνδιάσκεψη Κορυφής του Γιοχάνεσμπουργκ. Ο Νίκος Καίσαρης έθεσε εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα με αφορμή το σχετικό άρθρο μου στο Δαίμονα όπου επιχείρησα να δώσω μια εικόνα της πολύπλοκης και διαρκώς εξελισσόμενης διαπραγμάτευσης γύρω από το ζήτημα της Παγκόσμιας Περιβαλλοντικής Διακυβέρνησης. Ας μου επιτραπεί να επιχειρήσω ένα ξεκαθάρισμα εννοιών και διαδικασιών, όπως εγώ τουλάχιστον τις ερμηνεύω, καθώς είναι δύσκολο να αναλύει κανείς εν θερμώ τα τεκταινόμενα μέσα σε ένα ραγδαία παγκοσμιοποιούμενο σκηνικό. Η πρόταση για ένα Παγκόσμιο Οργανισμό Περιβάλλοντος έχει αισθητά υποχωρήσει, κυρίως μετά το Παγκόσμιο Φόρουμ Υπουργών Περιβάλλοντος, που έγινε υπό την αιγίδα της UNEP στην Καρθαγένη της Κολομβίας τον περασμένο Φεβρουάριο. Εκεί φάνηκε καθαρά πλέον ότι οι πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες είχε εξαρχής συμβάλλει ενεργά και η ελληνική πλευρά, δεν βρίσκουν έδαφος για να ριζώσουν. Στην καλύτερη των περιπτώσεων η ίδρυση ενός Παγκόσμιου Οργανισμού Περιβάλλοντος θα παραπεμφθεί στο απώτερο μέλλον, ενώ και η ενίσχυση ακόμη των σημερινών περιβαλλοντικών δομών (Πολυμερείς Περιβαλλοντικές Συμφωνίες, UNEP, Επιτροπή για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη) με δυνατότητες επιβολής κυρώσεων και υλοποίησης αποφάσεων κρίνεται μάλλον ως αβέβαιη. Είναι ενδιαφέρον εδώ να ειπωθεί προς ενημέρωση των αναγνωστών ότι εμφανίζεται κατά το τελευταίο διάστημα μια παράδοξη ευθυγράμμιση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ομάδας των Αναπτυσσόμενων Χωρών (G-77). Οι πρώτες δεν βλέπουν με θετικό μάτι τη δημιουργία θεσμών που θα αντιστάθμιζαν τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις της ανάπτυξης (ή παγκοσμιοποίησης) υπό το σκεπτικό ότι έτσι θα περιοριζόταν η δημιουργία της παγκόσμιας αγοράς. Οι αναπτυσσόμενες χώρες απ’ τη μεριά τους βλέπουν καχύποπτα οποιαδήποτε ρυθμιστική παρέμβαση στα περιβαλλοντικά ζητήματα διότι αυτή δήθεν θα ανακόψει την ανάπτυξή τους. Η έλλειψη δημοκρατικών θεσμών στην πλειοψηφία των τριτοκοσμικών χωρών κάνει ώστε οι ελίτ που τις εκπροσωπούν να μη θέλουν να θιγούν τα οποιαδήποτε κεκτημένα. Απομένει η Ευρώπη που αμήχανη, διστακτική και με σημαντικές αποκλίσεις στο εσωτερικό της, επιθυμεί μια προώθηση των ούτως ή άλλως προοδευτικών θέσεων της χωρίς μεγάλη επιτυχία. Οι μεγάλες περιβαλλοντικές οργανώσεις καθώς και μια σύμπραξή τους υπό την επωνυμία "Rio+10 Coalition" έχουν σαφώς εκφρασθεί υπέρ της "Ευρωπαϊκής" γραμμής αν και με ενισχυμένη την διάσταση της "αναγκαιότητας της ανάπτυξης του Τρίτου κόσμου" υπό την κλασσική της έννοια. Οι οργανώσεις αυτές συμμετέχουν από τον καιρό του Ρίο στον διεξαγόμενο πολυμερή διάλογο εντός των θεσμών του Ο.Η.Ε. και λαμβάνουν ενεργό μέρος στην συνδιαμόρφωση των σχετικών πολιτικών. Τα σχετικά κείμενα είναι στη διάθεση του Δαίμονα και μια αδρή συμπύκνωση των θέσεων αυτών παρουσιάστηκε στις δύο ημερίδες που διοργάνωσε το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος (8 και 15 Μαρτίου 2002) επιχειρώντας να προωθήσει τον σχετικό διάλογο. Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται για συμφωνίες "τεχνοκρατών" (ποτέ δεν είπα κάτι τέτοιο) αλλά για συμφωνίες με τις λεγόμενες "μείζονες ομάδες" (οργανώσεις, νέοι, γυναίκες, αγρότες, αυτόχθονες, κ.λπ.), που εκπροσωπούνται λιγότερο ή περισσότερο δημοκρατικά εντός του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών κατά την τελευταία δεκαετία. Πολλώ μάλλον ουδείς πρεσβεύει (εδώ υπάρχει παρανόηση από τη μεριά του Ν. Καίσαρη) ότι τα περιβαλλοντικά ζητήματα θα λυθούν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Αυτό που οι μείζονες περιβαλλοντικές οργανώσεις και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιχειρούν να προωθήσουν είναι ένα είδος ενσωμάτωσης των περιβαλλοντικών απαιτήσεων στις αποφάσεις των διεθνών οικονομικών θεσμών (Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου). Εάν αυτό δεν συμβεί είναι εξαιρετικά απίθανο να προωθηθεί η περιβαλλοντική θεματική και να αντιμετωπισθούν τα ζητήματα υπό το πρίσμα προληπτικών πολιτικών. Αν και παραμένω απαισιόδοξος για το ότι τούτο μπορεί να συμβεί σύντομα, η τελευταία συνδιάσκεψη του ΠΟΕ στη Ντόχα έδωσε κάποια θετικά δείγματα "πρασινίσματος" των αναπτυξιακών πολιτικών. Ίσως είναι και αυτό κάτι, όπως θεωρούν μεταξύ άλλων και σχετικές αναλύσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Ουτοπία ή μη πάντως, η «ενσωμάτωση» δεν είναι ούτε "επικίνδυνη" ούτε "αποπροσανατολιστική" καθώς στα πλαίσια των θεσμών δεν υπάρχει άλλη οδός από το να επιχειρήσει κανείς να τις αναμορφώσει. Ένας πιθανός Παγκόσμιος Οργανισμός Περιβάλλοντος δεν θα είναι μια Επιτροπή αλλά ένας πολύπλοκος μηχανισμός που θα προέλθει από σκληρή διαπραγμάτευση μεταξύ κυβερνήσεων και μειζόνων κοινωνικών ομάδων (και συμφερόντων). Ο όρος "μαγείρεμα" πιθανώς απεικονίζει κάποιες διεργασίες αλλά δεν βοηθά τον διάλογο σε ένα τέτοιας πολυπλοκότητας θέμα. Τώρα, το αν είναι ο μετασχηματισμός των ίδιων των θεσμών ή η δημιουργία νέων που θα αντιμετωπίσει τα ζητήματα είναι ένα ανοιχτό ζήτημα. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι απαιτείται ένας πλήρης ανασχηματισμός, ένα είδος μπιγκ-μπανγκ που θα ανακατασκεύαζε το παγκόσμιο σκηνικό ώστε να αντισταθμιστούν οι επιπτώσεις της θριαμβεύουσας παγκοσμιοποίησης. Αυτό είχα διατυπώσει και ως άποψή μου προς την ελληνική κυβέρνηση και αυτή η άποψη είχε διατυπωθεί και προς τα Ηνωμένα Έθνη (την υποστήριξαν επίσης, μεταξύ πολλών χωρών, η Γαλλία, η Ολλανδία, Γερμανία και η Ισπανία). Ατυχώς, όπως είπα και πιο πάνω, όχι μόνο το μπιγκ-μπανγκ αλλά και ο σταδιακός μετασχηματισμός των σημερινών δομών παγκόσμιας περιβαλλοντικής διακυβέρνησης έχει υποχωρήσει αισθητά καθ’ οδόν προς το Γιοχάνεσμπουργκ. Έπ’ ευκαιρία, αν κάτι έχει επιτευχθεί από το διάστημα είναι η δημιουργία ενός Παγκόσμιου Διακρατικού Φόρουμ Υπουργών Περιβάλλοντος (το ζητά ο Ν. Καίσαρης γι αυτό ενημερώνω ότι έχει ήδη δημιουργηθεί) με αρμοδιότητες τη χάραξη διεθνούς περιβαλλοντικής πολιτικής και την θέσπιση προτεραιοτήτων. Η ελπίδα είναι το Φόρουμ αυτό θα εμπλουτίζεται κατά περίπτωση με την παρουσία και των λεγομένων "αναπτυξιακών τομέων" (Μεταφορές, Βιομηχανία, Γεωργία, κ.λπ.) ώστε να προωθείται η ορθολογική ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής πολιτικής. Πολύ σημαντικές είναι οι επισημάνσεις για τα ζητήματα της "εσωτερικής περιβαλλοντικής πολιτικής" σε σχέση προφανώς με τη "διεθνή" ή "ευρωπαϊκή". Νομίζω μάλιστα ότι τέτοιου τύπου έμμεσες προτάσεις (έστω και συνοπτικές) συνιστούν ουσιαστική συμβολή ενόψει και της πορείας προς το Γιοχάνεσμπουργκ. Μια τέτοια συλλογή απόψεων και στόχων είχαμε κατά νου και στο Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος ξεκινώντας τον σχετικό πολυμερή διάλογο, όπου έχουν λάβει μέρος και πολλοί συνεργάτες του Δαίμονα υπό την μία ή την άλλη ιδιότητά τους. Για τις ανάγκες αυτού του άρθρου πάντως πρέπει να επισημάνω ότι μάλλον μας βρίσκει όλους σύμφωνους η άποψη ότι η διεθνής διαπραγμάτευση γίνεται εξαιρετικά επωφελής για τις εσωτερικές πολιτικές. Η άσκηση του NATURA 2000, η επιβολή ορίων στην ρύπανση με διάφορες οδηγίες, η (μετριοπαθής έστω) πολιτική για την κλιματική αλλαγή και η εναρμόνιση με την επαναστατική κοινοτική οδηγία για τη διαχείριση των υδατικών πόρων (το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος επεξεργάστηκε το σχετικό ελληνικό σχέδιο νόμου) είναι πολιτικές που εισήχθησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από τους πολυμερείς διεθνείς θεσμούς. Το ζητούμενο είναι να συμβάλουμε κι εμείς στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, είτε ως κράτος, είτε ως κοινωνία πολιτών στην παραγωγή αυτών των πολιτικών. Κι αυτό δεν είναι ούτε προφανές, ούτε εύκολο σε μια χώρα όπου η εσωστρέφεια και η δομική καχυποψία προς τα ξένα κέντρα έχει καταστεί δεύτερη φύση. Ακόμη δυσκολότερα δείχνουν τα πράγματα αν αναλογισθεί κανείς ότι στη Συνδιάσκεψη Κορυφής του Γιοχάνεσμπουργκ ο όρος "περιβάλλον" δεν υφίσταται. Τώρα πια έχει υποκατασταθεί από τον πολυσήμαντο και πλήρη ασαφειών όρο "βιώσιμη ανάπτυξη" όπου το περιβάλλον φιγουράρει ως ένας μόνο εκ των τριών πυλώνων της βιωσιμότητας (οι άλλοι δύο είναι οι γνωστοί από αρχαιοτάτων χρόνων "κοινωνία" και "οικονομία"). Υπ’ αυτό το καθεστώς ασάφειας και ίσως οπισθοδρόμησης θα αποδειχθεί εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η προσπάθεια του πράσινου λόμπι να διατηρήσει το περιβάλλον στον αφρό και να μην του επιτρέψει να αποσυντεθεί μέσα στον χυλό αναπτυξιακών αιτημάτων παντός τύπου, που φιλοδοξούν να καταπολεμήσουν την παγκόσμια φτώχεια. Ας μελετήσουμε προσεκτικά τις πρόσφατες στατιστικές: Η ανάπτυξη δεν άμβλυνε την φτώχεια, το αντίθετο μάλιστα. Καθώς η ψαλίδα ανοίγει, δικαίως ανησυχεί κανείς μήπως η "βιώσιμη ανάπτυξη" εκφυλιστεί οριστικά σε ανάπτυξη κλασσικού τύπου, αφήνοντας εκτός των τειχών κοινωνία και περιβάλλον. Ο Μιχάλης Μοδινός είναι Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος & Αειφόρου Ανάπτυξης Δαίμων της Οικολογίας, Τεύχος 14, 4/2002 |
                     |