Ενότητα :Τεύχος 65, Νοέμβριος 2006

Τίτλος : ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ. Θεσμικό πλαίσιο και εφαρμογή στα κράτη μέλη της ΕΕ

Διαβάστηκε: 3078 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

Αφιερωμα ενεργεια

 

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΑ ΚΤΙΡΙΑ:

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ και ΕΦΑΡΜΟΓΗ

ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

 

Αθανασίου Δημήτριος

Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός, MSc

 

 

Η εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας και η ικανοποίηση των ολοένα αυξανόμενων αναγκών που επιτάσσουν οι όροι της κοινωνικής ευημερίας συνδέονται άρρηκτα με μια διαδικασία συνεχούς και αδιάκοπης κατανάλωσης ενεργειακών πόρων, κυρίως πετρελαίου. Ωστόσο, οι πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 και η συνεπαγόμενη αύξηση του κόστους της ενέργειας, οδήγησαν στη συνειδητοποίηση της σημασίας που έχει η ορθολογική χρήση της ενέργειας στην παγκόσμια οικονομία.

Tα αστικά κέντρα συγκεντρώνουν περίπου το 80% του πληθυσμού και καταναλώνουν περίπου το 75% της παραγόμενης ενέργειας, με κύριους φορείς κατανάλωσης τον κτιριακό τομέα και τις μεταφορές. Ο κτιριακός τομέας, ένας σημαντικός τομέας της οικονομικής δραστηριότητας, απορροφά περίπου το 40% της παγκόσμιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, συντελώντας παράλληλα στην αύξηση των εκπομπών CO2 και άλλων συναφών περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας τη μεγάλη δυνατότητα εξοικονόμησης ενέργειας στον κτιριακό τομέα που μπορεί να συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων του Πρωτοκόλλου του Κιότο για τη μείωση των εκπομπών CO2, έχει εξελίξει από το 1970 διάφορα μέτρα και πρωτοβουλίες για την Ενεργειακή Απόδοση.

Με το πρόγραμμα THERMIE, το 1989, έθεσε την Ενεργειακή Αποδοτικότητα σε υψηλή προτεραιότητα. Με Ψήφισμα του Συμβουλίου «για την Ενεργειακή Απόδοση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα», το 1998, τέθηκε στόχος η κατά 1% ετησίως βελτίωση της ενεργειακής έντασης τελικής χρήσης και με την Πράσινη Βίβλο «Προς μια Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τον Ενεργειακό Ανεφοδιασμό» ο στόχος αυτός έγινε 2%, που για τον τομέα των κτιρίων σημαίνει μείωση κατανάλωσης ενέργειας πλέον των 55 Mtoe, και αντίστοιχη μείωση εκπομπών CO2 κατά περίπου 100 Μt/έτος[i]

Ακολούθησε το «Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την Κλιματική Αλλαγή - 2000» που υλοποιείται με σειρά νομοθετημάτων για βελτίωση της Ενεργειακής Απόδοσης στη βιομηχανία, στις μεταφορές και στον κτιριακό τομέα, όπως: για την Ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, τα βιοκαύσι΅α, τα πρότυπα Ενεργειακής Απόδοσης, την ενεργειακή επισήμανση των ηλεκτρικών συσκευών, τα συστήματα ΣΗΘ, την απόδοση τελικής χρήσης και Ενεργειακών Υπηρεσιών, την αποδοτικότητα των λεβητών (Οδηγία Λεβητών 92/42/EC), τον περιορισμό των εκπομπών CO2 μέσω βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων (Οδηγία SAVE 93/76/EC), την ποιότητα των δομικών υλικών (Οδηγία 89/106/EC), τον οικολογικό σχεδιασμό προϊόντων, την Ενεργειακή Απόδοση των Κτιρίων (Οδηγία 2002/91/EC),την βελτίωση των προτύπων Ενεργειακής Αποδοτικότητας για τα κτίρια, τον ηλεκτρικό εξοπλισμό, τους λέβητες, τα κλιματιστικά και άλλα προϊόντα, την προώθηση βιώσιμων δημόσιων συμβάσεων για ενεργειακά αποδοτικές τεχνολογίες, τη διενέργεια ενεργειακών λογιστικών ελέγχων,  κλπ.

Με το «Πρόγραμμα Ευφυής Ενέργεια στην Ευρώπη» (2003-2006) ενισχύονται δράσεις Ενεργειακής Απόδοσης και προώθησης των ΑΠΕ με άμεση συνεισφορά στην επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης, μέσα από τέσσερις τομείς: Ενεργειακή Αποδοτικότητα (SAVE), προώθηση των ΑΠΕ (ALTENER) , πρωτοβουλίες για τις Μεταφορές (STEER) και υποστήριξη της Ενεργειακής Αποδοτικότητας και των ΑΠΕ στις αναπτυσσόμενες χώρες (COOPENER).

Η Οδηγία 2002/91/EK προωθεί την Ενεργειακή Απόδοση των Κτιρίων λαμβάνοντας υπόψη τις κλιματολογικές συνθήκες της εκάστοτε περιοχής, τις απαιτήσεις ποιότητας των εσωτερικών χώρων και χρησιμοποιώντας οικονομικά αποδοτικά μέτρα. Τα βασικά σημεία στα οποία εστιάζει  η Οδηγία είναι:

-        Η θέσπιση μιας κοινής μεθοδολογίας υπολογισμού της ενεργειακής απόδοσης κτιρίων

-        Ο καθορισμός των απαιτήσεων της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων

-        Ο καθορισμός ελάχιστων απαιτήσεων για τα νέα κτίρια και τα υφιστάμενα κτίρια

-        Η Ενεργειακή Πιστοποίηση όλων των κτιρίων που θα είναι υποχρεωτική σε όλες τις διαδικασίες δικαιοπραξίας των ακινήτων (κατασκευή, πώληση, ενοικίαση).

-        Η Επιθεώρηση και Αξιολόγηση των εγκαταστάσεων θέρμανσης και κλιματισμού των κτιρίων

Καταληκτική προθεσμία εφαρμογής της Οδηγίας είναι η 4η Ιανουαρίου 2006 με δυνατότητα χρήσης πρόσθετης περιόδου 3 ετών για την πλήρη εφαρμογή των άρθρων 7 (έκδοση πιστοποιητικών), 8 (επιθεώρηση λεβήτων) και 9 (επιθεώρηση συστημάτων κλι΅ατισ΅ού), όταν δεν διατίθενται ειδικευμένοι ή/και διαπιστευμένοι ε΅πειρογνώ΅ονες.

Η εφαρμογή της Οδηγίας αναμένεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις εθνικές πολιτικές για την εξοικονόμηση ενέργειας στον κτιριακό τομέα. Απαιτούνται όμως αρκετά χρήματα, ανθρώπινο δυναμικό, διοικητικός συντονισμός, προσαρμογή του νομοθετικού πλαισίου, υιοθέτηση οικονομικών κινήτρων, παροχή τεχνικών εργαλείων, προβολή κλπ, προκειμένου να επιτευχθούν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Η Οδηγία αναμένεται να δώσει μεγάλη ώθηση στην κατασκευαστική αγορά, δημιουργώντας ταυτόχρονα νέες θέσεις εργασίας για εξειδικευμένους μηχανικούς και τεχνίτες.

Οι εθνικές προσπάθειες για την ενσωμάτωση της Οδηγίας ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των Κρατών-Μελών της ΕΕ. Ορισμένες χώρες δεν έχουν ακόμη προωθήσει την εφαρμογή της και ενδεχομένως θα εκμεταλλευτούν την τριετή περίοδο παράτασης για την πλήρη εφαρμογή της Οδηγίας (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα), ενώ άλλες έχουν πλήρως προσαρμοστεί (όπως η Γερμανία, η Δανία, η Τσεχία, η Ολλανδία και το ΗΒ).

 

Στην Ελλάδα η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, η σημαντική αύξηση του αριθμού των κατοικιών και της επιφάνειάς τους, οι ολοένα και μεγαλύτερες εμπορικές εγκαταστάσεις, η αύξηση χρήσης ηλεκτρικών συσκευών και εξοπλισμού και ιδιαίτερα η εντυπωσιακή διείσδυση των κλιματιστικών οδήγησαν στο διπλασιασμό της καταναλισκόμενης ενέργειας στον τομέα των κτιρίων και των υπηρεσιών (αύξηση 93,5%) σε σχέση με τα επίπεδα του 1974, όταν στο ίδιο διάστημα στις χώρες της ΕΕ-15 παρατηρήθηκε μέση αύξηση της τάξης μόλις του 13%. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η μέση ετήσια τελική κατανάλωση ενέργειας στα κτίρια του τριτογενή τομέα κυμαίνεται μεταξύ 200 (κτίρια γραφείων) και 450 (νοσοκομεία) Kw2  ανά έτος.

Το νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με το ζήτημα της Ενεργειακής Απόδοσης του κτιριακού τομέα, καλύπτεται από δέσμη μέτρων (κτιριοδομικούς και άλλους κανονισμούς) που εξελίχθηκαν από το 1975 έως σήμερα, ως εξής:

-        1975: Νόμος-Πλαίσιο 40/75 «περί λήψεως μέτρων για την Εξοικονόμηση Ενέργειας».

-        1979: ΠΔ 01.06/04.07.79 «Κανονισμός για τη Θερμομόνωση των Κτιρίων» (ΚΘΚ), που έθεσε την υποχρέωση τοποθέτησης θερμομόνωσης σε όλα τα νέα κτίρια.

-        1985: ’ρθρο 26 του Ν. 1577/85 «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός» (ΓΟΚ).  

-        1985: ’ρθρο 6 Ν. 1512/85 «Κίνητρα για Εξοικονόμηση Ενέργειας στα Κτίρια».

-        1986: ΚΥΑ 54678/86, που αναθεωρήθηκε με την ΚΥΑ 10315/93, που θέτει απαιτήσεις για τακτικές επιθεωρήσεις των συστημάτων κεντρικής θέρμανσης, των λεβητοστασίων και των καυστήρων για τον έλεγχο των εκπομπών τους.  

-        1989: ΥΑ 3046/304 «Κτιριοδομικός Κανονισμός» (ΦΕΚ 59Δ/3.2.1989 - αναθεώρηση με την ΥΑ 49977/3068).

-        1989: ΠΔ 334/94, εναρμόνιση με την Κοινοτική Οδηγία 89/106/ΕΟΚ για «την προσέγγιση νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των Κρατών-Μελών για τα προϊόντα του τομέα δομικών κατασκευών», όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 93/68/ΕΟΚ, που εναρμονίστηκε με το ΠΔ 59/95.

-        1992: Ν. 2052/92 περί «Μέτρων για την καταπολέμηση του αστικού νέφους».

-        1992: Σύμβαση-Πλαίσιο ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (Ρίο).

-        1993: ΚΥΑ 11294/93 σχετικά με απαιτήσεις τακτικών επιθεωρήσεων συστημάτων θέρμανσης στα βιομηχανικά κτίρια, θέσπιση επιπέδων εκπομπών και ενεργειακής απόδοσης λεβήτων σε ετήσια βάση, και καθορισμός επιβαλλόμενων προστίμων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

-        1993: ΠΔ 335/93 περί «Απαιτήσεων απόδοσης των νέων λεβητών» (αναθεωρήθηκε με το ΠΔ 59/95), εναρμόνιση με την Κοινοτική Οδηγία 92/42/EC (η οποία αναθεωρήθηκε με την Οδηγία 93/68/EC) σχετικά με ελέγχους αποδοτικότητας στους νέους λέβητες ονομαστικής ισχύος 4-400 kW, καθώς και ενεργειακό χαρακτηρισμό και πιστοποίηση (εφαρμόζεται από 1/1/1998).

-        1994: ΠΔ 180/1994 για «τον Ενεργειακό χαρακτηρισμό των συσκευών», σε συμμόρφωση με την Κοινοτική Οδηγία 92/75/EEC.

-        1995: Εκπόνηση από ΥΠΕΧΩΔΕ και ΚΑΠΕ Σχεδίου Δράσης «Ενέργεια 2001» σχετικά με «Πολιτική Εξοικονόμησης Ενέργειας και χρήση ΑΠΕ στον Οικιστικό τομέα, ενσωματώνοντας την Οδηγίας SAVE 93/76/EC και προαναγγέλλοντας την ΚΥΑ 21475/4707/98.

-        1997: Σχεδιασμός Προγράμματος από το ΥΠΕΣΔΔΑ για Εξοικονόμηση Ενέργειας και Ενεργειακή Διαχείριση στα δημόσια κτίρια.

-        1998: ΚΥΑ 21475/4707 για «τον περιορισμό των εκπομπών CΟ2 με τον
καθορισμό μέτρων και όρων για τη βελτίωση της Ενεργειακής Απόδοσης των κτιρίων»
- δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 880/Β στις 19/8/1998 για τη συμμόρφωση με την Κοινοτική Οδηγία SAVE 93/76/EC).

Η Κοινή Υπουργική Απόφαση ΚΥΑ 21475/4707 σηματοδότησε μια ιδιαίτερα σημαντική στιγμή για τα ενεργειακά ζητήματα που αφορούν στην οικοδομή, καθότι, μεταξύ άλλων, προέβλεψε την αντικατάσταση του Κανονισμού Θερμομόνωσης Κτιρίων με έναν σύγχρονο ενεργειακό κανονισμό για την ορθολογική χρήση και την εξοικονόμηση ενέργειας (ΚΟΧΕΕ), την εφαρμογή ορίων ενεργειακής κατανάλωσης, την ενεργειακή πιστοποίηση και βαθμονόμηση των κτιρίων, κλπ.  

-        1999: Πρόταση οργάνωσης Κεντρικού Γραφείου Ενεργειακής Διαχείρισης

-        1999: ΚΥΑ 11038 «Κανονισμός Ενεργειακών Επιθεωρήσεων»

-        2000: Ν. 2831/00 - Τροποποίηση ΓΟΚ (Ν.1577/85) (ΦΕΚ 140/13-06-2000) με σκοπό την ενσωμάτωση διατάξεων για την εγκατάσταση θερμομόνωσης, την προσάρτηση παθητικών ηλιακών και άλλων συστημάτων σε υφιστάμενα κτίρια, την κατασκευή βιοκλιματικών κτιρίων και άλλων συστημάτων ΑΠΕ.

-        2002 : Οδηγία 2002/91/ΕΚ για την «Ενεργειακή Απόδοση Κτιρίων»

-        2002: Ν.3017/2002 Κύρωση του Πρωτοκόλλου του Κυότο

-        2003 : Σχέδιο νέου κανονισμού - ΚΟΧΕΕ (σε διαδικασία έγκρισης).

-        2003: ΠΥΣ 5/2003 - Έγκριση Εθνικού Προγράμματος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Φαινόμενου  Θερμοκηπίου (2000-2010)

 

 


 

-        Σταδιακά ενσωματώνονται στην Ελληνική νομοθεσία οι Κοινοτικές Οδηγίες για τις ηλεκτρικές συσκευές: 1994 - ψυγεία και καταψύκτες (τροποποίηση το 2005), 1996 - πλυντήρια (τροποποίηση το 1997), 1996 - στεγνωτήρια, 1998 - πλυντήρια-στεγνωτήρια, 1999 - πλυντήρια πιάτων, 2001 - ηλεκτρικοί λαμπτήρες, 2003 - συστήματα κλιματισμού, ηλεκτρικοί φούρνοι.

Ωστόσο, μέχρι σήμερα, ενεργειακός σχεδιασμός εξακολουθεί να σημαίνει, για το τυπικό ελληνικό κτίριο, αποκλειστικά μελέτη κεντρικής θέρμανσης, που υποβάλλεται κατά την έκδοση της οικοδομικής άδειας. Η μελέτη θερμομόνωσης συντάσσεται συνήθως από πολιτικούς μηχανικούς, που συχνά στερούνται των απαραίτητων μηχανολογικών γνώσεων και βιοκλιματικών παραμέτρων, ενώ οι όποιες προσπάθειες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων περιορίζονται στην τοποθέτηση διπλών υαλοπινάκων, στην αντικατάσταση των παλαιών συστημάτων θέρμανσης από συστήματα κεντρικής θέρμανσης και στην εγκατάσταση ηλιακών συστημάτων θέρμανσης νερού.

Υπάρχουν μεμονωμένες εφαρμογές βιοκλιματικού σχεδιασμού κτιρίων και οικιστικών συνόλων, αλλά αυτές αποτελούν επί του παρόντος την εξαίρεση.   

Σε ότι αφορά τα δημόσια κτίρια, σύμφωνα με έρευνα του ΚΑΠΕ[ii], οι ετήσιες ενεργειακές δαπάνες των περίπου 200.000 δημοσίων κτιρίων ξεπερνούν τα 450 εκ. ευρώ. Όπως υπογραμμίζει το KAΠE, η εφαρμογή μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια αυτά θα μειώσει τις μέσες ετήσιες εκπομπές CO2 κατά 425.000 τόνους, ενώ θα επιφέρει οικονομικά οφέλη της τάξης των 110 εκ. ευρώ ετησίως. Με κατάλληλη μόνωση και σχεδιασμό, οι ανάγκες των δημοσίων κτιρίων για θέρμανση και ψύξη μπορούν εύκολα να μειωθούν κατά 30-40%, ενώ σε νέα κτίρια η εξοικονόμηση αυτή θα μπορούσε να φθάσει και το 90%.

 

Η εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια περιλαμβάνει διαφορετικές οικονομικές και τεχνικές πτυχές. Σίγουρα δεν είναι υπόθεση που αφορά μόνο την επιστημονική κοινότητα, τους μηχανικούς και τους αρχιτέκτονες. Η ενεργειακή απόδοση έχει επίσης πολιτική, οικονομική και κοινωνική διάσταση. Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης πρέπει να προωθηθεί μέσω μιας στοχαστικής, ολοκληρωμένης, επιθετικής, προληπτικής και προγραμματισμένης προσέγγισης, στη διάρκεια μιας αρκετά μεγάλης περιόδου.

Οι κυβερνήσεις οφείλουν να βρουν τα κατάλληλα νομοθετικά και οικονομικά, αλλά και να ενημερώσουν το ευρύτερο κοινό -μηχανικούς, εργολάβους, ιδιοκτήτες, όσους προγραμματίζουν να αγοράσουν, να κατασκευάσουν ή να ενοικιάσουν ένα κτίριο- για τις ευκαιρίες και τα οφέλη των τεχνολογιών ενεργειακής αποδοτικότητας στα κτίρια και να ενθαρρύνουν τις αιτήσεις τους.

Για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη χρηματοδοτικών σχημάτων απαιτείται η ενίσχυση των ενεργειακών επεμβάσεων π.χ. με άμεσες επιδοτήσεις, μείωση του φόρου κατανάλωσης καυσίμου / ηλεκτρικής ενέργειας, μείωση του φόρου στις εμπορικές πράξεις κλπ. Επίσης πολύ σημαντική είναι η δυνατότητα εφαρμογής διάφορων μεθόδων χρηματοδότησης, όπως οι Συμβάσεις Ενεργειακής Απόδοσης, η Χρηματοδότηση Από Τρίτους και η ανάπτυξη Επιχειρήσεων Ενεργειακών Υπηρεσιών.

Επίσης είναι σημαντική η προβολή, η ενθάρρυνση του Βιοκλιματικού Σχεδιασμού, διότι έχει αποδειχθεί ότι καμία νομοθετική ρύθμιση δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως εάν πρώτα δεν αφομοιωθεί και δεν γίνει αποδεκτή από το κοινό. Η ενημέρωση πρέπει να αφορά και στα ισχύοντα θεσμικά - οικονομικά κίνητρα για εφαρμογή ενεργειακών τεχνολογιών, στην Οδηγία 2002/91 και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή.

Επιπλέον απαιτείται  άμεσα η επιμόρφωση και εκπαίδευση των εμπλεκόμενων στη δόμηση, από τους διάφορους επαγγελματικούς φορείς και το Τεχνικό Επιμελητήριο (ΤΕΕ). Η εκπαίδευση και η αγωγή πρέπει να ξεκινάει από τα πανεπιστήμια, ο ρόλος των οποίων είναι καθοριστικός, παρέχοντας εφόδια και διαμορφώνοντας συνειδήσεις στις επερχόμενες γενιές μηχανικών, ώστε η δόμηση να αντιμετωπίζεται στο μέλλον με μια προοπτική περισσότερο περιβαλλοντική, παρά εμπορική.    

Σε ότι αφορά στην ενεργειακή πιστοποίηση των κτιρίων, αυτή πρέπει να θεωρηθεί, όχι αυτοσκοπός αλλά εργαλείο. Η πιστοποίηση πρέπει να εφαρμοστεί παράλληλα με τις αποτελεσματικές εκστρατείες πληροφόρησης που εξηγούν στο ευρύτερο κοινό τη σημασία του ενεργειακά αποδοτικού κτιρίου και χρειάζεται να προωθηθεί μέσω των γραφείων real-estate και ενδεχομένως των ασφαλιστικών εταιριών.

Οι κυβερνήσεις οφείλουν να υλοποιούν επεμβάσεις βελτίωσης ενεργειακής απόδοσης σε όλα τα δημόσια κτίρια ώστε να αποτελέσουν παράδειγμα.

Η σημαντικότερη αρχή για την επίτευξη της βιωσιμότητας στα κτίρια είναι η συνειδητοποίηση τόσο από τους τεχνικούς, όσο και από τους χρήστες, του περιβαλλοντικού κόστους των επιλογών τους. Η συνείδηση ότι το κτίριο είναι ένας ζωντανός οργανισμός που βρίσκεται σε αλληλεπίδραση με το Περιβάλλον, καθώς και η απαίτηση για ποιότητα ζωής και υγεία.

Δαίμων της Οικολογίας

τ. 65 11/2006



[i] περίπου το 20% της υποχρέωσης της ΕΕ στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Κιότο

[ii] Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΚΑΠΕ): κύριος σκοπός του είναι η προώθηση των εφαρμογών AΠE/OXE/EξE σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, καθώς και η κάθε είδους υποστήριξη των δραστηριοτήτων στους παραπάνω τομείς συνυπολογίζοντας τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.   

 

 

Επιστροφή