Ενότητα :Τεύχος 63, Σεπτέμβριος 2006

Τίτλος : Σάκης Κουρουζίδης, ΑΠΟΨΕΙΣ, Διαδηλώσεις σε μια πόλη σε ασφυξία

Διαβάστηκε: 650 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

Διαδηλώσεις σε μια πόλη σε ασφυξία

 

Σάκης Κουρουζίδης

 

Σε ένα σημείωμά μου σε ανύποπτο χρόνο (Δαίμων τ. 32, Δεκέμβριος 2003), είχα υποστηρίξει ότι υπάρχει πρόβλημα με τις διαδηλώσεις στην Αθήνα και μάλιστα είχα προτείνει να αναλάβουν οι ίδιες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις την ευθύνη της αυτορύθμισης του τρόπου που διαδηλώνουν, ειδικά στην Αθήνα. Δυστυχώς, τώρα που ξανατέθηκε το θέμα (φυσικά γιατί προέβλεψαν το είδος των αντιδράσεων!), με μία ομοβροντία λαϊκισμού, η σχετική συζήτηση οδηγήθηκε στα γνωστά δίπολα «αγωνιστών» και «προδοτών» ή έστω «ενδοτικών». Επαναφέρω ορισμένα από τα επιχειρήματα υπέρ της «αυτορύθμισης».

Προσπαθώ να αντιληφθώ κατά ποιον τρόπο περιορίζεται το δικαίωμα  της ελεύθερης και ανεμπόδιστης διαδήλωσης απόψεων και αιτημάτων των πολιτών, όταν μια ολιγομελής ομάδα απεργών διαδηλώνει σε ένα τμήμα του δρόμου και όχι σε ολόκληρο το οδόστρωμα, το οποίο καμιά φορά με το ζόρι καλύπτει σε μονή σειρά και σε οριζόντια ανάπτυξη.

Κατά μέσο όρο, στην Αθήνα γίνονται περίπου δύο διαδηλώσεις σε κάθε εργάσιμη μέρα. Η πλειοψηφία από αυτές αριθμεί κάτω των 100 διαδηλωτών. Η κατάληψη ολόκληρου του οδοστρώματος και το κλείσιμο του δρόμου στην κίνηση των τροχοφόρων, είναι μια εικόνα πολύ συνηθισμένη. Εκ των πραγμάτων και ανεξάρτητα από το δίκαιο των αιτημάτων, ανεξάρτητα από τον αριθμό των διαδηλωτών, ένα μεγάλο μέρος αυτών που κινούνται στο κέντρο της πόλης και μετακινούνται με οποιοδήποτε επιφανειακό μέσο μεταφοράς (ΙΧ και ΜΜΜ) χάνουν ατελείωτες ώρες σε μποτιλιαρίσματα (εργαζόμενοι, συναλλασσόμενοι, καταναλωτές, υποθέτω και όχι μεγαλοβιομήχανοι). Τα μποτιλιαρίσματα αυτά σημαίνουν, επίσης,  περισσότερες εκπομπές καυσαερίων. Έχουμε να κάνουμε με σύγκρουση δύο (ή τριών) αγαθών. Το δικαίωμα στην δημοσιοποίηση των αιτημάτων των απεργών (για το λόγο αυτό υποθέτω ότι γίνονται οι διαδηλώσεις), συγκρούεται με το δικαίωμα στην ανεμπόδιστη μετακίνηση και με το δικαίωμα σε μια –ελαφρώς- καθαρότερη ατμόσφαιρα.

Η σύγκρουση δύο αγαθών σε μια δημόσια εκδήλωση ή σε κάποια δραστηριότητα ή πράξη είναι αρκετά συχνό φαινόμενο. Για παράδειγμα, στο δάσος των κεραιών στον Υμηττό ή στην Πάρνηθα συγκρούονται δύο αγαθά: το αγαθό της ελεύθερης διακίνησης ιδεών και ειδήσεων, με την διαφύλαξη του δάσους και ιδιαίτερα του τόσο αναγκαίου περιαστικού πρασίνου. Η απάντηση δεν είναι τόσο προφανής ή αυτονόητη και πάντως δεν μπορεί να δίνεται αβασάνιστα. Χρειάζονται κανόνες, κριτήρια για να διασφαλιστούν και τα δύο αγαθά, όταν αυτό μπορεί να γίνει. Αν δεν μπορεί να γίνει, ο καθένας προτάσσει αυτό που θεωρεί ως σπουδαιότερο –κατά περίπτωση- και η κοινωνία δια των θεσμών της αποφασίζει κάθε φορά.

Και στην περίπτωση των διαδηλώσεων χρειάζονται ανάλογα κριτήρια και κανόνες. Το ερώτημα είναι ποιος θα τα καθορίσει. Οι απεργοί δια των οργάνων τους ή η αστυνομία με τους πολιτικούς προϊσταμένους της;

Ας ξεκινήσουμε από κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει αφετηρία στην προσέγγιση του θέματος. Αν ο στόχος της διαδήλωσης είναι η δημοσιοποίηση των αιτημάτων των διαδηλωτών –μόνο!- και όχι η πρόκληση δυσφορίας στους πολίτες από μια κακή εικόνα της πόλης, την οποία θεωρούν ότι θα την κατευθύνουν εναντίον της κυβέρνησης, τότε η δημοσιοποίηση αυτή επιτυγχάνεται όταν –ειδικά στην περίπτωση μιας ολιγάριθμης ομάδας διαδηλωτών- το μήνυμά τους φτάνει σε περισσότερους πολίτες, πεζούς ή εποχούμενους που έρχονται σε επαφή μαζί τους. Και η ενημέρωση αυτή γίνεται είτε με ενημερωτικά φυλλάδια που μοιράζονται στους διερχόμενους είτε με τα συνθήματα που φωνάζουν. Αν, λοιπόν, η διαδήλωση είναι αποκλεισμένη από παντού επειδή καταλαμβάνουν ολόκληρο το οδόστρωμα, τότε το μήνυμα φτάνει σε πολύ λιγότερους. Ο απόηχος μάλιστα του μηνύματος φτάνει σε πολίτες που δυσφορούν επειδή εγκλωβίστηκαν στο μποτιλιάρισμα σε κάποιο σημείο της πόλης από όπου δεν βλέπουν και δεν ξέρουν ποιος διαδηλώνει και γιατί, και κάθε άλλο παρά αλληλέγγυοι μπορούν να αισθανθούν με τους όποιους απεργούς. Σε όλα αυτά να προσθέσουμε και την συστηματική κατάχρηση που κάνει η αστυνομία που κλείνει, πολύ ώρα πριν και σε μια πολύ ευρύτερη περιοχή από αυτήν που κινούνται οι διαδηλωτές, τότε η δυσφορία αυξάνεται και δεν νομίζω ότι κατευθύνεται κυρίως προς την κυβέρνηση, όταν μάλιστα αυτό γίνεται σχεδόν σε καθημερινή βάση.

Μια πρόταση που απευθύνεται στα συνδικάτα –και όχι στον κ. Πολύδωρα ή στην αστυνομία- είναι η ακόλουθη: μονομερής αυτοπεριορισμός των διαδηλωτών σε ένα τμήμα του οδοστρώματος, όταν ο αριθμός τους δεν το κάνει απαγορευτικό. Οι μικρές, ακόμα και οι «μεσαίες» διαδηλώσεις έχουν κάθε λόγο να απλώνονται σε ένα μακρύ κορδόνι κατά μήκος –και όχι κατά πλάτος- του δρόμου, σε μία μόνον λωρίδα κυκλοφορίας. Το μήνυμά τους φτάνει έτσι σε περισσότερους, φτάνει σε ανθρώπους που θα το ακούσουν με μεγαλύτερη συμπάθεια, θα προβάλουν την εικόνα απεργών-πολιτών που νοιάζονται για την λειτουργία της πόλης τους (κυκλοφοριακό και ρύπανση), στο μέτρο που τους αναλογεί βεβαίως και θα αφαιρέσουν κάθε πρόσχημα από την αστυνομία να αναστατώσει την πόλη σε μια μεγάλη έκταση, χρεώνοντάς το στους απεργούς. Όταν η διαδήλωση είναι μεγάλη, έχει εξ ορισμού την ανάλογη απήχηση.

Μια παρόμοια πρακτική ακολουθούν και πολλά συνδικάτα στην Ευρώπη, με δική τους πρωτοβουλία.

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 63 9/06

 

 

Επιστροφή