Ενότητα :Τεύχος 59, Απρίλιος 2006 |
Τίτλος : ΒΑΣΩ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ, ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ, Οι εχθροί και οι φίλοι του λαού
|
Αρχή κειμένου (Το εκατόχρονο θρίλερ του αμιάντου: πρώτη προειδοποίηση για βλάβη στην υγεία το 1898 - απαγόρευση κυκλοφορίας στην ΕΕ, το 1999)[i] ΒΑΣΩ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ «Ο εχθρός του λαού» είναι θεατρικό έργο του Ερρίκου Ίψεν, γραμμένο το 1882 και προφητικό για όσα ακολούθησαν μέσα στον 20ο αιώνα. Ο συγγραφέας μας παρασύρει σε μία μικρή πόλη της Νορβηγίας, η οποία έχει επενδύσει σε εγκαταστάσεις θεραπευτικών λουτρών, αναμένοντας μεγάλα κέρδη από τους επισκέπτες. Ο αξιαγάπητος στο κοινό γιατρός Στόκμαν, έχει και αυτός υποστηρίξει το έργο με όλες του τις δυνάμεις. Αλλά ο δύστυχος ανακαλύπτει ότι στο νερό των λουτρών περιλαμβάνονται παθογόνοι οργανισμοί προερχόμενοι από το αποχετευτικό δίκτυο. Στην προσπάθειά του να μεταφέρει αυτή τη γνώση στη μικρή κοινωνία της πόλης συναντά απίστευτα προβλήματα και τεράστια εμπόδια στη ροή της πληροφορίας καταλήγοντας να θεωρείται εχθρός του λαού καθώς εκλαμβάνεται ότι προωθεί μία άμεση οικονομική καταστροφή. Εκατόν εικοσιτέσσερα χρόνια μετά τη συγγραφή του από τον Ιψεν, το έργο αυτό είναι πιό επίκαιρο από ποτέ. Αρκεί να ρίξουμε συμβολικά μια συνοπτική ματιά στην ιστορία του Αμιάντου που τώρα τον ξηλώνουμε από παντού: Το 1898 η Βρετανίδα επιθεωρήτρια εργασίας Lucy Deane έκανε την πρώτη γνωστή γραπτή αναφορά, καταγράφοντας πάρα πολύ σοβαρή νοσηρότητα που εκδηλώνεται σε βάθος χρόνου, προερχόμενη από τον αμίαντο. Η προειδοποίησή της αγνοήθηκε. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν πολλές άλλες, από γιατρούς και επιθεωρητές εργασίας. Δημιουργήθηκαν επιτροπές για να εξετάσουν το θέμα. Οι επιτροπές πείστηκαν ότι τα «νέα προληπτικά μέτρα» θα έλυναν το πρόβλημα, το μέγεθος του οποίου κανείς δεν είχε συνειδητοποιήσει καθώς δεν υπήρχε χρηματοδότηση για περαιτέρω έρευνες που θα ακολουθούσαν τις επαναλαμβανόμενες καταγραμμένες παρατηρήσεις. Το 1911,πειραματική μελέτη σε ποντικούς έδειξε ότι υπάρχει πρόβλημα βλάβης στην υγεία, λόγω εισπνοής της σκόνης του αμιάντου. Η μελέτη δεν εισακούσθηκε. Τελικά, τη δεκαετία του 1930, μετά τα νέα συγκλονιστικά στοιχεία που έφερε στο φως ένα άλλος επιθεωρητής εργασίας, ελήφθησαν πρόσθετα μέτρα και προβλέφθηκαν κάποιες αποζημιώσεις από ασφαλιστικές εταιρίες. Ομως οι αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία συνέχισαν να υπάρχουν παρά την εφαρμογή «των νέων μέτρων», καθώς τα προβλήματα που δημιουργεί μία νέα τεχνολογία λύνονται καλύτερα με την πρόληψη παρά με την εφαρμογή μιας άλλης τεχνολογίας. Με αφορμή τον αμίαντο πολλοί άνθρωποι συνέχισαν να αρωσταίνουν, να ταλαιπωρούνται από σοβαρότατες παθήσεις των πνευμόνων και να πεθαίνουν νέοι. Πολλές οικογένειες συνέχισαν να βυθίζονται στο πένθος και ορισμένοι επιστήμονες που προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο, κατηγορήθηκαν ως ανόητοι. Πέρασαν λοιπόν ακόμα μερικές δεκαετίες με χιλιάδες θύματα μέχρι το 1964. Τη χρονιά εκείνη, ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα δύο δημόσια χρηματοδοτούμενων επιστημονικών ερευνών, που τεκμηρίωναν με εξαιρετική ακρίβεια την επικινδυνότητα του αμιάντου. Οι μελέτες αυτές επιτέλους έγιναν (σχεδόν) κοινά αποδεκτές. Στον πρώτο ερευνητή, η βιομηχανία είχε αρνηθεί να παράσχει στοιχεία για τις ασθένειες των εργαζομένων και τον είχε δημόσια χαρακτηρίσει ως ιδιαίτερα ενοχλητικό. Αυτός τότε βρήκε τα δεδομένα από τους συνδικαλιστικούς φορείς και ο δεύτερος από τα αρχεία των δημόσιων νοσοκομείων. Παρά τη σοβαρή τεκμηρίωση και των δύο μελετών για την πρόκληση ασθενειών, εξακολούθησε να υπάρχει επιστημονική διχογνωμία. Το έγκυρο ιατρικό περιοδικό Lancet της Βρετανίας υποστήριξε με άρθρο του τον αμίαντο ισχυριζόμενο εντελώς λανθασμένα όπως εκ των υστέρων ξέρουμε, ότι σώζει περισσότερες ζωές από όσες παίρνει. (μεταξύ άλλων χρήσεων, εφαρμόζεται στην πυροπροστασία). Η αλήθεια είναι ότι το υλικό ήταν φτηνό γιατί δεν ενσωμάτωνε το κόστος της βλάβης στην υγεία. Αυτό το κόστος το πλήρωνε και το πληρώνει ακόμα όπως θα δούμε παρακάτω, ο πάσχων, η οικογένειά του, τα ασφαλιστικά ταμεία δημόσια και ιδιωτικά και το σύστημα υγείας. Εν μέρει λοιπόν λόγω της χαμηλής τιμής του υλικού, άργησαν να αναπτυχθούν και να διαδοθούν οι εναλλακτικές λύσεις που εμφανίζονταν ως ακριβότερες. Επι πλέον, η βιομηχανία λειτούργησε ως καρτέλ το οποίο εμπόδισε την εξάπλωση άλλων υλικών που θα μπορούσαν να υποκαταστήσουν τον αμίαντο. Εν τω μεταξύ η βιομηχανία πρόσφερε πολλές θέσεις εργασίας και πολλά κέρδη στους μετόχους. Το 1965, μόνο μία Βρετανική εταιρία, παρουσίασε ετήσια κέρδη της τάξης των 9 εκατομμυρίων στερλινών. Παρά την ανακοίνωση των απίστευτων αρνητικών αποτελεσμάτων το 1965, η παγκόσμια παραγωγή και χρήση αμιάντου συνέχισε να αυξάνεται! Στη μέση της δεκαετίας του 1970, οι εισαγωγές στην Ευρωπαϊκη Ενωση έφθασαν τους 800.000 τόννους το χρόνο και παρέμειναν σε αυτά τα επίπεδα μέχρι το 1980, όταν άρχισαν να μειώνονται για να φθάσουν τους 100.000 τοννους το 1993. Βέβαια, από το 1965 ορισμένα ΜΜΕ (BBC, ITV, Yorkshire TV κλπ), με ντοκυμανταίρ που ερευνούσαν τα προβλήματα των πασχόντων, ενημέρωναν το ευρύτερο κοινό για το θέμα της βλαπτικότητας του αμιάντου και το κράτησαν στην επικαιρότητα. Κάποια από αυτά τα έργα χαρακτηρίσθηκαν δημoσίως ως «συγκινησιακά» και «αντιεπιστημονικά». Το 1986. η Παγκόσμια Οργάνωση υγείας χαρακτήρισε με αρκετή καθυστέρηση όλα τα είδη του αμιάντου ως καρκινογόνα. Το 1999, η Ευρωπαική Ένωση απαγόρευσε το υλικό, με χρονικό όριο εφαρμογής το 2005. Είχε προηγηθεί απαγόρευση από τη Γαλλία και τη Βρετανία. Το 2000 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου δικαίωσε τη Γαλλία, μετά από προσφυγή που είχε κάνει εναντίον της ο Καναδάς. Τώρα ξηλώνουμε τον αμίαντο από παντού. Στην Ελλαδίτσα μας δεν έχει ακόμα ξηλωθεί από ορισμένα σχολεία, όπως απέδειξε η πρόσφατη ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΝ κ. Θανάση Λεβέντη. Σημειώνουμε ότι η διαδικασία της απομάκρυνσης είναι βραχυπρόσθεσμα εξαιρετικά επικίνδυνη γιατί, αν δεν γίνει με τις απαραίτητες προφυλάξεις, απελευθερώνει στην ατμόσφαιρα τις επικίνδυνες ίνες αμιάντου που αν τις εισπνεύσουμε βλάπτουν τα πνευμόνια. Γιαυτό η απομάκρυνση πρέπει να γίνεται μόνο από εξειδικευμένες εταιρίες και βέβαια το κόστος δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο. Εφαρμόζεται αυτός ο κανονισμός στις κατεδαφίσεις; Κανείς δεν το ξέρει. Ο αμίαντος μας έχει αφήσει μία τεράστια αρνητική κληρονομιά που μετριέται σε ανθρώπινες ζωές αλλά και σε χρήμα, λόγω του τεράστιου κόστους της περίθαλψης αλλά και του μεγάλου κόστους της επιβαλλόμενης προσεκτικής αφαίρεσης του υλικού. Η μελέτη της Ευρωπαικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος υπολογίζει ότι για τα επόμενα 35 χρόνια αναμένονται στην Ευρώπη (των 15) 250.000 έως 400.000 θάνατοι ως αποτέλεσμα της παρελθούσης έκθεσης στον αμίαντο. Η σχέση αίτιου αποτελέσματος, αμίαντος - ασθένειες, είναι τεκμηριωμένη, αλλά οι βιολογικοί μηχανισμοί που ευθύνονται μας είναι άγνωστοι, παρά τα απίστευτα ποσά που έχουν ξοδευτεί τα τελευταία χρόνια σε ιατρικές μελέτες. Γιατί καθυστέρησε περισσότερο από 100 χρόνια η απαγόρευση του αμιάντου; Ένας βασικός λόγος αλλά όχι βέβαιa και ο μοναδικός, είναι ότι τα αποτελέσματα αργούν να φανούν. Η κλίμακα του χρόνου των επιπτώσεων είναι διαφορετική από την χρονική κλίμακα μέσα στην οποία γίνεται εκλογικά η αξιολόγηση των πολιτικών αποφάσεων. Αυτό το χαρακτηριστικό κατά τη γνώμη μας αυξάνει την ευθύνη της κοινωνίας που οφείλει να ψάχνει, να ενημερώνεται και να επιμένει πιέζοντας αφόρητα τους πολιτικούς, ώστε να έχουν κίνητρο να δράσουν προφυλακτικά σε συνθήκες επιστημονικής αβεβαιότητας οπως χαρακτηρίζεται η συγκυρία στα πλαίσια της οποίας δεν είναι ΟΛΗ η επιστημονική κοινότητα πεισμένη. Ο αμίαντος και τα θύματά του είναι μία ιστορία μεταξύ πολλών άλλων που εμφανίζονται στα πλαίσια μιας κοινωνίας που έχει χάσει τη Σοφία της: Πολλές εφαρμογές νέων τεχνολογιών προωθούνται στην αγορά πριν να υπάρξει η βασική γνώση για τις επιπτώσεις τους. Γίνονται τεράστιες επενδύσεις, εν ονόματι των οποίων δεν μπορούμε να αλλάξουμε κατεύθυνση γιατί θα επέλθει κάποια οικονομική καταστροφή που μετριέται άμεσα. Οι πολίτες και οι επιστήμονες που διοχετεύουν πληροφορίες και ενδείξεις που θα οδηγούσαν σε αλλαγή πλεύσης είτε αγνοούνται μη χρηματοδοτούμενοι για την επιβεβαίωση της ακρίβειας των ενδείξεων ή ακόμη προπηλακίζονται όπως έγινε για την περίπτωση των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων, με τον Βρετανό Α. Πουζτάι και τον Αμερικανο-Μεξικάνο Ιγνάτιο Τσαπέλα. Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, Αφρική, Ασία, Νότιο Αμερική, το υλικό δεν έχει ακόμα απαγορευθεί. Εκεί επαναλαμβάνεται σε διάφορες παραλλαγές η δική μας ιστορία των τελευταίων 100 ετών... Δαίμων της Οικολογίας, τ. 59, 4/06 [i] Τα στοιχεία του άρθρου βασίζονται σε μελέτη του 2001,της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος σχετικά με την αρχή της Προφύλαξης με τίτλο: Late lessons from early warnings: the precautionary principle 1896-2000. Environmental issue report no 22 και πιό συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 5 που έχει τίτλο: Asbestos: from magic to malevolent mineral. |
                     |