Ενότητα :Τεύχος 56, Ιανουάριος 2006

Τίτλος : ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: έξι προτάσεις για την κοινωνία των πολιτών

Διαβάστηκε: 883 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: έξι προτάσεις για την κοινωνία των πολιτών

 

 

Συντονισμός: Γιολάντα Ζιάκα, Philippe Robichon & Christian Souchon

Εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2005

Μετάφραση από τα γαλλικά, επικαιροποίηση και προσαρμογή: Γιολάντα Ζιάκα

Τίτλος πρωτοτύπου: Education a l’ Environnement. Six propositions pour agir en citoyens

Εκδόσεις Charles Leopold Mayer, 2002, Παρίσι, Γαλλία

 

Κεντρική θέση του βιβλίου είναι η σύνδεση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με τη συμμετοχή του πολίτη στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Πρόκειται για συλλογικό έργο στο οποίο παρουσιάζονται θεωρητικές προτάσεις και εκπαιδευτικές εμπειρίες από διάφορα μέρη του κόσμου. Αποτελεί προϊόν του έργου μιας διεθνούς ομάδας εργασίας για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, υπό τον συντονισμό του «Διεθνούς Δικτύου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης - Πόλις». Αναδημοσιεύουμε μια ενδιαφέρουσα εμπειρία από την Ινδία:

 

ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Το να είναι κανείς σε θέση να διδάξει, συνεπάγεται μια θέση ανωτερότητας και εμποδίζει στην πράξη κάθε συζήτηση ανάμεσα σε εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενους. Τουλάχιστον αυτό συμβαίνει σε ένα κλασικό παιδαγωγικό πλαίσιο. Όμως, η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση είναι μια διαδικασία αμοιβαίας συνεχούς εξέλιξης: αφορά την απόκτηση και δόμηση κάποιων βασικών γνώσεων, αλληλεπιδρωσών και δυναμικών, που θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν τις ιδέες των επιστημόνων και των ειδικών με διάφορες τοπικές ή παραδοσιακές γνώσεις, που συχνά δεν τις έχει η επιστήμη.

Ο Rajendra Singh άρχισε την καριέρα του ως εκπαιδευτικός στη δημόσια εκπαίδευση, σε μια από τις άνυδρες ζώνες του κρατιδίου του Rajasthan, στα δυτικά της Ινδίας. Το 1984 παραιτήθηκε από τη δουλειά του και μαζί με τέσσερις φίλους αποσύρθηκε σε μια από τις πιο φτωχές και ξερές περιοχές του Rajasthan, για να ζήσει μια «ζωή χρήσιμη στην κοινωνία», διδάσκοντας στους χωρικούς γνώσεις για το περιβάλλον τους. Η καινούργια αυτή ομάδα ήλπιζε να βάλει σε εφαρμογή ένα μεγάλο μέρος από τις γνώσεις που είχαν αποκτήσει μέσα από τα βιβλία, για τις μεθόδους διδασκαλίας της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης σε αναλφάβητους χωρικούς. Αλλά τους ήταν πολύ δύσκολο να καθορίσουν τον ρόλο τους. Πέρασαν τρία χρόνια για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των κατοίκων των χωριών στα οποία είχαν αποφασίσει να κατοικήσουν. Ο στόχος του Rajendra ήταν να συναντήσει τον “antim jan”, το άτομο που είχε την υψηλότερη θέση στην οικονομική και κοινωνική ιεραρχία, και να τον βοηθήσει να προχωρήσει σ’ έναν τρόπο ζωής βιώσιμο και προσαρμοσμένο στο περιβάλλον. Έβρισκε ότι ο τρόπος άσκησης της γεωργίας στα χωριά αυτά, που υπέφεραν από την ξηρασία, ήταν εντελώς άναρχος. Ακόμα και μια οικογένεια «μεγάλων γαιοκτημόνων», που κατείχε περίπου 250 εκτάρια γης, δεν μπορούσε να υπολογίσει μόνο στο αγροτικό εισόδημα και εξαρτιόταν από το εισόδημα τριών εγγονών, που δούλευαν σε μακρινές μεγάλες πόλεις ως οδηγοί μοτοσικλετών - ταξί. Και αυτό δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό: στις περισσότερες οικογένειες, οι ικανοί προς εργασία και εκείνοι που είχαν τις περισσότερες δεξιότητες είχαν μεταναστεύσει στις πόλεις, για να αποκτήσουν εισοδήματα σε μετρητά, αφήνοντας πίσω τους γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους. Εξαιτίας επαναλαμβανομένων περιόδων ξηρασίας, οι αγρότες είχαν όλοι εγκαταλείψει τη γεωργία, ακόμη και ως μέσον επιβίωσης. Αυτοί που είχαν μείνει στα χωριά εξαρτώνταν από την κτηνοτροφία, αλλά  τα εισοδήματα από το γάλα μειώνονταν επίσης, γιατί τα βοσκοτόπια επηρεάζονταν με τη σειρά τους από την ξηρασία. Οι κοινότητες, που παλαιότερα αποτελούνταν από αγρότες περήφανους για την παραγωγή καρπών και γάλακτος σε αφθονία, δεν αμείβονταν ανάλογα με τις σημαντικές προσπάθειες που είχαν καταβάλει, ούτε και για τις καινοτόμες ιδέες τους, που τους είχαν επιτρέψει να διατηρήσουν και να αναπτύξουν μια πολύ πλούσια βιοποικιλότητα, με πολλές διαφορετικές ποικιλίες καρπών.

Τα σχέδια του Rajendra συνάντησαν δυσκολίες όταν ο Mangu, ένας γέρος από ένα χωριό, αντέδρασε οργισμένα εναντίον του, κατηγορώντας τον ότι προωθούσε ιδέες ξένες στην κουλτούρα των ανθρώπων του τόπου: «Έχετε εκπαιδεύσει τους νέους, συζητάτε πολύ, αλλά δεν δουλεύετε και δεν έχετε καμιά ιδέα για τον τρόπο που πρέπει να φερθούμε στη φύση που μας έχει φέρει κάποτε την ευημερία». Παρ’ όλο που παραξενεύτηκε, ο Rajendra απάντησε με ταπεινότητα: «Δεν ξέρω τι δουλειά θα έπρεπε να κάνω. Γιατί δεν μου το λέτε εσείς;» ο Mangu ρώτησε: «Θα κάνετε ό,τι σας πω; Εάν ναι, φέρτε ένα «phavda» και ένα «gaiti» (εργαλεία για σκάλισμα) και θα σας πω από πού να ξεκινήσετε».

Ο Rajendra παραδέχτηκε ότι αυτή η συζήτηση τον είχε συγκλονίσει και αποφάσισε να κάνει ό,τι είχε πει ο γέρος. Εκείνο το βράδυ είχε έντονες συζητήσεις με τους φίλους του. Δύο είχαν την πεποίθηση ότι αυτή η αγροτική κοινωνία ήταν άρρωστη, παράλογη και ότι είχε ανάγκη από ξένους όπως αυτοί. Όμως οι δύο άλλοι αποφάσισαν μαζί με τον Rajendra να κάνουν ό,τι τους ζητούσε να κάνουν αυτή η «samaj» (κοινότητα). Κατέληξαν να χωριστούν. Οι τρεις που έμειναν παρουσιάστηκαν στον Mangu το επόμενο πρωί, για να εκτελέσουν τις οδηγίες του. Αυτός τους ζήτησε να δουλέψουν στο έλος που είχε τώρα ξεραθεί. Οι τρεις άντρες δούλεψαν εκεί για επτά μήνες. Στην αρχή, κανένας χωρικός δεν τους βοηθούσε, αλλά σιγά σιγά, διαπιστώνοντας την όρεξή τους για δουλειά, άρχισαν να συμμετέχουν στην προσπάθειά τους. Όταν οι βροχές των μουσώνων έφτασαν τελικά στην περιοχή, το έλος όχι μόνο γέμισε, αλλά μπόρεσαν επιπλέον να προωθήσουν το περίσσευμα νερού σε ένα γειτονικό έλος. Μετά από αυτό, οι χωρικοί απέκτησαν εμπιστοσύνη στους τρεις άντρες και άρχισαν να τους παίρνουν στα σοβαρά.

Η δουλειά που είχαν κάνει έδρασε ως καταλύτης που ενθάρρυνε τους χωρικούς να πάρουν στα χέρια τους την κατάσταση και να κάνουν «θαύματα» ακόμα μεγαλύτερα, τα επόμενα χρόνια. Οι χωρικοί είχαν χάσει το ηθικό τους, κατά τη διάρκεια πολλών χρόνων που δεν ήταν σε θέση να ελέγξουν το μέλλον τους και που είχαν περιθωριοποιηθεί και είχαν χάσει τα εισοδήματά τους. Τώρα καταλάβαιναν μέχρι ποιο σημείο έφτανε η εξάρτησή τους από την κυβέρνηση.

Ο Mangu είπε στους τρεις άντρες: «Από εδώ και πέρα δεν χρειάζεται να δουλεύετε στη γη για να αποδείξετε τις ικανότητές σας. Από σήμερα, θα δουλεύουμε μόνοι μας. Μπορείτε όμως να μας βοηθήστε να βρούμε έναν τρόπο να φέρουμε πίσω τους νέους που έφυγαν και άφησαν τα σπίτια τους, για να ενωθούν μαζί μας και να μας βοηθήσουν να καλυτερέψουμε το περιβάλλον μας». Ο Mangu τους έδειξε στη συνέχεια πώς μπορούσαν να ξαναχρησιμοποιηθούν τα ποτάμια που είχαν ξεραθεί και να ανέβει η στάθμη του νερού. Ακολουθώντας τις οδηγίες του, η κοινότητα των χωρικών μαζί με τον Rajendra και τους δύο φίλους του έφτιαξε μια σειρά από φράγματα και άλλες μικρές δεξαμενές νερού στην περιοχή, για να χρησιμοποιηθούν από τις καλλιέργειες. Χρειάστηκε να περιμένουν δύο χρόνια για να διαπιστώσουν την επιτυχία αυτής της προσπάθειας και οι χωρικοί να αποκτήσουν πλήρη εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Παντού, η οργάνωση, η λήψη αποφάσεων και ο έλεγχος όλων των εργασιών διαμόρφωσης της γης των επιχωματώσεων έγιναν από τους κατοίκους. Όχι μόνο συνεισέφεραν εθελοντικά, προσφέροντας προσωπική εργασία, αλλά ανέλαβαν και το κόστος των υλικών που ήταν απαραίτητα για τη συντήρηση και τη διόρθωση των φραγμάτων και την κατασκευή συστημάτων υδατοφραχτών. Σταδιακά, οι νέοι άρχισαν να γυρνάνε από τις πόλεις, και ο ρυθμός εργασίας εντάθηκε ακόμα πιο πολύ. Τελικά, από στόμα σε στόμα, τα φράγματα αυτά έγιναν γνωστά στα γύρω χωριά και οι κάτοικοί τους άρχισαν να κατασκευάζουν τα ίδια συστήματα άρδευσης.

Σήμερα, τα χωριά αυτής της πλευράς του Rajasthan έχουν ξαναγίνει πράσινα, χάρη στα αποθέματα νερού, στην αποκατάσταση των ποταμιών και των ρυακιών (nullahs) που διατηρούν νερό όλο τον χρόνο. Συγχρόνως, η διάβρωση του εδάφους ελαττώθηκε. Η ποιότητα ζωής των χωρικών καλυτέρεψε εξαιρετικά. Τώρα οι κάτοικοι είναι σε θέση να καταλάβουν γιατί τα βοσκοτόπια ξεράθηκαν και η αγροτική γη υποβαθμίστηκε. Περίπου 35.000 φράγματα κατασκευάστηκαν στην περιοχή και περίπου 500 τ.μ. γης ξαναπρασίνισαν. Χωριά όπως το Nimbi, που πολύ συχνά δεχόταν βίαιες καταιγίδες άμμου και είχε μεταμορφωθεί σε έρημο χωρίς ζωή, ξανάρχισαν να πουλάνε τα προϊόντα της τοπικής παραγωγής. Η τοπική κοινωνία, που είχε αποκτήσει τώρα δυναμισμό, συγκεντρώθηκε και αποφάσισε να αναδασώσει την περιοχή. Ειδικοί ηθικοί περιορισμοί και κανονισμοί της κοινότητας διαμορφώθηκαν συλλογικά, για να απαγορευτεί να κλαδεύονται τα πράσινα κλαδιά και να κόβονται τα φύλλα ή να προκαλείται οποιαδήποτε ζημιά στα δέντρα. Αποφασίστηκε επίσης ότι οι καλλιέργειες που κατανάλωναν πολύ νερό, όπως το ζαχαροκάλαμο και το ρύζι, δεν θα φυτεύονταν πια και ότι αυτό που θα καθόριζε την επιλογή των ειδών που θα καλλιεργούνταν θα ήταν η συνολική ποσότητα υδάτινων αποθεμάτων στην περιοχή και όχι οι ατομικές επιθυμίες.

Ο ίδιος ο Πρόεδρος των Ινδιών συγχάρηκε τον Rajendra για τον παραδειγματικό χαρακτήρα της δράσης του ως εκπαιδευτή για το περιβάλλον, και η εμπειρία αυτού του χωριού επεκτείνεται και σε άλλες περιοχές της Ινδίας.

Η ιστορία του και ο τρόπος με τον οποίο διδάχτηκε από τη γνώση της τοπικής κοινωνίας για τη διαχείριση του νερού στο ερημοποιημένο κρατίδιο του Rajasthan έγιναν πλέον γνωστά σε όλη τη χώρα και θεωρούνται ως ένα είδος επανάστασης: να δίνεται προνομιακή θέση στις γνώσεις των τοπικών κοινωνιών και να χρησιμοποιούνται ως πηγή μάθησης και όχι να προσπαθεί κανείς να τους διδάξει γνώσεις που έρχονται απέξω. Η εμπειρία αυτή είναι επίσης πλούσια σε διδάγματα για καθέναν από εμάς ατομικά: ο Rajendra, ο εκπαιδευτικός από την πόλη, πήρε από τον Mangu, τον αναλφάβητο χωρικό, ένα σημαντικό μάθημα για το περιβάλλον. Η επιστημονική γνώση, όπως διδάσκεται στις δομές τυπικής εκπαίδευσης, εμπλουτίστηκε από τις παραδοσιακές γνώσεις και δεξιότητες.

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 56, 1/06

 

Επιστροφή