Ενότητα :Τεύχος 70, Απρίλιος 2007

Τίτλος : Δημήτρης Κωστόπουλος, ΟΙΚΟΪΣΤΟΡΙΑ: Οι Γκουάντσι και η ζάχαρη

Διαβάστηκε: 988 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

ΟΙΚΟΙΣΤΟΡΙΑ

 

 

Οι Γκουάντσι και η ζάχαρη

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Το σύμπλεγμα των Καναρίων Νήσων με τα επτά νησιά του, απέχει μόλις 100 χιλιόμετρα από την ηπειρωτική ακτή και οι ιθαγενείς κάτοικοί τους, οι Γκουάντσι, πιθανόν αποτελούν τους πρώτους πληθυσμούς που οδηγήθηκαν σε εξαφάνιση από την ευρωπαϊκή αποικιοκρατία.

 

Οι Γκουάντσι έφτασαν στα Κανάρια από την Αφρική αλλά κατά περίεργο τρόπο, η μόνιμη εγκατάσταση τους σε αυτά νέκρωσε το ναυτικό τους παρελθόν. Όταν έφτασαν οι Ευρωπαίοι βρήκαν τους ιθαγενείς σχεδόν στην λίθινη εποχή -ίσως η έλλειψη μεταλλικών όπλων ήταν ένα από τα μοιραία κενά του πολιτισμού τους- και χωρίς καθόλου πλοία.[1] Η ευρωπαϊκή κατάκτηση ξεκίνησε το 1402 με μια γαλλική αποστολή που κατέκτησε εύκολα το μικρότερο από τα νησιά το Λανθαρότε. Την σκυτάλη θα πάρουν οι Ισπανοί που θα γίνουν και οι κύριοι διεκδικητές των νησιών. Το 1475 θα τα έχουν καταλάβει όλα εκτός από τρία. Στη Λα Πάλμα και στα μεγαλύτερα Τενερίφη, Μεγάλη Κανάρια, 80000 Γκουάντσι αντιστέκονται ακόμα λυσσασμένα. Το 1478 ο Φερδινάρδος και η Ισαβέλλα θα στείλουν τον Πέντρο ντε Βέρα με εκατοντάδες στρατιώτες, κανόνια και άλογα. Ο ντε Βέρα αφού θα πνίξει στο αίμα για πέντε χρόνια τη Μεγάλη Κανάρια θα καταλάβει το νησί. Η κατάκτηση των υπόλοιπων νησιών δεν θα ολοκληρωθεί παρά το 1496 όταν οι τελευταίοι υπερασπιστές της Τενερίφης θα παραδοθούν στον Αλόνσο ντε Λούγκο.

 

Οι Ισπανοί κατακτητές κατέλαβαν εύκολα τις κοιλάδες αλλά στις ορεινές περιοχές, οι Γκουάντσι με μόνα όπλα τις πέτρες και την τακτική του κλεφτοπολέμου παρέμεναν κυρίαρχοι. Τα νησιά σε τροπικό γεωγραφικό πλάτος με απόκρημνο γεωμορφολογικό διαμελισμό, παρουσιάζουν ένα πολύπλοκο βιογεωγραφικό δυναμικό. Ένα οικοσύστημα ιδανικό για ενέδρες, γρήγορες επιδρομές και διαφυγή. Απόρθητο για την πολεμική τεχνολογία της εποχής. Ίσως τελικά το σημαντικότερο ρόλο στην υποταγή των Γκουάντσι να έπαιξαν, οι άγνωστες σε αυτό το απομονωμένο οικοσύστημα ασθένειες των κονκισταδόρες. Η peste και η modorra διέλυσαν την μεγάλη Κανάρια και την Τενερίφη.[2]

 

Η ολοκλήρωση της κατάκτησης των Καναρίων Νήσων άνοιγε τον δρόμο για την συνηθισμένη αποικιακή οικονομική τους αξιοποίηση ή εκμετάλλευση. Η εισαγωγή νέων ειδών θα εμπλουτίσει την ιστορία των νησιών με οικολογικά τραγελαφικά στιγμιότυπα. Στο τέλος του 16ου αιώνα τα πεινασμένα κουνέλια και τα άγρια γαϊδούρια έχουν πλημμυρίσει πολλά νησιά. Το 1591 μάλιστα ιππείς με κυνηγητικά σκυλιά θα βγουν στο κυνήγι, όχι για θηράματα αλλά για γαϊδούρια, εξολοθρεύοντας 1500 από αυτά.

 

Το 1484 ο κονκισταδόρ Πέντρο ντε Βέρα, πρώτος θα φέρει στα νησιά την βιομηχανία ζάχαρης. Σιγά-σιγά η καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου θα αποκτήσει χαρακτηριστικά μονοκαλλιέργειας στα αποψιλωμένα εδάφη των δασών και η ζάχαρη θα γίνει η κύρια εξαγωγή των νησιών. Αλλά η βιομηχανία ζάχαρης είναι ενεργοβόρα και το μόνο καύσιμο της εποχής για το βράσιμο του υγρού που προέρχεται από την σύνθλιψη του ζαχαροκάλαμου, είναι η ξυλεία, απαραίτητη και για την οικιστική έκρηξη που συνοδεύει την βιομηχανία.

 

Αποδάσωση, διάβρωση, πλημμύρες με ταυτόχρονη μείωση των βροχοπτώσεων και επέλαση των ζιζανίων -πολλές φορές εισαγόμενων- στα απογυμνωμένα εδάφη είναι οι χαρακτηριστικές παρενέργειες του φαινομένου που ο Crosby ονομάζει ευρωπαϊκή διάβρωση.[3] Αλλά η κατάρρευση των φυσικών οικοσυστημάτων προαναγγέλλει και την δοκιμασία του ανθρώπινου δυναμικού. Οι διαλυμένες από τον πόλεμο και τις ασθένειες κοινότητες των Γκουάντσι, έχοντας χάσει και τα απαραίτητα για την επιβίωση του εδάφη, θα περιοριστούν σε ορεινές περιοχές. Ζωοκλέφτες και ληστές, πρωταγωνιστές σε εξαθλιωμένες απόπειρες εξέγερσης κατά των εισβολέων σιγά-σιγά θα εξαφανιστούν. Τα απελπισμένα απομεινάρια τους θα μπουν στην υπηρεσία των κατακτητών για να πολεμήσουν, να δουλέψουν και να χαθούν στην Αφρική και την Αμερική. Οι διαλυμένες οικογένειες και οι ανυπεράσπιστες γυναίκες που παρέμειναν πίσω, αντικείμενα ερωτικής εκμετάλλευσης θα αποδεκατιστούν από τα αφροδίσια νοσήματα. Το 1541 στη Λα Πάλμα υπήρχε μόνον ένας 80χρονος αλκοολικός ιθαγενής. Την θέση τους παίρνουν οι χιλιάδες εισαγόμενοι εργάτες και σκλάβοι των φυτειών του ζαχαροκάλαμου. Σήμερα από τους Γκουάντσι δεν έχουν απομείνει παρά μερικά ερείπια, θραύσματα από κεραμικά και λίγες λέξεις από την διάλεκτό τους.   

 

Δαίμων της Οικολογίας

 τ. 70, 4/07

 

 



[1] Ilse Schwidetzky «The Prehispanic population of the Canary Islands» 1976

[2] Η peste είναι κάποιο είδος πανώλης, ενώ για τον προσδιορισμό της ακαθόριστης modorra, επικρατέστερη φαίνεται να είναι η άποψη του ισπανού καθηγητή Francisco Guerra που μιλάει για τύφο.  

[3] Alfred  Crosby  « Η βιολογική επέκταση της Ευρώπης , 900-1900 » 1986 

Επιστροφή