Ενότητα :Τεύχος 52, Σεπτέμβριος 2005 |
Τίτλος : Δημοσθένης Δαγκλής, ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ. Τεχνολογία και ιδεολογία στη σκιά του περιβαλλοντικού προβλήματος (Μια σύντομη περιδιάβαση) μέρος Α.
|
Αρχή κειμένου Τεχνολογία και Ιδεολογία στη σκιά του περιβαλλοντικού προβλήματος (Μία σύντομη περιδιάβαση) Φυσικός – Δρ. Φιλοσοφίας (Εκπαιδευτικός), Μέλος της ΠΕ Θες/νικης του ΣΥΝ «Το αίνιγμα της Τεχνολογίας καθίσταται ακόμα πιο επίφοβο- ή τουλάχιστον το ίδιο επίφοβο- με το αίνιγμα της Φύσης» P.Virilio Θα αποπειραθώ να θίξω κάποιες σημαντικές φιλοσοφικές θεωρήσεις και θέσεις που αφορούν την τεχνολογία, μία έννοια που συνδέει αναπόδραστα έννοιες όπως η Φύση, η Επιστήμη, η Κοινωνία, ο Πολιτισμός, ιδίως όταν η κινητήρια ορμή ενασχόλησης με αυτά τα θέματα είναι το σημερινό οξύ περιβαλλοντικό πρόβλημα. Σκοπός είναι να επισημανθούν κρυφές και φανερές πτυχές ιδεολογιών ή «στάσεων ζωής», που έχουν επικαθορίσει το κυρίαρχο «common sense» του δυτικού τεχνολογικού κόσμου ή επιχειρούν να διαμορφώσουν ένα νέο, μέσω θεωριών για τη φύση και τα χαρακτηριστικά του σημερινού τεχνολογικού πολιτισμού, με κύρια αφορμή τα προβλήματα που αυτός δημιουργεί. Αναφέρομαι στο χώρο κριτικής σκέψης που καθιερώθηκε ως «Φιλοσοφία της τεχνολογίας» κυρίως κατά το 2ο ήμισυ του 20ου αιώνα (π.χ. M.Bunge) και περιλαμβάνει ευρύτατο φάσμα θεωρήσεων επιστημολογικών, κοινωνιολογικών, ηθικών, μεταφυσικών κ.α. Μία, έστω και σύντομη (άρα ελλειπτική), περιδιάβαση στο χώρο αυτόν αναδεικνύει ερμηνευτικά πλαίσια κοινωνικής συμπεριφοράς και στάσης, ώστε να υπάρξει περαιτέρω εμβάθυνση και έρευνα. Η τ. διακρίνεται και στοχοθετείται ως αντικείμενο κριτικής ανάλυσης και μελέτης από τα τέλη του 19ου αιώνα (E.Kapp), ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν οι πρώτες οξυδερκείς περιγραφές των επιπτώσεών της (K.Marx) ως αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης του ρόλου της μετά τη λεγόμενη «1η Βιομηχανική Επανάσταση» ή την αντίστοιχη «2η Τεχνολογική Επανάσταση». Η πλήρης αυτονόμηση της τ. ως αντικείμενο ιστορικής και φιλοσοφικής έρευνας γίνεται κυρίως στον 20ο αιώνα, οπότε και αυξάνει εκθετικά ο όγκος των δημοσιεύσεων από ποικίλες οπτικές γωνίες. Βασική αιτία και κίνητρο γι’ αυτή την έκρηξη ενδιαφέροντος αποτελεί η αρνητική πλευρά της τ. με κυρίαρχη την οικολογική διάσταση (2ο ήμισυ του 20ου αιώνα). Η ανάπτυξη της ιστορίας της τ. τροφοδοτεί με επιχειρήματα διάφορες θεωρίες, διατυπώνει ορισμούς, προτείνει στάδια εξέλιξης και καθορίζει τη σχέση της τ. με την επιστήμη. Το πεδίο αναφοράς και συνακόλουθα οι ορισμοί της ποικίλουν, ώστε ένας ορισμός εκτός από τα «τεχνήματα» (εργαλεία, μηχανές κ.λ.π.) και τα υλικά τους αναφέρεται σε διαδικασίες, μεθόδους, κανόνες ακόμα ίσως και σε σχέσεις των ανθρώπων με τα δημιουργήματά τους, με κοινό στοιχείο την «πράξη», την πρακτική ζωή. Ένας απλός και συνεκτικός ορισμός για την τ. είναι ο εξής: «Η συστηματική εφαρμογή της επιστημονικής ή άλλης οργανωμένης γνώσης επάνω σε πρακτικά θέματα»(J.Galbraith). Στις περισσότερες αναλύσεις γίνεται αποδεκτή η ύπαρξη μιας ιστορικής τομής στην ιστορία της επιστήμης και της τ. κατά το 17ο αιώνα, η οποία διακρίνει δύο διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις (ως αιτιολογούντα σχήματα), που εκφράζουν την παλιά και τη μοντέρνα επιστημοτεχνολογική κατάσταση. Κατά την παλιά κατάσταση, η κυρίαρχη αντίληψη υποστηρίζει μια αμετάλλακτη Φύση (Αριστοτέλης), με συνέπεια η γνώση να αρκείται στο «τι» και όχι στο «πως», γι’ αυτό η πράξη αποτυγχάνει να γίνει θεωρία, αφού δεν γίνεται αποδεκτή η ύπαρξη μιας συνεχούς αλλαγής των πραγμάτων. Η κυριαρχούσα αντίληψη των «perennes veritates» (όπως π.χ. η «κυκλικότητα του χρόνου») προσδιορίζει την κατάσταση αυτή. Αντίθετα, η νέα εποχή δημιουργεί ενότητα θεωρίας – πράξης με σκοπό την κυριαρχία του ανθρώπου στη Φύση για πρακτικό όφελός του, σύμφωνα με τις μνημειώδεις παραινέσεις του F.Bacon για «μία παρεμβαίνουσα και προοδευτική επιστήμη που αποσπά τα μυστικά της Φύσης». Αντίστοιχα, το ωφελιμιστικό ιδεώδες εκφράζεται καλύτερα από τον J. Bentham ως «η αρχή του μέγιστου αγαθού για μέγιστο αριθμό ανθρώπων» (δεν είναι τυχαίο ότι ο συγγραφέας του «Dr.Faustus» Chr.Malrow είναι σύγχρονος του F.Bacon). Η νέα επιστημονική κοσμοθεώρηση δεν αποδέχεται σταθερές και αιώνιες αλήθειες, όλα στη Φύση θεωρούνται τώρα ότι βρίσκονται σε μια δυναμική εξέλιξη- αλλαγή (ισχυρό παράδειγμα αποτελεί η Δαρβινική θεωρία) και επομένως δεν υπάρχουν πλέον εμπόδια στην ανθρώπινη δράση (H.Jonas). Άλλο παρόμοιο παράδειγμα ηθικοφιλοσοφικής προσέγγισης με πολιτική διάσταση είναι αυτό που δέχεται ως βασική αιτία της μοντέρνας τεχνολογικής αλαζονείας, τη σύζευξη του Καλβινισμού και της εφηρμοσμένης επιστήμης (M.Weber) .Η συνένωση αυτή οδηγεί στην αντίληψη ενός ανθρώπου ελεύθερου ο οποίος μπορεί να αλλάζει τον κόσμο όπως επιθυμεί (φιλελευθερισμός), αντικαθιστώντας έτσι το παλιό πρότυπο του ανθρώπου (G.Grant). Στα παραδείγματα αυτά όπως και σε πολλά άλλα, που απορρέουν από διαφορετικές φιλοσοφικές και ιδεολογικές αφετηρίες, υπάρχει κοινή διαπίστωση της ιστορικής ασυνέχειας, δηλαδή της διάκρισης της μοντέρνας τεχνολογίας από τη παλιά. Η ιστορική στιγμή συμπίπτει βέβαια με την εμφάνιση του βιομηχανικού - καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπως έχει αναλυθεί πρωτότυπα και ανεπανάληπτα από τον K.Marx. Μια αξιόλογη οντολογική προσέγγιση (M.Heidegger) είναι αυτή που θεωρεί ότι η νεωτερική (επιστημονική) τ. «προκαλεί τη Φύση» αποκαλύπτοντας βασικές μορφές «ενέργειας», τις οποίες επιπλέον μεταφέρει και αποθηκεύει, σε αντίθεση με την παλιά τ. που απλώς χρησιμοποιεί την Φύση «εξωτερικά» δηλαδή χωρίς δυνατότητα αποκάλυψης (π.χ. το σημερινό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και ο παλιός υδρόμυλος ή ανεμόμυλος αντίστοιχα). Τελικά, οριοθετείται ιστορικά και διακρίνεται η σύγχρονη τ. από την παλαιότερη, που είναι πιο εμπειρική, ενώ ενίοτε ανιχνεύονται και μη παράλληλοι δρόμοι στην εξέλιξη της επιστήμης και της τ.(M.Bunge κ.α.) Η τ. συνήθως διακρίνεται από την «καθαρή» επιστήμη, είτε π.χ. ως διάκριση της γνώσης του «πως» από τη γνώση του «τι», είτε ως αποτελεσματικότητα παραγωγής αντικειμένων, ενώ τονίζεται ιδιαίτερα η χρονική διάρκεια και η ακρίβεια κατά τη χρήση τους (H.Skolimowski). Σε άλλες περιπτώσεις υιοθετείται μία τριμερής διάκριση επιστήμης- εφηρμοσμένης επιστήμης- τεχνολογίας, όπου στην πρώτη ανήκουν οι θεωρητικές κατασκευές με σκοπό τη γνώση, στη δεύτερη οι θεωρητικές κατασκευές με σκοπό την πράξη, ενώ η τ. αφορά το modus operandi της δεύτερης δηλαδή μία συγκεκριμένη και ακριβή εφαρμογή της(J.Feibleman). Υπάρχουν όμως και αυτοί που ταυτίζουν την τ. με την εφαρμοσμένη επιστήμη (M.Bunge κ.ά). Παρατηρείται συνήθως μία κυρίαρχη τάση άμεσης ή έμμεσης απενοχοποίησης της «καθαρής» επιστήμης, σε αντίθεση με την τ., παράλληλα όμως γίνεται όλο και περισσότερο αποδεκτό ότι η σημερινή επιστήμη δεν μπορεί παρά να είναι τεχνολογική («τεχνοεπιστήμη», G.Bachelard, B.Latour) και η μοντέρνα τ. συνδέεται πλέον αναπόσπαστα και τροφοδοτείται από την πρώτη. Ακόμα ριζοσπαστικότερα θεωρείται σήμερα από πολλούς ότι, αντίθετα, όχι μόνο η τ. καθοδηγεί την επιστημονική έρευνα αλλά ότι η γνώση του «τι» αποτελεί μέθοδο και εργαλείο για τη γνώση του «πως» (πραγματισμός). Όλη η γνώση συνιστά τρόπο της δύναμης του ανθρώπου και κατίσχυσης του στο περιβάλλον, επομένως η γνώση του «τι» αποτελεί τρόπο γνώσης του «πως» (I.Jarvie). H τ. προηγείται αξιακά από την επιστήμη (M.Heidegger). Απόψεις σαν και αυτές συνάδουν ακόμα με τις νέες θεωρήσεις για την επιστήμη που υπάρχουν κυρίως στον αμερικάνικο χώρο (π.χ.I.Hacking). Υπάρχουν πολλές αναλύσεις για τη φύση της τ., οι οποίες την απενοχοποιούν, τονίζοντας την αδήριτη ανάγκη ύπαρξης και εξέλιξής της, και έτσι υιοθετούν την «τεχνοκρατία». Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα εξής: Κατά τον E.Mesthene, η τ. απελευθερώνει τον άνθρωπο από τη Φύση, η οποία είναι πάντοτε αδιάφορη και εχθρική προς αυτόν. Ο άνθρωπος. μάλιστα, γίνεται πιο «ανθρώπινος» με την τ.(!) Απαιτείται απλώς «ψυχραιμία» σε αυτή την πρωτόγνωρη ιστορική πρόκληση που δημιουργεί η τ., όπως και μία άλλη Πολιτική που θα είναι αντίστοιχη με τις απαιτήσεις της σύγχρονης τ. Ο F.Dessauer, από μία μεταφυσική οπτική, δέχεται την ύπαρξη μίας υπερβατικής Πραγματικότητας (στα πρότυπα του Πλατωνικού ιδεαλισμού) μέσα στην οποία υπάρχουν τα «τεχνήματα» ως «καθεαυτά» και ο άνθρωπος απλώς τα «ανασύρει», χωρίς επομένως να τίθεται θέμα ηθικής ευθύνης για την τεχνολογική δράση. O W.Clarke, σε μία ηθικοθρησκευτική προσέγγιση, θεωρεί ότι η επιθυμία του ανθρώπου για επιστημοτεχνολογικό έλεγχο της Φύσης συνιστά εκπλήρωση υψηλής αποστολής («θεϊκή εντολή»), ώστε να την καθυποτάξει τεχνολογικά («κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Θεού»). Τέλος, σε μια θα λέγαμε πιο ήπια προσέγγιση, ο M.Heidegger θεωρεί ότι η τ. είναι μέσο ανακάλυψης μιας «κρυμμένης» κατάστασης της Πραγματικότητας, χωρίς την αναγκαιότητα ύπαρξης κάποιας υπερβατικής Πραγματικότητας και ότι η επιστημοτεχνολογική κυριαρχία αποτελεί συστατικό της ανθρώπινης φύσης. Βασικό επακόλουθο αυτών των θεωρήσεων είναι ότι η επιστημοτεχνολογική δημιουργία και εξέλιξη αυτοσκοπούνται (F.Nietzsche) και ουσιαστικά έτσι τίθενται εκτός δυνατότητας κριτικού ελέγχου. Οι περισσότερες πάντως αναλύσεις τονίζουν ιδιαίτερα την αρνητική πλευρά του σύγχρονου τεχνολογικού φαινομένου και επισημαίνουν τα προβλήματα που δημιουργεί στον άνθρωπο, στην κοινωνία και στο περιβάλλον. Ιδιαίτερα το περιβαλλοντικό πρόβλημα, λόγω του επείγοντος και πλανητικών διαστάσεων χαρακτήρα που έχει, αξιολογείται ως πρώτης προτεραιότητας πρόβλημα, αφού άλλωστε αποτελεί, όπως είπαμε, το κύριο κίνητρο έκρηξης ενδιαφέροντος. Υπάρχουν αρκετές εκτιμήσεις, προβλέψεις και έμμεσα ή άμεσα προτεινόμενες «θεραπείες» του προβλήματος. Παρατηρούμε ότι ιδιαίτερα αυτές που προέρχονται από μία ανθρωπολογική, ηθική, υπαρξιστική ή μεταφυσική προσέγγιση του θέματος δεν φαίνεται να στοχεύουν στην καρδιά του προβλήματος, αλλά εγκλωβισμένες στη δική τους οπτική κινούνται σ’ ένα επίπεδο αναποτελεσματικής εξιδανίκευσης. Μερικά παραδείγματα είναι και πάλι χαρακτηριστικά. Κατά τον J.Ellul, η τ. επιβάλλει την αναγκαιότητά της πάνω στον άνθρωπο, ο οποίος οφείλει να παραμείνει κυρίαρχος, κάτι που θα συμβεί κατά τον Ellul είτε από μόνο του είτε με πολύ μεγάλη προσπάθεια. Αυτό πάντως που απαιτείται είναι μία μοντέρνα επανασημασιοδότηση της έννοιας «άνθρωπος». Κατά τον W.Hood, η τεχνολογική δραστηριότητα τείνει να αποκτήσει κυρίαρχη αξία έναντι των άλλων ανθρωπίνων δραστηριοτήτων και, επομένως, απαιτείται περιορισμός της μέχρι του σημείου που δεν ενοχλεί τις άλλες, αλλά δεν προτείνει τρόπους με τους οποίους θα επιτευχθεί αυτό. Παρόμοια θέση έχει και ο N.Rotenstreich για τον οποίο η σύγχρονη τ. αποτελεί άμεση συνέπεια της εξουσιαστικής φύσης του ανθρώπου. Για τον G.Anders (όπως και για τον J.Ortega y Gasset) απαιτείται μια «βίαιη» ανάπτυξη της φαντασίας του ανθρώπου, ώστε να παραχθεί εκείνο το μέγεθος του φόβου που να αντιστοιχεί στους κινδύνους τους οποίους ενέχει η σημερινή τεχνολογική ισχύς του (ασύμμετρη εξέλιξη φαντασίας- φόβου και δράσης). Αυτό σημαίνει ότι η φαντασία του ανθρώπου οφείλει να κατέχει σε όλο το μέγεθος τα καταστροφικά αποτελέσματα από τη χρήση π.χ. ενός ατομικού ή βιολογικού όπλου ή μίας βιοτεχνολογικής ανακάλυψης κ.λ.π. Υπάρχει επίσης εκείνη η κατηγορία λύσεων του προβλήματος που μπορεί γενικά να χαρακτηριστεί ως «επιστροφή στις κλασσικές αξίες». Έτσι π.χ. για τον J.Ortega y Gasset χρειάζεται μια στροφή στις τεχνολογίες της Aνατολής, οι οποίες σε αντίθεση με τη Δυτική τεχνολογία που (όπως και η «τυποκρατική λογική») είναι ανίκανη να προσδιορίσει το περιεχόμενο της ζωής, είναι πιο κατάλληλες για την ψυχική ισορροπία του ανθρώπου. Κλασσικό παράδειγμα εδώ αποτελεί ο «βελονισμός» ως υποκατάστατο θεραπευτικό μέσο άλλων επικίνδυνων παρενεργοποιών συμβατικών μεθόδων. Κατά τους Y.Simon και A.Borgmann, απαιτείται μία εξισορροπητική συνύπαρξη με την τεχνολογική μας ζωή, μίας «αγροτικής ζωής» ή μίας «εστιακής δραστηριοποίησης», αντίστοιχα. Κατά τον L.White ο χριστιανισμός, αν και είναι ένοχος διότι κατέστρεψε τον ειδωλολατρικό ανιμισμό (άρα την αγάπη προς την Φύση) δίνοντας έτσι ιδεολογικό υπόβαθρο στην εκμετάλλευσή της, μπορεί να αποτελέσει βάση για εγκρατή χρήση της επιστημοτεχνολογικής δύναμης, αρκεί να αλλάξει τη θεολογική του μορφή (π.χ. να ακολουθήσει τα πρότυπα της διδασκαλίας του Αγ.Φραγκίσκου της Ασίζης, του προστάτη της Φύσης). Στην περίπτωση του οπτιμιστή D.Idhe η κατάσταση θα καλυτερεύσει από μόνη της. Αυτό θα συμβεί με τη μείωση της σύγχρονης τεχνολογικής αλαζονείας και άρα της επικινδυνότητάς της, μέσω της διαπολιτισμικής όσμωσης που αρχίζει να επιτελείται λόγω της παγκοσμιοποίησης. Ο κατάλογος των προτεινόμενων προβλέψεων και «θεραπειών» είναι μακρύς. Σημείωση: Το Β’ και τελευταίο μέρος θα δημοσιευθεί στο τεύχος του Οκτωβρίου Δαίμων της Οικολογίας, τ. 52, 9/05 |
                     |