Ενότητα :Τεύχος 72, Ιούνιος 2007

Τίτλος : Μαργαρίτα Χονδρού-Κσραβασίλη. ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ.Στον αστερισμό των ειδικών χωροταξικών πλαισίων

Διαβάστηκε: 988 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Στον αστερισμό των Ειδικών Χωροταξικών Πλαισίων: Η προσγείωση των ΑΠΕ, η πρόκληση και ο κίνδυνος των εξοχικών κατοικιών και οι ελπίδες για την ορθή βιομηχανική ανάπτυξη

 

Μαργαρίτα Καραβασίλη

 

Το ΥΠΕΧΩΔΕ έχει θέσει σε «διαβούλευση» δύο Ειδικά Χωροταξικά Πλαίσια (ΕΧΠ), το πρώτο για τις ΑΠΕ και το δεύτερο για τον Τουρισμό, ενώ στις 21 Μαΐου ανακοινώθηκε και ένα τρίτο για τη Βιομηχανία, με γνώμονα –σύμφωνα με τα σχέδια κοινών υπουργικών αποφάσεων– την άρση υφιστάμενων εμποδίων με σκοπό την επιτάχυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας, υπό το φως της βιώσιμης ανάπτυξης.    

Η προσπάθεια χαιρετίστηκε, κατ’ αρχήν, ευνοϊκά, γιατί η έλλειψη εξειδίκευσης του εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού δυσχεραίνουν εδώ και χρόνια τις υφιστάμενες διαδικασίες σχετικά με τη χωροθέτηση και αδειοδότηση σημαντικών λειτουργιών και, κυρίως, των ΑΠΕ.

Με την κοινή διαπίστωση ότι οι επιπτώσεις της εντεινόμενης Κλιματικής Αλλαγής επιβαρύνουν υπέρμετρα την οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον και ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, παράλληλα με την εξοικονόμηση ενέργειας, αποτελεί την μόνη βιώσιμη λύση εκπονήθηκε το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Ωστόσο, παρά  για τις καλές, αρχικές, προθέσεις του νομοθέτη, δεν καταφέρνει να πείσει καθώς εμπεριέχει άτολμες αρχές και ρυθμίσεις, που δεν επιλύουν βασικά ζητήματα, ώστε να ξεπεραστούν οι αγκυλώσεις του παρελθόντος, που κράτησαν τις ΑΠΕ στο περιθώριο και δεν συγκλίνουν προς την παραγωγή «πράσινης» ενέργειας. Για παράδειγμα, είναι πολλές οι ζώνες περιορισμού για τις ΑΠΕ, που βασίζονται σε τεχνικούς περιορισμούς χωρίς προφανή λόγο και αυτό θα επηρεάσει αρνητικά την υλοποίηση τεχνικά και οικονομικά βιώσιμων έργων, όπως και η μεγάλη απόσταση που έχει καθορισθεί από εθνικούς δρόμους (ή και δημόσιους δρόμους με μεγάλη κυκλοφορία) για τη χωροθέτηση των ΑΠΕ με μόνο αιτιολογικό να μην αποσπάται η προσοχή του οδηγού και προκαλούνται ατυχήματα. 

Από την άλλη πλευρά, το σχέδιο δίνει έμφαση στη συγκέντρωση αποκλειστικά σε καθορισμένες περιοχές εφαρμογών, όπως αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, που δεν αποτελεί την καλύτερη επιλογή ανάπτυξης των ΑΠΕ, δεδομένου ότι από τη φύση τους είναι αποκεντρωμένες μορφές ενέργειας και πρέπει να αξιοποιούνται όπου ακριβώς διατίθενται συμβάλλοντας και στην περιφερειακή ανάπτυξη. Παράλληλα, δεν είναι εμφανής ο στόχος της στροφής προς την αξιοποίηση του δυναμικού ΑΠΕ των ακατοίκητων νησιών, που αποτελεί μια πρόκληση για την επόμενη δεκαετία για την κάλυψη των ιδίων αναγκών ενέργειας και αφαλάτωσης νερού που αποτελεί την πλέον οικονομική λύση και οδηγεί σε βιώσιμη ανάπτυξη, αντί άλλων κριτηρίων. Τα μικρά υδροηλεκτρικά (ΜΥΗΕ μέχρι 15 MW) χωροθετούνται ως σταθμοί ροής χωρίς αποθήκευση νερού ενώ θα πρέπει να υποστηριχθούν σαν έργα πολλαπλού σκοπού με πολλαπλά οφέλη στην ενέργεια, στην άρδευση και ύδρευση, στο περιβάλλον κλπ. όντας από τη φύση τους εξόχως αναπτυξιακά έργα στην περιφέρεια.

Ωστόσο η ελληνική κοινωνία είναι ώριμη να αποδεχθεί και να υποστηρίξει την μεγιστοποίηση του δυναμικού των ΑΠΕ και την ανάληψη δραστικών μέτρων για την καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών,, όπως προκύπτει και από στοιχεία πρόσφατης έρευνας του Ευρωβαρόμετρου, όπου το 95% των Ελλήνων ανησυχεί για τις κλιματικές αλλαγές, το 85% έχει επίγνωση των αρνητικών επιπτώσεων στις κλιματικές αλλαγές από την παραγωγή ενέργειας με ορυκτά καύσιμα, ενώ το 90% υποστηρίζει την περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Η εγκατάσταση συστημάτων ΑΠΕ θα πρέπει να θεωρείται περιβαλλοντικό έργο και ως τέτοιο θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από την νομοθετική και εκτελεστική εξουσία και αυτό πρέπει να αντικατοπτρίζεται στο ΕΧΠ με σαφή κριτήρια που δεν θα επιτρέπουν την "κατά περίπτωση" λήψη αποφάσεων, που οδηγούν σε ασαφείς διαπραγματεύσεις και καθυστερήσεις και ανοίγουν το δρόμο για αδιαφανείς πρακτικές και κρούσματα διαφθοράς, θέτοντας ως προτεραιότητα την επίτευξη όλων των στόχων που έχει αναλάβει η Ελλάδα σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για την καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών. 


Tο πρώτο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό προωθεί αποκλειστικά μια στρατηγική για τη δόμηση των παράκτιων περιοχών, ανοίγοντας θέματα που ήταν «άβατο» μέχρι πρότινος, όπως η δόμηση εντός αιγιαλού-παραλίας (δυνατότητα οικοδόμησης μόλις 50 μέτρα από τον αιγιαλό), η δημιουργία καταλυμάτων ακόμα και σε ακατοίκητα νησιά ή βραχονησίδες, όπου φυσικά εκφραστεί ανάλογο επενδυτικό ενδιαφέρον, κλπ., η ανάπτυξη ειδικών μορφών τουρισμού (λ.χ. ιαματικός, καταδυτικός), η επίλυση προβλημάτων χρήσης γης προτείνοντας μέτρα για την ενίσχυση των υποδομών των τουριστικών περιοχών και δημιουργώντας το νομικό πλαίσιο για την ανάπτυξη νέων μορφών παραθερισμού. Ουσιαστικά μπαίνει φραγμός στην περαιτέρω ανάπτυξη μικρών συγκροτημάτων και ενισχύεται η δημιουργία μεγάλων μονάδων 4 και 5 αστέρων. Στα υπόλοιπα νησιά Αιγαίου και Ιονίου το όριο αρτιότητας πέφτει στα 8 στρέμμ. και το σχέδιο προσανατολίζεται στην ανάπτυξη νέων καταλυμάτων κατηγορίας 3 αστέρων και πάνω.

Αναμειγνύει κανόνες ανάπτυξης στον χώρο του τουρισμού με κανόνες χωροθέτησης και οικοδόμησης κτιριακών συγκροτημάτων διαμορφώνοντας νέα δεδομένα, μέσω νέων αναπτυξιακών εργαλείων, που θα χρησιμοποιηθούν μόνο από τις τεχνικές επιχειρήσεις και τους εργολάβους και θέτοντας σε κίνδυνο τον ελληνικό τουρισμό.

Για πρώτη φορά η έννοια της παραθεριστικής κατοικίας συνδέεται με την έννοια της τουριστικής κατοικίας, παραπέμποντας σε αποτυχημένα μοντέλα του παρελθόντος, όπως αυτό της Ισπανίας που οικοδόμησε όλα τα παράλιά της, τη στιγμή που το ελληνικό μοντέλο θεωρείται, τουλάχιστον στις προθέσεις, πιο υγιές και αποτελεσματικό[1]. Κάπου αισθανόμαστε ότι αυτό που έλειπε στον τουρισμό μας ήταν η ελλιπής ανάπτυξη της παραθεριστικής κατοικίας και η έλλειψη γηπέδων γκολφ, συνεδριακών κέντρων, μαρίνων, κλπ.

 

Το ΕΧΠ για τον τουρισμό γεννά πολλά ερωτηματικά και αμφιβολίες για τις προθέσεις του και την αποτελεσματικότητά του, καθώς ούτε η πολιτεία ήταν, επί πάρα πολλά χρόνια, συνεπής στις υποχρεώσεις της, σε επίπεδο διαμόρφωσης κανόνων υγιούς ανταγωνισμού στον χώρο του τουρισμού, ούτε οι επαγγελματίες, που συνθέτουν με τη δραστηριότητά τους την εικόνα του ελληνικού τουρισμού, έχουν αποδείξει ότι μπορούν να ανταποκριθούν στον ρόλο τους. Όλοι είχαν βολευτεί στην αναρχία που επικρατεί που επιτρέπει κάθε είδους παρεκκλίσεις και παραβάσεις της κείμενης περιβαλλοντικής νομοθεσίας.


Η ανάγκη θέσπισης αυστηρών κανόνων προϋποθέτει περιβαλλοντική συνείδηση, που θα υπερτερεί της λογικής κατασκευής άναρχων κατασκευών τουριστικής φύσεως στον βωμό του κέρδους, δεδομένου ότι η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα μας.

Tο προτεινόμενο μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης, μέσω της μαζικής δημιουργίας οργανωμένων παραθεριστικών χωριών προς πώληση, αποτελεί μοντέλο που έχει δεχθεί δριμύτατη κριτική στις χώρες που έχει για χρόνια εφαρμοστεί, καθώς οδήγησε σε πρόσκαιρα κέρδη αλλά μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική ζημιά, μέσω της συστηματικής δόμησης όλων των παράκτιων περιοχών και της εξάντλησης των φυσικών τους πόρων, αλλά και κοινωνικής και οικονομικής ζημιάς, λόγω σταδιακής πτώσης του ενδιαφέροντος[2].

Το ΕΧΠ οδηγεί στην πυκνή δόμηση όλων των εκτός σχεδίου περιοχών, κατά κανόνα περιοχών φυσικού κάλλους, καθώς –εκτός των άλλων– το πλαίσιο προτείνει περιοχές για την ανάπτυξη ανάλογων μαζικών υποδομών στις παράκτιες περιοχές της δυτικής Πελοποννήσου, Αιτωλοακαρνανίας, Ηπείρου, Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, ανατολικής και νοτιοανατολικής Κρήτης και νότιας Ρόδου, τις δυτικές ακτές της Ζακύνθου, αλλά και την ευρύτερη περιοχή του πολεοδομικού συγκροτήματος Βόλου, καθώς σε όλες τις παράκτιες περιοχές οι τουριστικές εγκαταστάσεις θα μπορούν να ανεγερθούν κυριολεκτικά... επάνω στο κύμα, σε απόσταση μόλις 50 μέτρων από τον αιγιαλό.

Το ΕΧΠ αναδεικνύεται έτσι εργαλείο για ακόμη περισσότερες επενδύσεις σε ξενοδοχειακές μονάδες και συναφείς υποδομές, που θα επιτρέψει και την νομιμοποίηση ξενοδοχειακών καταλυμάτων με πολλές πολεοδομικές και περιβαλλοντικές εκκρεμότητες (έλλειψη Ειδικού Σήματος Λειτουργίας, τήρηση περιβαλλοντικών όρων, κλπ.).

Παρά τις βαρύγδουπες εξαγγελίες της Κυβέρνησης, το εν λόγω Σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης δεν είναι άμοιρο προβλημάτων και θα λειτουργήσει ακόμη και σε βάρος της βιώσιμης ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού και του συμφέροντος του τόπου γενικότερα, δεδομένου ότι ο τουρισμός είναι αναμφισβήτητα ένας από τους βασικούς πυλώνες της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας.


Σε μια περίοδο που ο ανταγωνισμός στον τομέα του Τουρισμού είναι παγκόσμιος και κάθε χρόνο θα γίνεται εντονότερος, ενώ οι κλιματικές αλλαγές είναι σχεδόν μια πραγματικότητα, η Ελλάδα οφείλει να αναδείξει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα την εικόνα της. Σε αυτό μπορούν να συμβάλλουν τα ΕΧΠ, όπως αυτό του τουρισμού, με επιλογές που υπαγορεύονται τόσο από την εξέλιξη της παγκόσμιας τουριστικής αγοράς, όσο και από τις προκλήσεις του μέλλοντος που επιβάλουν νέες προτεραιότητες.




Οι καλές προθέσεις φαίνεται να συγκλίνουν εδώ με «ορθές» ρυθμίσεις στο ζήτημα της χωρικής και λειτουργικής οργάνωσης της βιομηχανίας, που επιχειρείται από το ΕΧΠ για τη βιομηχανία, που παρουσιάστηκε από τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ στις 21-05-07, όπου βασικός στόχος αποτελεί η συγκέντρωση των
βιομηχανικών μονάδων σε οργανωμένους υποδοχείς, η αποκέντρωση και η περιφερειακή ανάπτυξη με παράλληλη προστασία του περιβάλλοντος.

Το προς διαβούλευση ΕΧΠ θεσπίζει νέους κανόνες και διαδικασίες που επιχειρούν να ξεκαθαρίσουν το τοπίο και να διευκολύνουν την επενδυτική δραστηριότητα, μέσα από ένα σχέδιο σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο διοικητικών ενοτήτων (περιφέρειες, νομοί), ενώ παρέχει κατευθύνσεις κλαδικού και ειδικού χαρακτήρα για τη στρατηγική, χωρική οργάνωση κλάδων ή κατηγοριών βιομηχανίας που έχουν ειδικές ανάγκες χωροθέτησης. Παράλληλα προβλέπει ειδικές κατευθύνσεις και διαδικασίες για τη χωροθέτηση βιομηχανικών επενδύσεων μείζονος σημασίας για την εθνική οικονομία.

Το σημαντικό είναι ότι επιτέλους φαίνεται να τίθενται σε εφαρμογή τα Ρυθμιστικά Σχέδια Αθήνας και Θεσσαλονίκης, καθώς και τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια Δήμων της χώρας, που προβλέπουν τη χωροθέτηση μόνο χαμηλής όχλησης βιομηχανιών σε περιοχές εντός σχεδίου, ενώ σε όσες λειτουργούν ήδη σε εντός σχεδίου περιοχές αναφέρεται ότι θα δοθούν κίνητρα για μετεγκατάσταση.

Χρειάζεται να μελετηθούν σε κάθε λεπτομέρεια όλες οι διατάξεις του, σε συνδυασμό με τις διατάξεις που έχουν τεθεί από το ΥΠΑΝ σχετικά με τα ζητήματα αδειοδότησης, αλλά και με τις προθέσεις για ενδεχόμενη περαιτέρω ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχων, προκειμένου να αντιληφθούμε εάν αυτό το χωροταξικό κινείται όντως σε σωστές βάσεις ή δίνει ψεύτικες ελπίδες. 

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 72, 6/07



[1] «Περίπου ένα εκατομμύριο Ευρωπαίοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν δεύτερη κατοικία στην Ελλάδα. .. Η Ισπανία έχει εκατομμύρια τέτοιες κατοικίες»,  ανέφερε ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ κατά την παρουσίαση του ΕΧΠ.

 

[2] Το «κλειδί» στη ρύθμιση είναι ότι οι οργανωμένες παραθεριστικές κατοικίες θα μπορούν να ανεγείρονται με τους ευνοϊκότερους όρους δόμησης που ισχύουν για το κυρίως ξενοδοχείο και όχι με τον πολύ αυστηρότερο συντελεστή δόμησης κατοικίας. Eπίσης, οι προς πώληση τουριστικές κατοικίες θα μπορούν να φθάνουν το 70% της συνολικής εγκατάστασης, δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της να πωλείται για παραθεριστική κατοικία. Η κατοικία θα ανήκει στον ιδιοκτήτη της ως οριζόντια ιδιοκτησία, με ποσοστό επί της συνολικής έκτασης της γης της τουριστικής εγκατάστασης και όχι με το συγκεκριμένο «οικόπεδο» στο οποίο βρίσκεται η κατοικία, καθώς η κατάτμηση της γης στις εκτός σχεδίου περιοχές απαγορεύεται. Ως ελάχιστη αρτιότητα στις εκτός σχεδίου ορίζονται τα 150 στρέμματα.

 

Επιστροφή