Ενότητα :Τσούνης Γρηγόρης |
Τίτλος : Γρηγόρης Τσούνης, ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
|
Αρχή κειμένου ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ Του Γρηγόρη Τσούνη Από την αυγή της ιστορίας, ο άνθρωπος έχει ιδιαίτερες σχέσεις με τα πουλιά, πολλά από τα οποία επιβιώνουν με την ίδια μορφή έως σήμερα. Άλλα όμως έχουν εξαφανισθεί, ενώ πολλά κοντεύουν να εξαφανισθούν από τις δραστηριότητες του ολοένα αυξανόμενου ανθρώπινου πληθυσμού. Από τα παλιά χρόνια ο άνθρωπος σκότωνε τα πουλιά για τροφή, έπαιρνε τ’ αυγά τους, τα εξημέρωνε μαγεμένος από την ομορφιά και το κελάηδημά τους, ενώ παράλληλα τους απέδιδε μαγικές ικανότητες, τα χρησιμοποιούσε σαν θρησκευτικά σύμβολα κ.α. Από το 3100 π.Χ. οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν τα Περιστέρια για τροφή, αλλά και για να στέλνουν τα μηνύματά τους, ενώ στη συνέχεια εξημέρωσαν την Αιγυπτιακή Χήνα (Alopochen aegyptiacus). Η Κότα είναι το πιο διαδεδομένο παγκοσμίως οικόσιτο πουλί. Ήταν γνωστή στην Κίνα και στην Αίγυπτο από το 1400 π.Χ. και ίσως από το 3200 π.Χ. στην Ινδία. Οι εξημερωμένες Χήνες προήλθαν από τις Αγριόχηνες, ενώ οι Πάπιες προήλθαν από τις Πρασινοκέφαλες. Σε εποχές πολύ μακρινές τις ανέθρεψαν για πρώτη φορά στην Κίνα και στη Νότιο Ανατολική Ασία. Πιο πρόσφατα τον 4ο π.Χ. αιώνα οι Έλληνες εξημέρωσαν τη Φραγκόκοτα (Numidia meleagris). Κατά την αρχαιότητα οι Έλληνες εξημέρωναν και διατηρούσαν στα σπίτια τους τον Πορφυρίωνα ή Σουλτανοπουλάδα (Porphyrio porphyrio), πουλί της οικογένειας των Rellidae που ζούσε στους υγροβιότοπους και τα έλη της Αρχαίας Ελλάδας. Σήμερα έχει εξαφανισθεί για πάντα από τη χώρα μας. Το 960 μ.Χ. οι Κινέζοι εξημέρωσαν τους Κορμοράνους, που τους χρησιμοποιούν στο ψάρεμα. Σε πολλές σπηλιές που κατοικήθηκαν (στην Ευρώπη) από πρωτόγονους ανθρώπους βρέθηκαν σχέδια πουλιών και άλλων ζώων, όπως στο Lascaux της Γαλλίας και στο Tajo Segura της Ισπανίας, όπου καλλιτέχνες που έζησαν πριν από 6000 χρόνια ζωγράφισαν Γερανούς, Αερούς και Φοινικόπτερα. Στα αιγυπτιακά σχέδια που χρονολογούνται απ’ το 3100 π.Χ. τα διάφορα είδη πουλιών αναγνωρίζονται με μεγάλη ευκολία. Περιλαμβάνουν Γερανούς (Antropoides virgo), Αλκυόνες (Cerylerudis), Αιγυπτιακές Χήνες (Alopochen aegyptiacus), Κοκκινόχηνες (Branta raficollis). Οι Αιγύπτιοι συνέδεαν μερικά πουλιά με τους θεούς τους. Έτσι ο Χορ παρουσιαζόταν σαν Γεράκι, ενώ η Threskiornis aethiopicus, ήταν το έμβλημα του θεού Θώθ (θεός του φεγγαριού). Οι Έλληνες, αλλά και πολλοί λαοί της Ανατολής (Ασύριοι, Βαβυλώνιοι, Αιγύπτιοι), λάτρεψαν με πάθος τα πουλιά, τα οποία συναντάμε σε αρχαίους μύθους και λαϊκές παραδόσεις. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, υπάρχουν πολλές μεταμορφώσεις ανθρώπων σε πουλιά, μετά από εντολή θεών ή θεοτήτων για τιμωρία ή από οίκτο. Ο Δίας, ο μεγάλος βασιλιάς των θεών, μεταμόρφωσε πολλούς ανθρώπους σε πουλιά. Μερικοί απ’ αυτούς είναι ο Αιγυπιός ο Νεόφρων, που έγινε Γύπας, η Τιμάνδρα που έγινε Μελισσοφάγος, η Βουλίδα που έγινε Βουτηχτάρι, η Αλκυόνη που έγινε Νεροπούλι κ.α. Ο Δίας πολλές φορές όταν εμφανιζόταν στους ανθρώπους έπαιρνε τη μορφή πουλιού, άλλοτε γινόταν Αετός, άλλοτε Κούκος και άλλοτε Κύκνος. Σύμφωνα με ένα μύθο των Αργείων, την πρώτη φορά που έσμιξε ερωτικά ο Δίας με την Ήρα, είχε πάρει τη μορφή του Κούκου, σα σύμβολο της άνοιξης και της γόνιμης ένωσης των θεών που συντηρεί τη ζωή της φύσης. Ένα από τα επίθετα που προσέδιδαν, στην Αθηνά οι Μεγαρείς, ήταν Αίθυια. Σύμφωνα με το μύθο, η θεά μεταμορφώθηκε σε Αίθυια (Πάπια) για να μεταφέρει με ασφάλεια τον Κέκροπα στα Μέγαρα κάτω από τις φτερούγες της. Ο Αετός ήταν για τους Έλληνες το σύμβολο της δύναμης και του μεγαλείου. Στην ελληνική μυθολογία ήταν ένα από τα τρία εμβλήματα του Δία, ο οποίος στα δεξιά του κρατούσε τον κεραυνό, στα αριστερά το σκήπτρο του, ενώ στα πόδια του βρισκόταν ο Αετός που είναι αγγελιαφόρος του και μεταφέρει στους θνητούς τις θελήσεις του. Αυτός έφερε στο μικρό Δία το νέκταρ στην Κρήτη και απήγαγε τον Γανυμήδη. Γι’ αυτό είναι αγαπητός στον πατέρα των θεών (Ιλιάδα Ω 292-310) του οποίου κρατεί πολλές φορές τον κεραυνό στα νύχια του. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι κατοικούσε στους ουρανούς και ότι ήταν ο καλύτερος οιωνός. «Ος τε σοι αυτώ φίλτατος οιωνών» όπως λέγει ο Όμηρος, ο οποίος χρησιμοποιεί για αυτόν τα επώνυμα: υψιπετής, αγκυχείλης, κάρτισθος και ώκιστος πετεινών, οξύτατος δέρκεσθαι κ.λ.π. Ο Αετός αν και είναι φύλακας του κεραυνού, με τον οποίο ο Ζευς τιμωρεί τους θνητούς, ουδέποτε εμφανίζεται σαν εκτελεστής της τιμωρίας ή της εκδίκησης αυτού. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Δίας μεταχειρίζεται τον Γύπα. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση του Προμηθέα που ο Αετός του τρώει το συκώτι μετά από εντολή του Δία. Με τη λατρεία της θεάς Αθηνάς ήταν στενά συνδεδεμένη η Κουκουβάγια (Atene noctua). Σύμβολο της θεάς, αλλά και της σοφίας. Κατά την αρχαιότητα η παρουσία της εθεωρείτο καλός οιωνός, εξ ου και το ρητό «γλαυξ ίπταται», σαν προάγγελος νίκης και ευτυχίας. Ένας από τους άθλους του Ηρακλή είχε να κάνει με πουλιά: τις Στυμφαλίδες Όρνιθες. Πολλοί πιστεύουν ότι αυτά τα μυθικά πουλιά, δεν ήταν άλλα από τις Φαλακρές Χαλκόκοτες (Geronticus eremita). Υπάρχουν πάμπολλες αναφορές για πουλιά σε έργα της αρχαιότητας: στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια του Ομήρου, στα έργα του Ανακρέοντα, του Ησίοδου (Έργα και Ημέρες), του Αριστοφάνη (Όρνιθες) του Αισχύλου (Αγαμέμνων), (Προμηθέας Δεσμώτης), (Επτά επί Θήβας), στους Μύθους του Αισώπου, στον Απολλώνιο, στον Ευρυπίδη (Ηλέκτρα, Βάτραχοι) στην ιστορία του Ηροδότου, στα έργα του Πλάτωνα, στα έργα του Πλούταρχου, του Σοφοκλή (Αντιγόνη, Ηλέκτρα, Οιδίπους Τύραννος), στο Θουκυδίδη, (ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου) κ.α. Πρώτος ο Αριστοτέλης (384-332 π.Χ.), στα τρία μεγάλα βιολογικά του έργα «Περί τα ζώα ιστορίαι», «Περί ζώων μορίων» και «Περί ζώων γενέσεως», περιγράφει τους διαφορετικούς τρόπους αναπαραγωγής, τις τροφικές συνήθειες, τα οικοσυστήματα και τη συμπεριφορά των πουλιών. Περιγράφει Χελιδόνια, Πελαργούς, Περιστέρια, Δρυοκολάπτες, Αετούς, Κόρακες, Κοτσύφια, Κούκους, υδρόβια πουλιά κ.α. Στο βιβλίο 8, κεφ. 12, στην «Ιστορία των ζώων», αναφέρεται στις αποδημίες των ζώων και των πουλιών, προσπαθώντας να δώσει μια επιστημονική εξήγηση του φαινομένου αυτού (956 b 20). «Οι πελεκάνες δ’ εντοπίζουσι και πέτονται από του Στρυμόνος επί τον Ίστρον (Δούναβη), κακεί τεκνοποιούνται». «…μετά μεν την φθινοπωρινήν ισημερίαν εκ του Πόντου και των ψυχρών τόπων φεύγοντα τον επιόντα χειμώνα, μετά δε την εαρινήν εκ των θερμών εις τους τόπους τους ψυχρούς φοβούμενα τα καύματα». Ενώ, όμως, μίλησε για τις μετακινήσεις των πουλιών από τον Εύξεινο Πόντο προς τις θερμές ή ψυχρές χώρες ανάλογα με την εποχή έκανε το λάθος να πιστεύει, ότι τα Χελιδόνια κρύβονταν και δεν αποδημούσαν (600-13). Αυτό βέβαια δεν πρέπει να μας παραξενεύει, γιατί ακόμα και ο Λινναίος (1707-1778) ο μεγάλος Συστηματικός Ζωολόγος του (Systema naturae) πίστευε ότι αυτά ξεχειμωνιάζουν μέσα στα βάθη των θαλασσών, όπου πέφτουν σε λήθαργο. Στο βιβλίο του «Περί τα ζώα ιστοριών», ο Αριστοτέλης περιγράφει με καταπληκτική ομορφιά, το χτίσιμο της φωλιάς του Χελιδονιού. «Όταν βάζει το άχυρο στη λάσπη ακολουθεί την ίδια διαδικασία με τον άνθρωπο. Ανακατεύει δηλαδή τα στελέχη με τη λάσπη κι αν του λείψει η λάσπη, βρέχεται και κυλιέται με τα βρεγμένα φτερά του στη σκόνη. Ακόμη, χτίζει τη φωλιά, όπως οι άνθρωποι, βάζοντας πρώτα από κάτω τα σκληρά υλικά και φτιάχνοντάς την στα μέτρα του». Επίσης αναφέρεται με λεπτομέρεια στη διατροφή των νεοσσών. «Για την τροφή των μικρών τους φροντίζουν τόσο το θηλυκό όσο και το αρσενικό, ταΐζουν το καθένα με ορισμένη σειρά, έχοντας στο νου τους πιο έφαγε πριν ώστε να μη φάει δύο φορές.». Παρατήρησε, τέλος, ότι τα Χελιδόνια μπορεί να γεννήσουν δύο φορές κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου: «Από τα πτηνά τα άγρια, όπως έχουμε πει, ζευγαρώνουν κυρίως και γεννούν μια φορά το χρόνο αν και το χελιδόνι και ο κότσυφας γεννούν δύο φορές». Όπως αναφέρεται στην Οδύσσεια, οι Έλληνες έμαθαν πολλά για την ιερακοθηρία από τους Τρώες κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου. Ο Οδυσσέας, εκτός από τα λάφυρα πήρε μαζί του αρπακτικά πουλιά εκπαιδευμένα για την πρακτική της ιερακοθηρίας. Την ιερακοθηρία την εξασκούσαν πρώτοι οι Ασσύριοι από την εποχή ακόμα του Ασουρμπανιπάλ. Πολλοί πιστεύουν (ακόμη και σήμερα) ότι η ιερακοθηρία ήταν μια πρακτική που την εξασκούσαν οι ευγενείς κατά το Μεσαίωνα στην Ευρώπη. Διαβάζοντας όμως το μοναδικό έργο του Αριστοτέλη «Περί των ζώων ιστορίαι» μπορεί να δει κανείς ότι: «Στην περιοχή της Θράκης που κάποτε ονομαζόταν Κεδρίπολη, οι άνθρωποι κυνηγούν τα μικρά πουλιά στους βάλτους με τη βοήθεια γερακιών. Οι άνθρωποι κρατούν ξύλα και χτυπούν τα καλάμια και τα χαμόκλαδα για να κάνουν τα πουλάκια να πετάξουν και τα γεράκια εμφανίζονται από πάνω τους και τα καταδιώκουν. Από το φόβο τους τα πουλάκια πετούν πάλι προς τη γη οι άνθρωποι τα χτυπούν με τα ξύλα και τα πιάνουν και δίνουν στα γεράκια μερτικό, τους ρίχνουν δηλαδή μερικά από τα πουλιά και τα γεράκια τα πιάνουν». Ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ο Κλεόβουλος, που γεννήθηκε στην Λίνδο της Ρόδου, έγραψε ένα τραγούδι για τα Χελιδόνια. Το τραγουδούσαν τα μικρά παιδιά την 1η Μαρτίου, που οι πρόγονοί μας την είχαν αφιερωμένη στο Βοηδρομιώνα Μήνα, κρατώντας όλα ένα λουλουδένιο στρογγυλό στεφάνι, που έφερε επάνω σε ξύλο σκαλισμένες χελιδόνες. Το τραγούδι που έγραψε ο Κλεόβουλος ο Σοφός μας το περιέγραψε ο Αθηναίος. «Και χελιδονίζειν δε καλείται παρά Ροδίοις αγερμός τις άλλος, περί ου Θεογνίς φύσιν εν δευτερω περι των εν Ρόδω Θυσιών, γράφων ούτως. Είδος δε τι του αγείρειν χελιδονίζειν οι Ρόδιοι καλούσιν, ο γίνεται τω Βοηδρομιώνι μηνί. Χελιδονίζει δε λέγεται διά το ειωθός επιφωνείσθαι» Τα μικρά παιδιά της Λίνδου δίδαξαν σε όλη τη Ρόδο αυτό το όμορφο έθιμο, το οποίο σιγά-σιγά πέρασε στο Αιγαίο, στα νησιά, στη Θεσσαλία και αργότερα σε όλη την Ελλάδα, σε ορισμένες περιοχές τις οποίες επιβιώνει έως σήμερα. Για αρκετούς αιώνες το έργο του Αριστοτέλη, επηρέασε τους Έλληνες αλλά και τους δυτικούς Φυσιοδίφες. Τον όγδοο αιώνα τα έργα του εμφανίζονται στο Βυζάντιο, απ’ όπου αργότερα, γύρω στο δωδέκατο αιώνα, πέρασαν στη Δυτική Ευρώπη, όπου μεταφράστηκαν στα λατινικά και από εκεί απλώθηκαν παντού. Κατά τη βυζαντινή περίοδο τα πουλιά εμφανίζονται σαν θρησκευτικά σύμβολα. Η Καρδερίνα ήταν το πιο κοινό είδος που συμβόλιζε την αγάπη για το Χριστό. Το Χελιδόνι συμβόλιζε την Ανάσταση, το Περιστέρι ήταν το σύμβολο της καθαρής ψυχής και της ειρήνης, οι Πέρδικες συμβόλιζαν την ειλικρίνεια. Ο Δικέφαλος Αετός του Βυζαντίου, έγινε έμβλημα βασιλικής ισχύος από τους τελευταίους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Τον Δικέφαλο Αετό έφερε χρυσοκέντητο στα πέδιλά του, ο τελευταίος Έλληνας Αυτοκράτορας Κων/νος Παλαιολόγος, ενώ το σύμβολο αυτό, το έθνος το διατήρησε και μετά την άλωση, σαν σύμβολο της εθνικής ιδέας για την ανάσταση του υπόδουλου γένους. Στο Βυζάντιο υπήρχαν και μελετητές της φυσικής ιστορίας, που ασχολήθηκαν με τα πουλιά, όπως ο Μανουήλ Φιλής (1275-1345). Τέλος στους βυζαντινούς χρόνους έγιναν και προσπάθειες πτήσης από ανθρώπους με φτερά σαν εκείνα του Ικάρου και του Δαίδαλου. Μετά την άλωση της Κων/πολης, οι Έλληνες δεν ασχολήθηκαν επιστημονικά με τα πουλιά, τα έκαναν όμως τραγούδια και ποιήματα, που μιλούσαν για την πολυπόθητη λευτεριά. Αρκετά στοιχεία για τα πουλιά της Ελλάδας μπορούμε να βρούμε στις περιγραφές των ξένων περιηγητών, που επισκέφθηκαν τη χώρα στις δύσκολες εποχές για το σκλαβωμένο έθνος. Στους ξένους περιηγητές έκανε εντύπωση το γεγονός, ότι στην πατρίδα που γέννησε τον Αριστοτέλη, οι Έλληνες αποκαλούσαν όλα τα αρπακτικά γενικά με τα ονόματα Αετούς ή Γεράκια, χωρίς να μπορούν να προσδιορίσουν το είδος, πράγμα που είχε κάνει πολύ παλαιότερα ο Αριστοτέλης. Οι Πρώτες έρευνες για τα πουλιά της Ελλάδας αρχίζουν μετά την επανάσταση, από ξένους κυρίως ερευνητές και Ορνιθολόγους. Η ιστορία της Ορνιθολογίας στην Ελλάδα ξεκινά σχεδόν αμέσως μετά την Ελληνική Επανάσταση και την ίδρυση του νεώτερου κράτους. Η πρώτη επιστημονική καταγραφή των πουλιών στη νεώτερη Ελλάδα έγινε στο πλαίσιο της περίφημης «Επιστημονικής Αποστολής του Μορέως», τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στο Παρίσι (1833) και αφορούσαν έναν κατάλογο 58 ειδών της Πελοποννήσου. Έκτοτε και για πολλά χρόνια αρκετοί ξένοι Ορνιθολόγοι έκαναν τις επιστημονικές παρατηρήσεις τους στην Ελλάδα. Από ελληνικής πλευράς σημαντική υπήρξε η συμβολή του αείμνηστου Καθηγητή Αντώνη Κανέλλη και του αείμνηστου Β. Αντύπα Γ.Γ. της Ε.Ε.Π.Φ Στη χώρα μας η παρατήρηση πουλιών επίσημα εμφανίστηκε το 1982 με την ίδρυση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας (Ε.Ο.Ε.), η οποία εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο φυτώριο για μελλοντικούς Ορνιθολόγους και Bird-watchers. Τα τελευταία χρόνια αυξάνεται συνεχώς το ενδιαφέρον ξένων αλλά και Ελλήνων επισκεπτών για τις περιοχές με ιδιαίτερη οικολογική και ορνιθολογική σημασία, όπως εθνικοί δρυμοί, δάση, δέλτα ποταμών, φυσικά μνημεία. Σε ολόκληρη την Ευρώπη αναπτύσσεται ένα νέο είδος τουρισμού, οι Ορνιθο-διακοπές (Ornitholidays), που εκφράζει τη συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας προστασίας του περιβάλλοντος, την επιθυμία για επαφή με τη φύση και τα πουλιά και την αναζήτηση ενός διαφορετικού τρόπου ζωής. Το αυξημένο ενδιαφέρον, εκτός από την ενίσχυση της προστασίας των σημαντικών οικολογικά περιοχών, συμβάλλει και στην οικονομική ανάταση των κατοίκων τους. Βέβαια, στη χώρα μας δεν έχουν δημιουργηθεί ακόμη οι απαραίτητες υποδομές, που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν συστηματικά αυτό το είδος τουρισμού. Εδώ το κράτος καλείται, σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, να προχωρήσει στη δημιουργία οάσεων για τα πουλιά, όπως έχει ήδη γίνει στην Αγγλία, την Ιταλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εκτός από τα οικονομικά οφέλη, θα υπάρξουν και επιστημονικά, καθώς με ένα μεγάλο αριθμό bird-watchers στη χώρα μας, θα έχουμε περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή των πουλιών, τα οικοσυστήματά τους, τους πληθυσμούς τους. Καθημερινή, Κυριακή, 19 Ιουλίου 1998 |
                     |