Ενότητα :Τεύχος 73, Ιούλιος-Αύγουστος 2007

Τίτλος : Ανέστης Φωτιάδης & Γκάμπορ Μιχάλκο. ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ. Αγροτουριστική Ανάπτυξη στην Ουγγαρία

Διαβάστηκε: 1388 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

Αγροτουριστική Ανάπτυξη στην Ουγγαρία

 

Ανέστης Φωτιάδης[i] & Γκάμπορ Μιχάλκο[ii]

 

 

Εισαγωγικά

 

Ο τουρισμός αποτελεί πλέον μια από τις σημαντικότερες οικονομικές δραστηριότητες στις σύγχρονες κοινωνίες, σε παγκόσμιο επίπεδο, αφού τελευταία έγινε ένας σημαντικός τρόπος ανάπτυξης των ανθρώπινων σχέσεων (οικονομικών και πολιτιστικών) κατά την διάρκεια των διακοπών (Michalko Gabor, 2000).  Η αύξησή του υπήρξε ραγδαία κατά το δεύτερο ήμισυ του εικοστού αιώνα, ενώ αναμένεται να αποτελέσει τη σημαντικότερη οικονομική δραστηριότητα για το μέλλον. Ο τουρισμός αναπτύσσεται σε περιοχές που έχουν τις δυνατότητες να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των επισκεπτών και των οποίων τα θέλγητρα και οι τουριστικοί πόροι αποτελούν κατά κύριο λόγω το φυσικό περιβάλλον και οι πολιτιστικοί πόροι. Η ανάπτυξη του τουρισμού σε μια περιοχή και το είδος της τουριστικής ανάπλασης που ακολουθεί εξαρτώνται όλο και περισσότερο από τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά των τοπικών πόρων, τα οποία προσδιορίζουν ως ένα βαθμό τις δυνατότητες, αλλά και τους περιορισμούς για την τουριστική και οικονομική αναβάθμισή του. Η Ουγγαρία μετά την διάσπαση της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. αντιλήφθηκε τις ευκαιρίες τουριστικής ανάπτυξης που της παρουσιάστηκαν και προσπάθησε να τις εκμεταλλευτεί με τα μέσα που διέθετε.

          Στην Ουγγαρία κατοικούν πάνω από 10,5 εκατομμύρια άνθρωποι, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων  είναι Ούγγροι ή Μαγυάροι. Οι Μαγυάροι κατάγονται από την Κεντρική Ασία και η γλώσσα τους δεν σχετίζεται με την γλώσσα των Σλάβων, οι οποίοι κυριαρχούν στην Ανατολική Ευρώπη. Για το 95% του πληθυσμού, κυρίως Ούγγροι, η μητρική γλώσσα είναι η Ουγγρική, η οποία αποτελεί μια Φιννο-ουγγρική γλώσσα που δεν συνδέεται με καμία γειτονική γλώσσα και έχει μία μακρινή σχέση με τη Φινλανδική και την Εσθονική. Το 20% του συνολικού πληθυσμού  κατοικεί στην Βουδαπέστη, την πρωτεύουσα, ενώ ο πληθυσμός τής επόμενης μεγαλύτερης πόλης είναι σχεδόν δέκα φορές μικρότερος.

Μεταξύ άλλων μεταβατικών οικονομιών η Ουγγαρία υπήρξε πρωτοπόρος στην μεταβίβαση κεντρικών λειτουργιών σε τοπικό επίπεδο και στην αναίρεση των συγκεντρωτικών δομών της σοσιαλιστικής περιόδου. H συγκεκριμένη πορεία ξεκίνησε την δεκαετία του ’90, παρά την βαθιά οικονομική δυσπραγία και την δημοσιονομική λιτότητα στα μέσα εκείνης της δεκαετίας. Λόγω εκείνης της πρώιμης προσπάθειας μεταβίβασης των κεντρικών λειτουργιών, οι τοπικές κυβερνήσεις στην Ουγγαρία είχαν την πρώτη τους εμπειρία με θέματα οικονομικής διαχείρισης, στρατηγικού σχεδιασμού, δημοτικών επιχειρήσεων, δημόσιων-ιδιωτικών συνεταιρισμών και με προετοιμασία και εφαρμογή σχεδίων. Σήμερα στην Ουγγαρία η τοπική κυβερνητική δομή περιλαμβάνει δύο εκλεγμένα επίπεδα: 19 επαρχίες και 3.200 τοπικές κυβερνήσεις. Ο μέσος πληθυσμός των τοπικών δήμων είναι 3.249 αλλά πάνω από 1.600 δήμοι έχουν λιγότερους από 1.000 κατοίκους. Αυτή η κατανομή, όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, ανάγκασε την κυβέρνηση της χώρας να σκεφτεί μεθόδους ανάπτυξης αυτών των προβληματικών περιοχών οι οποίες αντιμετώπιζαν τα συνήθη προβλήματα των αγροτικών περιοχών, όπως η αστικοποίηση, η ανεργία κτλ. Το πρόβλημα ήταν πιο έντονο λόγω του γεγονότος ότι η Ουγγαρία, αν εξαιρέσουμε την Βουδαπέστη, δεν είναι προικισμένη με εντυπωσιακά τουριστικά χαρακτηριστικά, και ως εκ τούτου έπρεπε να αναπτυχθούν δραστηριότητες οι οποίες θα εξασφάλιζαν κάποιο εισόδημα στις αγροτικές περιοχές χρησιμοποιώντας τους φυσικούς και πολιτιστικούς πόρους της χώρας, μια τέτοια λύση ήταν η ανάπτυξη της αγροτουριστικής δραστηριότητας. Μια δραστηριότητα όμως που διαφέρει αρκετά με την αγροτουριστική ανάπτυξη της Ελλάδας, αφού δεν πραγματοποιείται σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές όπως στην χώρα μας και οι υποδομές τους είναι σε αρκετές περιπτώσεις χειρότερης ποιότητας από τις δικές μας. 

 

 

Ο Αγροτουρισμός στην Ουγγαρία       

 

Οι αγροτικές κοινότητες καθώς και οι κεντρικές και τοπικές κυβερνήσεις, προσπαθούσαν να βρουν κατάλληλες τακτικές ανάπτυξης ώστε να αναβαθμίσουν τις περιφερειακές οικονομίες, αφού συνειδητοποίησαν ότι η γεωργία έχει αλλάξει δραματικά μετά την μαζική εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία, κοινώς γνωστή ως πράσινη επανάσταση. (Leite and Radhakrishna 2002). Οι αγροτικές περιοχές έχασαν την πρωταρχική τους δραστηριότητα, η γεωργία ανήκει στο παρελθόν και υπάρχουν μόνο ορισμένα μέρη όπου μπορεί κανείς να συναντήσει αυθεντικούς αγρότες. Η βάση της βιώσιμης ανάπτυξης δεν είναι η γεωργία, αν και υπάρχει μία προσπάθεια να στηριχθεί το παραδοσιακό αγροτικό περιβάλλον (η αγροτική ατμόσφαιρα) ως μία ψευδαίσθηση για τους ξένους. Μέσω της δημιουργίας ενός ελκυστικού αγροτουριστικού μέρους, το αυθεντικό αγροτικό περιβάλλον το οποίο στηρίζεται στην γεωργία ίσως μπορέσει επίσης να σωθεί.

Υπάρχει μία μικρή σύγχυση σχετικά με τον ορισμό του αγροτουρισμού, καθώς υπάρχουν πολλά είδη τουρισμού τα οποία μπορούν να ονομαστούν αγροτουριστικά όπως ο τουρισμός σε φάρμα (farm tourism) που ορίζεται από τον Clarke (1999) ως ένα είδος αγροτουρισμού που περιλαμβάνει μορφές εργασίας στο περιβάλλον ως ένα μέρος του προϊόντος από την πλευρά του πελάτη  ή ο τουρισμός σε χωριά (village tourism) που δημιουργεί τα δικά του ιδιαίτερα θέλγητρα, οργανισμούς και διευκολύνσεις με σκοπό να προσελκύσει τουρίστες στην εξοχή. Αυτό απαιτεί συνεργασία, προετοιμασία, σωστή ηγεσία και  αφοσίωση από την τοπική κοινωνία (Kovács 1997).

Η Perales (2002) επιχείρησε να λύσει το πρόβλημα του ορισμού υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν δύο είδη αγροτουρισμού, ο παραδοσιακός, ο οποίος βασίζεται σε αγροτικά καταλύματα και ο σύγχρονος, όπου οι επισκέπτες προσδοκούν μία  πολύ ουσιαστικότερη και ευεργετική επαφή με το περιβάλλον, το τοπίο και τους φυσικούς και αρχιτεκτονικούς πόρους. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ουγγαρέζικου Οργανισμού για τον Αγροτουρισμό κ. Κισμαντία, ο αγροτουρισμός στην Ουγγαρία συνιστά ένα είδος τουριστικής δραστηριότητας το οποίο παρέχει συμπληρωματικό εισόδημα  σε ανθρώπους με διαφορετικές βασικές ασχολίες οι οποίοι προσφέρουν τα αχρησιμοποίητα καταλύματά τους στην υπηρεσία του τουρισμού. Για αυτόν το λόγο είναι ένας κλάδος του τουριστικού προϊόντος της χώρας που είναι πολύ σημαντικός. Όπως προαναφέραμε η Ουγγαρία δεν έχει φυσικούς τουριστικούς πόρους, όπως θάλασσα, ψηλά βουνά, τροπικά δάση κτλ, αλλά  έχει αναπτυγμένη πολιτισμική δραστηριότητα σχεδόν σε όλα τα μικρά  χώρια, θερμά λουτρά, ποτάμια και λίμνες οι οποίες συνθέτουν ένα όμορφο και πολύ ήρεμο περιβάλλον.

Πιστεύουμε ότι ο Αγροτουρισμός στην Ουγγαρία βρίσκεται ακόμα σε πρωταρχικό στάδιο και η σημαντικότερη μορφή αγροτουρισμού είναι ο τουρισμός σε οικογενειακές φάρμες  ή σε σπίτια σε χωριά, όπου οι επισκέπτες μένουν μαζί με την οικογένεια του αγρότη ή σε ένα ξενώνα, και συνήθως τρώνε το ίδιο γεύμα με την οικογένεια. Ο επισκέπτης είναι σε θέση να γνωρίσει την ζωή του χωριού, τα έθιμα και τις παραδόσεις και να γευτεί τα τοπικά φαγητά και ποτά, μακριά από το άγχος και το θόρυβο της πόλης σε ένα απόλυτα φυσικό περιβάλλον.

Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε ότι ο αγροτουρισμός δεν λειτουργεί ικανοποιητικά σε ορισμένες περιπτώσεις καθώς υπάρχουν παραδείγματα όπου ο αγροτουρισμός δεν συνδέεται με την γεωργία και οι οικοδεσπότες προσφέρουν ελάχιστες διευκολύνσεις σχετικά με το φαγητό και τα υπόλοιπα προγράμματα. Οι οικοδεσπότες συνήθως δυσκολεύονται να πουλήσουν τα δικά τους προϊόντα στους φιλοξενούμενους, είτε γιατί δεν έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση για αυτό, είτε γιατί αδυνατούν να κοστολογήσουν τα προϊόντα τους κατάλληλα. Ένα άλλο ζήτημα είναι τα έργα υποδομής που απαιτούνται, για παράδειγμα, κάποιος που επιθυμεί να ταξιδέψει σε μία αγροτική περιοχή, ίσως δυσκολευτεί να την προσεγγίσει.

Επίσης, ο αγροτουρισμός στην συγκεκριμένη χώρα, συνήθως, ασκείται κατά την διάρκεια του καλοκαιριού και συχνά ένα μεγάλο ποσοστό επισκεπτών προέρχεται από την Γερμανία και την Αυστρία. Οι τουρίστες παραμένουν κατά μέσο όρο 5,3 ημέρες και οι τιμές είναι πραγματικά χαμηλές σε σύγκριση με την Ελλάδα. Η τοπική κοινωνία αυτών των περιοχών συνήθως δεν γνωρίζει καμία ξένη γλώσσα και όσοι γνωρίζουν μιλούν κυρίως Γερμανικά και όχι Αγγλικά.

 

 

Συμπεράσματα

 

Πολλοί ερευνητές όπως οι Williams and Shaw (1998) υποστηρίζουν ότι ο τουρισμός μπορεί να διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο ως εργαλείο αντίδρασης στα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγροτικές περιοχές. Για αυτό το λόγο ο αγροτουρισμός  παρουσιάζει διαφορετικά ποσοστά κρατικής υποστήριξης (Gartner 2004, Hall and Jenkins 1998), καθώς υπάρχει η πεποίθηση ότι μπορεί να κινητοποιήσει την οικονομική άνθιση και ανάπτυξη (Rátz and Puczkó 1998). Ωστόσο ο αγροτουρισμός δεν αποτελεί πανάκεια (Singouridis and Fotiadis 2005), αφού φαίνεται ότι δεν έχει μόνο θετικές αλλά και αρνητικές επιπτώσεις. (Mason and Cheyne 2000, Johnson, Snepenger and Akis 1994).

Στην Ουγγαρία ο αγροτουρισμός μπορεί να δημιουργήσει εργασιακές ευκαιρίες, να μειώσει την ανεργία, να προσφέρει εναλλακτικό εισόδημα και να βελτιώσει το επίπεδο συνθηκών των ξενώνων. Συνιστά μία οικονομική μορφή διακοπών για τον τουρίστα ο οποίος είναι σε θέση να γνωρίσει τις παραδόσεις και την ιστορία των αγροτικών περιοχών, καθώς και την φύση. Ο αγροτουρισμός στην Ουγγαρία ίσως βοηθήσει τις αγροτικές περιοχές ώστε να αποτραπεί η φυγή των κατοίκων μέσω της αύξησης του εισοδήματος τους, ενώ έμμεσα μπορεί να συμβάλλει στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών.

 

 

Βιβλιογραφικές Αναφορές

 

Clarke J. (1999): Marketing Structures for Farm Tourism: Beyond the Individual Provider of Rural Tourism, In Journal of Sustainable Tourism Vol. 7, No. 1, pp 26-45

Gartner W. (2004): Rural tourism in the USA. International Journal of Tourism Research, 22(2), 267-282

Hall C. M. and Jenkins J. (1998): The policy dimension of rural tourism and recreation. In Tourism and recreation in rural areas pp. 19-42. Chichester: Wiley.

Johnson D. J., Snepenger J. D. and Akis S. (1994): Residents Perceptions of Tourism Development, In Annals of Tourism Research, Vol. 21, No. 3, pp. 629-642

Kovacs D. (1997): Rural Tourist Development from the Perspective of a Country in Transition (The case of Hungary), In Department of Rural Sociology, Faculty of Economics and Social Sciences

Leite T.C.F. and Radhakrishna B.R. (2002): Agricultural Education and Extension Facing a New Rural Milieu: Challenges for Brazilian Colleges of Agricultural Science. AIAEE 2002 Proceedings of the 18th Annual Conference, Durban, South Africa.

Mason P. and Cheyne J. (2000): Residents' Attitudes to Proposed Tourism Development, Annals of Tourism Research, Vol/Issue: 27/2, 2000 Apr pp.391-411.

Michalkó G. (2000): Changing Spatial Pattern of Tourism in Hungary, Studies in Geography in Hungary 31, Geographical Research Inst. HAS, Budapest 2000, pp. 241-256

Perales R. M.Y. (2002): Rural Tourism in Spain, In Annals of Tourism Research, Vol. 29, No. 4 pp.1101-1110

Rátz, T and L. Puczkó (1998): Rural Tourism and Sustainable Development in Hungary, In: D. Hall - L. O'Hanlon eds.: "Rural Tourism Management: Sustainable Options" International Conference, Conference Proceedings; Scottish Agricultural College, Auchincruive, Ayr, Scotland, UK, pp.450-464

Singourindis E. and Fotiadis A. (2005): Social-psychological influence of Agro tourism at local communities, Вестника Балтийской Педагогической академии, Вып. 63. – 2005 г.  Ответственный за выпуск, проф. И.Г. Станиславская

Williams A. and Shaw G. (1998): Tourism and economic development: European Experiences (3rd Ed.) Chichester: Wiley. 



[i] Υποψήφιος Διδάκτωρ Οικονομικού Πανεπιστήμιου Πετς – Ουγγαρίας.

[ii] Senior Research Fellow, Geographical Research Institute, Hungarian Academy of Sciences

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 73, 8-9/07

 

Επιστροφή