Ενότητα :Τεύχος 74, Σεπτέμβριος2007 |
Τίτλος : Κουρουζίδης Σάκης, Είμαστε ένας λαός πυρομανών
|
Αρχή κειμένου Είμαστε ένας λαός πυρομανών! Σάκης Κουρουζίδης Τελικά, μέσα σε όλα τα κουσούρια που έχουμε ως λαός, αποκτήσαμε άλλο ένα: γίναμε και πυρομανείς. Δεν εξηγείται αλλιώς, αφού όλες σχεδόν οι πυρκαγιές αποδίδονται σε εμπρηστές, πυρομανείς. Όποιος βλέπει μπροστά του έναν δημοσιογράφο, μια κάμερα, σπεύδει να καταγγείλει τον «σίγουρο εμπρησμό». Και καλά ένας πυρόπληκτος, μέσα στον πανικό και την απόγνωσή του, εύκολα μπορεί να παρασυρθεί σε εν θερμώ εκτιμήσεις που εκτονώνουν καλύτερα την οργή του για το κακό που τον βρήκε. Αλλά υπουργοί, βουλευτές, νομάρχες, πυροσβέστες, αστυνομικοί και λοιποί "υπεύθυνοι", πώς γίνεται να βλέπουν παντού και μόνον αδίστακτους εμπρηστές; Οι εμπρησμοί, μέχρι πριν λίγο καιρό, αποδίδονταν κατά κανόνα σε οικοπεδοφάγους και δευτερευόντως σε βοσκούς ή σε κάποιους με ψυχολογικά προβλήματα. Τώρα, προστέθηκαν και οι «ασύμμετρες απειλές», δηλαδή, αιτίες που συνδέονται όχι μόνον με οικονομικές βλέψεις αλλά και απευθείας πολιτικές. Επειδή, όμως, οι καταγγελίες αυτές μπορούν να αποδοθούν μόνον στις προεκλογικές δυσκολίες της κυβέρνησης, που έρχονται να συναντήσουν μια ψυχολογική προδιάθεση των Ελλήνων να γοητεύονται από θεωρίες συνομωσίας –δώσε στον Έλληνα συνωμοσία και πάρτου την ψυχή!- ας μην ασχοληθούμε καθόλου με την προέκταση αυτή. Οι θεωρίες, όμως, για οικοπεδοφάγους εμπρηστές έχουν βάση. Άλλο, βέβαια, υπαρκτό κίνητρο εμπρησμού και άλλο «οργανωμένο σχέδιο». Σχέδιο σημαίνει ότι ο οικοπεδοφάγος της Αρεόπολης, πχ., ψάχνει και βρίσκει τον οικοπεδοφάγο του Αλιβερίου και της Χαλκιδικής και «οργανώνονται» για να βάλουν τις φωτιές βάσει ενός «σχεδίου». Αδυνατώ να εντοπίσω οποιοδήποτε λόγο, κίνητρο ή ανάγκη για έναν τέτοιο συντονισμό μεμονωμένων οικοπεδοφάγων. Ο καθένας από αυτούς που επιθυμεί την αλλαγή χρήσης μιας δασικής έκτασης που κατέχει, με τη μέθοδο του εμπρησμού, σε τίποτα δεν θα ωφεληθεί ο ίδιος αν την ίδια ώρα το πετύχει και κάποιος άλλος οικοπεδοφάγος σε μια άλλη περιοχή της χώρας. Ούτε το εγχείρημά του γίνεται πιο αποτελεσματικό από ένα τέτοιο «σχέδιο». Άρα, έχει κάθε λόγο, να μην μάθει κανείς άλλος το προσωπικό του εγχείρημα, γιατί, χωρίς να ωφελείται σε κάτι, διακινδυνεύει περισσότερο αν στο «σχέδιο» εμπλακούν πολλοί. Έτσι κι αλλιώς, η «τεχνογνωσία» που απαιτείται για τον εμπρησμό είναι τόσο απλή και διαδεδομένη, που ούτε από εκεί θα είχε όφελος. Όλοι ξέρουν ότι οι πιο ζεστές μέρες του καλοκαιριού, και δη του καύσωνα, είναι οι πιο πρόσφορες για το εγχείρημά τους, ότι πρέπει να προσέξουν την κατεύθυνση του αέρα για να επιλέξουν το σωστό σημείο που θα βάλουν τη φωτιά, για κάψουν το δικό τους κομμάτι και όχι του γείτονα, ότι το απόγευμα προσφέρεται για πολλούς λόγους ως κατάλληλη ώρα γιατί είναι πιο ζεστή η «μάζα» που θα καεί και γιατί ακολουθεί η νύχτα που δυσκολεύει την κατάσβεση. Ως προς τα σύνεργα τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Αρκεί ένα στουπί περιλουσμένο με βενζίνη να τοποθετηθεί σε κατάλληλο μέρος την κατάλληλη ώρα. Οι εκρηκτικοί μηχανισμοί, που κάποιοι υποτίθεται ότι βρίσκουν μέσα στα καμένα και τους παρουσιάζουν ως τεκμήρια εμπρησμού, ως «φιλοσοφία» στερούνται κάθε λογικής. Οι εμπρηστικοί μηχανισμοί είναι κατάλληλοι να ανατινάζουν κτίρια, να σκοτώνουν ανθρώπους, να καίνε αυτοκίνητα και όχι να προκαλούν μια απλή φωτιά. Για το σκοπό αυτό αρκεί ένα στουπί ή μια φανέλα που την βουτάς σε ένα εύφλεκτο υγρό, δεν χρειάζεται μπουλντόζα για να γκρεμίσεις ένα παιδικό πύργο στην άμμο! Εξάλλου, ο μηχανισμός αφήνει ίχνη ενώ το στουπί, όχι! (όποιος λέει ότι βρήκε στουπί μετά τη φωτιά, ως τεκμήριο εμπρησμού, να το εκθέσει σε μουσείο γιατί θα είναι σπάνιας αξίας αντικείμενο που επιβίωσε μετά από μια πυρκαγιά, ενώ θα έπρεπε να είναι το πρώτο που θα καεί και να μην αφήσει ούτε κλωστούλα άκαυτη). Ως απόδειξη οργανωμένου σχεδίου πολύ συχνά εμφανίζονται οι πολλές ταυτόχρονες εστίες που κάποιοι συμπολίτες μας έχουν το μεγάλο προνόμιο να αντιλαμβάνονται, γιατί έχουν τη σπάνια τύχη –πάντα κάποιος, σε κάθε φωτιά- να βρίσκονται σε ένα σημείο με πανοραμική θέα από όπου μπορούν να αντιλαμβάνονται τις «ταυτόχρονες εστίες». Μια φωτιά, όμως, η ίδια φωτιά, μεταδίδεται με πολλούς τρόπους. Ανάλογα με τους ανέμους, την κλίση του εδάφους, το είδος της βλάστησης και άλλους παράγοντες, είναι δυνατόν να πεταχτεί ακόμη και 500 μέτρα απόσταση και από μη γνωρίζοντες να θεωρηθεί ως νέα εστία, ανεξάρτητη από την άλλη, που …δεν μπορεί παρά να την έβαλε εμπρηστής. Επίσης, μια φωτιά, ως γνωστόν, μπορεί να καίει και να μεταδίδεται μόνον στην επιφάνεια του εδάφους, εφόσον υπάρχει «μάζα» να καεί και εφόσον δεν υπάρχουν χαμηλά κλαδιά από τα δέντρα για να αρπάξουν και να κάψουν ολόκληρο το δέντρο (ο κορμός ενός μεγάλου δέντρου, βέβαια, δεν αρπάζει εύκολα από μια έρπουσα φωτιά). Όταν, μετά από 100, 300, 500 μέτρα βρεθούν χαμηλά κλαδιά και αρπάξει φωτιά ολόκληρο το δέντρο, από μακριά κάποιος που δεν ξέρει, πάλι μπορεί να το θεωρήσει ως νέα εστία και τεκμήριο «σχεδίου εμπρηστών». Οι αναζωπυρώσεις, πολύ συχνά, αποτελούν, αφελώς, τεκμήριο νέου χτυπήματος των εμπρηστών (η πρόβλεψη για παραμονή σε επιφυλακή για 24 ώρες μετά το σβήσιμο μια πυρκαγιάς, αυτό ακριβώς υπονοεί, τον κίνδυνο, μια εστία που δεν φαίνεται, να φουντώσει μετά από πολλές ώρες χωρίς την βοήθεια εμπρηστών). Οι φωτοβολίδες, πάλι, ως εργαλείο εμπρησμού είναι εντελώς επιπόλαια επινόηση, γιατί κάποιος επίδοξος εμπρηστής, ενώ μπορεί να βάλει φωτιά με ένα στουπί και να απομακρυνθεί αθόρυβα, πετάει μια φωτοβολίδα και είναι σαν φωνάζει σε παρατυχόντες περαστικούς ότι, προσέξετε, κάτι γίνεται εδώ, κάποιος βάζει φωτιά. Είναι πιο λογικοί, νομίζω, οι εμπρηστές! Παρεμφερές σενάριο με τους εμπρηστικούς μηχανισμούς και τις φωτοβολίδες, είναι αυτό με τα ανευρεθέντα στον τόπο του εγκλήματος γκαζάκια, ενός σπάνιου για την ελληνική ύπαιθρο αντικειμένου, όπου, ως γνωστόν, μόνο παλιά στρώματα, κουζίνες, πλυντήρια, μπουκάλια και αποτσίγαρα μπορεί να βρει κανείς και ποτέ γκαζάκια! Αν κάποιος έκανε μια μονάδα ανακύκλωσης με γκαζάκια που είναι πεταμένα στα δάση και τους αγρούς, θα έκανε την καλή του. Αυτό πάλι το εύρημα με κάποιους τύπους με μηχανάκια που κινούνταν «ύποπτα»(!!!), τι αλήθεια να σημαίνει; Τα μηχανάκια στην ελληνική ύπαιθρο –και στις πόλεις- είναι τόσο πολλά που αν κάθε φορά που βλέπαμε μηχανάκι να κινείται σε αγροτικό ή δασικό δρόμο καλούσαμε την αστυνομία ή την πυροσβεστική (για να μην πω την αντιτρομοκρατική) θα παραλύαμε το σύστημα εντελώς! Το ότι κινούνταν «ύποπτα» στην περιοχή, ας το αφήσουμε ασχολίαστο. Η Κύπρος η οποία διαθέτει ακριβή στοιχεία για τα αίτια των πυρκαγιών, στην επίσημη ιστοσελίδα του υπ. Περιβάλλοντος, αναφέρει: οι δασικές πυρκαγιές οφείλονται σε γεωργικές δραστηριότητες κατά 20%, σε ταξιδιώτες/εκδρομείς 15%, σε κακόβουλες πράξεις (εμπρησμοί!) 11%, σε στρατιωτικές δραστηριότητες 5%, στο κυνήγι 2% κλπ. Εμπρησμοί, βέβαια, γίνονται, αλλά σε ποιο ποσοστό μπορούν να φτάσουν; Η έλλειψη επίσημων στατιστικών για τα αίτια των δασικών πυρκαγιών, δεν σημαίνει ότι απουσιάζει εντελώς κάποια εικόνα γι’ αυτά. Ο καθηγητής του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, Φωκίων Βοσνιάκος θεωρεί ότι «το 52% των πυρκαγιών προκαλούνται από αυταναφλέξεις, δηλαδή, από συγκέντρωση και αντανάκλαση ηλιακών ακτίνων από σπασμένα γυαλιά και κονσέρβες (και από αυτές το 27% σε αυταναφλέξεις από ανεξέλεγκτες χωματερές). Είναι δύσκολο ν' αποδείξεις ότι μια φωτιά προκλήθηκε από εμπρησμό, γιατί σπανίως υπάρχουν ακριβή στοιχεία που να μαρτυρούν κάτι τέτοιο. Να φανταστείτε ότι εξακριβωμένους από πρόθεση εμπρησμούς συναντάμε σε ένα ποσοστό μεγέθους 1,5 με 2%», λέει ο κ. Φ.Β. Το προφίλ του σύγχρονου «εμπρηστή», είναι αυτό του εισβολέα των δασών, αυτού που δραπετεύει από τα αστικά κέντρα και μεταφέρει τις «αστικές» του συνήθειες και στο δάσος: πετάει έξω από το αυτοκίνητο τσιγάρα, σκουπίδια (μπουκάλια, χαρτιά, πλαστικά, μέταλλα κλπ.). Είναι οι άνθρωποι που δεν ξέρουν το δάσος. Οι «αστοί» δεύτερης ή τρίτης γενιάς, που δεν ξέρουν από τι ακριβώς απειλείται το δάσος, δεν ξέρουν τους κινδύνους που οι ίδιοι προκαλούν στο δάσος. Δεν ξέρουν πώς παίρνει φωτιά το δάσος, πως μεταδίδεται μια πυρκαγιά. Δεν ξέρουν τις δικές τους ευθύνες για την περιφρούρηση τους δάσους. Η καθαρή ανάσα στο δάσος απαιτεί πολύ κόπο, δουλειά και εκπαίδευση. Τα σπίτια τους μέσα σε δασικές εκτάσεις έχουν προσελκύσει επισκέπτες, προμηθευτές, διερχόμενους, συναλλασσόμενους, απορρίμματα και άλλους ...εισβολείς που αυξάνουν κατακόρυφα τους κινδύνους για "τυχαία" ή "από άγνοια" πρόκληση πυρκαγιάς. Αυτό είναι το προφίλ του σύγχρονου «εμπρηστή». Τα «οργανωμένα σχέδια των εμπρηστών» και οι «ασύμμετρες απειλές» αποτελούν ένα εύκολο άλλοθι για όσους έχουν την ευθύνη της πρόληψης και της κατάσβεσης των πυρκαγιών στο δάσος. Και αυτοί δεν περιορίζονται μόνον στην κεντρική εξουσία –που έχει ασφαλώς την κύρια ευθύνη- αλλά επεκτείνονται στην τοπική αυτοδιοίκηση, τους «κατοίκους» των δασών, τους εκδρομείς και τους παραθεριστές στα δάση. Το «δωρεάν» στη φύση μας τελείωσε, άλλωστε ποτέ δεν υπήρχε. Και μια επισήμανση για την οργάνωση της δασοπυρόσβεσης. Η ευθύνη της δασοπυρόσβεσης αφαιρέθηκε από την Δασική Υπηρεσία και ανατέθηκε στην Πυροσβεστική, μια υπηρεσία που ασφαλώς είναι από τις καλύτερα οργανωμένες στη χώρα μας. Θεωρήθηκε, έτσι, ότι η κατάσβεση μιας πυρκαγιάς σε ένα δάσος είναι πρωτίστως θέμα τεχνικής των κατασβέσεων και όχι γνώσης του ίδιου του δάσους, των λειτουργιών του και των ιδιαιτεροτήτων του. Ότι ένα δάσος είναι "αντικείμενο" προς κατάσβεση και όχι ένα "ζωντανό σύστημα", μέσα στο οποίο υπάρχει τεράστια ποικιλία ειδών, συνδυασμών ειδών, γεωμορφολογικών και μικροκλιματικών ιδιαιτεροτήτων. "Γνωρίζω" ένα δάσος δεν σημαίνει γνώση της γεωγραφικής του θέσης, των δρόμων πρόσβασης και των σημείων νερού, απλώς. Σημαίνει γνωρίζω τα διάφορα είδη δέντρων, θάμνων και χλόης, τον τρόπο που ...καίγονται ή αντιστέκονται στη φωτιά, πώς μεταδίδεται μια φωτιά στα διάφορα είδη δασών, την κατάσταση του κάθε συγκεκριμένου δάσους που καίγεται και πολλά άλλα χαρακτηριστικά του, απολύτως απαραίτητα για όποιον συντονίζει και όχι απλώς συμμετέχει στην κατάσβεση μιας πυρκαγιάς στο δάσος. Η επιλογή αυτή θα πρέπει να είναι πάντα ανοιχτή για επανεξέταση. Δαίμων της Οικολογίας, τ. 74, 9/07 |
                     |