Ενότητα :Ευθυμιόπουλος Ηλίας

Τίτλος : Ηλίας Ευθυμιόπουλος, ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Διαβάστηκε: 868 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η ψήφιση των νέων κανονισμών για τους ΓΤΟ από την ΕΕ και η στάση της Ελληνικής πλευράς

 

Ηλίας Ευθυμιόπουλος

 

Παρά τη σχετική φιλολογία των τελευταίων εβδομάδων, η νέα Ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα μεταλλαγμένα, δεν έφερε καμιά ανατροπή. Οι δύο κανονισμοί που ψήφισε το Ευρωκοινοβούλιο στις 2 Ιουλίου μαζί με την περσινή Οδηγία 2001/18, απλώς ολοκληρώνουν και επισημοποιούν το σύστημα των προϋποθέσεων που είχαν θέσει τα κράτη-μέλη πριν από την επιβολή του μορατόριουμ (πάγωμα των εγκρίσεων νέων μεταλλαγμένων οργανισμών) το 1999. Αντίθετα με όσα γράφτηκαν στον τύπο, όχι μόνο δεν «άνοιξαν διάπλατα οι πόρτες» στην καλλιέργεια, την εμπορία και τη  χρήση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών,   αλλά, μέσω της γενίκευσης και του υποχρεωτικού χαρακτήρα της σήμανσης, δόθηκε ένα σημαντικό όπλο στους καταναλωτές που μπορούν να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Η σωστή πληροφόρηση και οι προτιμήσεις τόσο των καταναλωτών όσο και των παραγωγών είναι οι παράγοντες που εν τέλει θα κρίνουν την έκβαση της αντιπαράθεσης των εταιρειών από τη μια μεριά και του περιβαλλοντικού κινήματος από την άλλη.

 

Μια άλλη όμως σημαντικότερη εξέλιξη, πέρασε δυστυχώς στα «ψιλά».  Στις αρχές του Ιουνίου στη μικρή νησιωτική χώρα Παλάου της Ωκεανίας επικυρώθηκε το Πρωτόκολλο για τη Βιοασφάλεια το οποίο τίθεται σε ισχύ από τις 11 Σεπτεμβρίου του 2003. Το πρωτόκολλο υιοθετήθηκε αρχικά τον Ιανουάριο του 2000 στο Μόνρεαλ του Καναδά ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις και παρά τη σθεναρή αντίσταση του «λόμπι των μεταλλαγμένων» γνωστού και ως Miami Group, την ομάδα δηλαδή των 6 σποροεξαγωγών χωρών (ΗΠΑ, Καναδάς, Αργεντινή, Αυστραλία, Ουρουγουάη, Χιλή). Η σημαντική αυτή διεθνής σύμβαση, θέτει για πρώτη φορά ένα πλαίσιο κανόνων για τις διασυνοριακές μετακινήσεις των μεταλλαγμένων οργανισμών. Αμφισβητεί την παντοδυναμία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, υιοθετεί την αρχή της πρόληψης και επιβάλει τη σύμφωνη γνώμη της χώρας προορισμού στην περίπτωση των εξαγωγών. Τονίζει επίσης την ανάγκη για την ανάγκη προστασίας  των  «κέντρων ποικιλότητας», των περιοχών δηλαδή του πλανήτη που συγκεντρώνουν πλούσιο γενετικό υλικό το οποίο απειλείται από την απελευθέρωση μεταλλαγμένων οργανισμών. Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά η Ελλάδα δεν πρόσθεσε  την υπογραφή της στην λίστα των 49 χωρών, μεταξύ των οποίων 13 αφρικανικές, 10 ασιατικές, 11  από τη Λατινική Αμερική και 17 από την Ευρώπη.

 

Αδιαφορία ή πολιτικός οπορτουνισμός; Όπως και νάχει όμως το πράγμα, είναι σαφές ότι η τρέχουσα ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ όχι μόνο δεν θέλει να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, αλλά στην πράξη ανατρέπει αυτό που χτίστηκε με κόπο από το 1998. Θυμίζω ότι με αρχή την υφυπουργία Κολιοπάνου, η Ελλάδα πήρε σημαντικές πρωτοβουλίες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο και πρωτοστάτησε στο κίνημα που πίεσε για μια πιο αυστηρή νομοθεσία, μη διατάζοντας να προσχωρήσει στην ομάδα των «ανταρτών» που αμφισβήτησαν την μέχρι τότε νομιμότητα. Αντίθετα,  η δήλωση της σημερινού υπουργού ότι «η Ελλάδα δεν πρέπει να παίρνει ακραίες θέσεις», συντάσσει ντε φάκτο τη χώρα με την ομάδα των νέο-συντηρητικών κυβερνήσεων, που με το επιχείρημα του ρεαλισμού,   παίζουν (αντικειμενικά) το παιχνίδι των εταιρειών και της ατλαντικής υπερδύναμης. Κι αυτό τη στιγμή που ήταν γνωστό ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, στην αρχή της τετραετίας, είχε  προσωπικά δείξει ιδιαίτερη ευαισθησία για το ζήτημα, το είχε κατατάξει στις προτεραιότητες της νέας κυβερνητικής πολιτικής και ίδρυσε την Επιτροπή Βιοηθικής με κατευθείαν αναφορά στο Μαξίμου. Είχε προφανώς την διορατικότητα να εκτιμήσει το ενδιαφέρον του  κοινού, πράγμα που επιβεβαιώνουν οι τελευταίες σφυγμομετρήσεις: το 93% των Ελλήνων καταναλωτών είναι αντίθετο στη χρήση των μεταλλαγμένων. Όσο για την αξιωματική αντιπολίτευση, για μια ακόμη φορά απέχει από τον διάλογο, δεν έχει θέση, αλλά επιμένει να θέλει να κυβερνήσει και μάλιστα με Ευρωπαϊκό προσανατολισμό.

 

Δεν είναι όμως μόνο η γνώμη των καταναλωτών, που έστω και ως εκλογική πελατεία θα έπρεπε να απασχολήσουν κόμματα και πολιτικούς.   Είναι και η ίδια η ουσία του θέματος: η Ελλάδα δεν έχει να κερδίσει τίποτα προσχωρώντας στο κλαμπ των υπέρμαχων μιας πολλά αμφισβητούμενης τεχνολογίας. Δεν έχει καν συγκριτικό πλεονέκτημα, αφού ο ανταγωνισμός θα ευνοήσει αυτούς που βρίσκονται ήδη μια δεκαετία μπροστά και μέσω της εμπορίας και των δικαιωμάτων ελέγχουν την αγορά και τους παραγωγούς. Έχει όμως κάθε λόγο να οικοδομήσει μια γεωργική πολιτική που θα  προκρίνει την Μεσογειακή βιολογική ποικιλότητα και ένα διατροφικό πρότυπο που βρίσκει συνεχώς νέους οπαδούς και όχι  μόνο μεταξύ των οικολόγων.

 

Τα Νέα, 8.2003

Επιστροφή