Ενότητα :Ευθυμιόπουλος Ηλίας |
Τίτλος : Ηλίας Ευθυμιόπουλος, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
|
Αρχή κειμένου ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Η απεμπλοκή του από τα Δημόσια Έργα ένας αναγκαίος και επίκαιρος εκσυγχρονισμός Ηλίας Ευθυμιόπουλος Όσοι ταξιδεύουν στις Εθνικές Οδούς, θα έχουν προφανώς παρατηρήσει τις τεράστιες επιγραφές που διαφημίζουν τα εν εξελίξει έργα και τους εντυπωσιακούς προϋπολογισμούς τους. Θα έχουν επίσης παρατηρήσει ότι το πρώτο συνθετικό του ΥΠΕΧΩΔΕ αναφέρεται στο περιβάλλον με τα υπόλοιπα να έπονται. Έτσι, ο ανυποψίαστος ταξιδιώτης θα μπορούσε κάλλιστα να φανταστεί πως οι διανοίξεις δρόμων, οι σήραγγες, οι εκσκαφές, οι ανισόπεδοι κόμβοι, οι γέφυρες και οι αερογέφυρες και όλα τέλος πάντων τα λεγόμενα μεγάλα συγκοινωνιακά έργα, μαζί με τα λιμάνια, τα γήπεδα, τα φράγματα και τις εκτροπές των ποταμών, δεν είναι παρά μια suis generis αντίληψη (αλλά Ελληνικά) της προστασίας του περιβάλλοντος. Δεν θα έχουν απολύτως άδικο: πολλοί, μεταξύ αυτών και σημαίνοντες πολιτικοί, θεωρούν τελείως νόμιμο αυτόν τον συνειρμό και ως δείκτη της ποιότητας ζωής χρησιμοποιούν ακόμη…τον αριθμό των εργοταξίων. Έτσι, το καθαυτό αντικείμενο της προστασίας, που είναι η φύση και η ανθρώπινη υγεία, μπαίνουν στη γωνία, περιμένοντας να εισπράξουν το μερίδιό τους από τη γενικότερη διαδικασία της ανάπτυξης. Θα ήταν περιττό να πούμε ότι η αντίληψη αυτή έχει τις ρίζες της σε μια εποχή όπου τα Δημόσια Έργα ήταν το θεμέλιο της οικονομίας και το ασφαλές διαβατήριο προς την ευημερία των λαών. Στη συνέχεια όμως πολύ νερό κύλισε στ’αυλάκι, πολλά πράγματα αναθεωρήθηκαν και πολλές βεβαιότητες άρχισαν να κλονίζονται. Τα μονόδρομα τεχνολογικά συστήματα – τα βασισμένα σε μια γραμμική αντίληψη της πραγματικότητας και έναν ήδη ξεπερασμένο υλισμό - έδειξαν τα όριά τους: η ρύπανση, η καταστροφή της φύσης και οι περιβαλλοντικές ασθένειες έπληξαν τις κοινωνίες της αφθονίας. Πολλοί τότε μίλησαν για ασέβεια απέναντι σε προαιώνιους νόμους, άλλοι κατήγγειλαν την επιστήμη και τον βιομηχανικό πολιτισμό και άλλοι αναζήτησαν καινούργιους δρόμους, αυτούς της βιώσιμης ανάπτυξης. Ο όρος δεν έμεινε ένα απλό θεωρητικό κατασκεύασμα. Ενσωματώθηκε στα συντάγματα των κρατών , συμπλήρωσε τα καταστατικά των διεθνών οργανισμών, έγινε συστατικό στοιχείο της νέας Ευρωπαϊκής πολιτικής. Στο πλαίσιο της ΕΕ για παράδειγμα, τα κράτη –μέλη οφείλουν να προσαρμόζουν στη νέα αντίληψη όχι μόνο τις αναπτυξιακές τους επιλογές, αλλά και τις δομές και τους θεσμούς τους. Στη Γερμανία οι εξελίξεις αυτές, οι δεσμεύσεις για τη Συνθήκη του Κυότο, αλλά και οι νέοι προσανατολισμοί της ΚΑΠ οδήγησαν στη δημιουργία ενός νέου υπουργείου που περιλαμβάνει, εκτός του περιβάλλοντος, την ενέργεια και τους διατροφικούς πόρους. Στη Γαλλία, δημιουργήθηκε υφυπουργείο Βιώσιμης Ανάπτυξης. Στην Αυστρία το παραδοσιακό σχήμα άλλαξε και μετονομάσθηκε Υπουργείο Ζωής ενσωματώνοντας στην προστασία της φύσης την υγεία και τη διατροφή. Στην Βρετανία, ο νέος οργανισμός ( Υπηρεσία Περιβάλλοντος, Διατροφής και Αγροτικής Ανάπτυξης – DEFRA) αναφέρεται κατευθείαν στον πρωθυπουργό – σ’αυτό βέβαια συνετέλεσε και η δραματική εξέλιξη του «ατυχήματος» με τις τρελές αγελάδες. Αλλά και στις «νέες χώρες» τα πράγματα τρέχουν με πολύ γρηγορότερους ρυθμούς. Ακόμα και στη μικρή γειτονική μας ΠΓΔΜ, αμέσως μετά την καθεστωτική αλλαγή το υπουργείο που συνοψίζει τη νέα φιλοσοφία και πολιτική στον τομέα, έχει στον τίτλο του τους φυσικούς πόρους και την καθαρή παραγωγή. Αντίθετα σε μας, το περιβάλλον όχι μόνο συνεχίζει την αναχρονιστική συστέγαση με τα δημόσια έργα, αλλά αφήνει απ’ έξω του ζωτικούς τομείς όπως τα δάση (Υπ. Γεωργίας), θαλάσσιο περιβάλλον (υπουργεία Γεωργίας, Εμπορικής Ναυτιλίας), τους υδατικούς πόρους (ΥΠΑΝ) και τις ακτές (Υπ. Οικονομικών). Μια σύγχρονη λοιπόν προσέγγιση, η οποία έχει καθυστερήσει για λόγους που συνδέονται αποκλειστικά με τις ενδοκυβερνητικές και ενδοκρατικές ισορροπίες, επιβάλλει έναν ριζικό ανασχηματισμό και μετατροπή του Υπ. Περιβάλλοντος σε ένα πραγματικά επιτελικό οργανισμό που θα ενσωματώνει, όχι μόνο τις επιταγές της αειφορίας, αλλά και θα επιτελεί απρόσκοπτα το έργο του έξω από ακατάλληλους και απρόσφορους εναγκαλισμούς. Η προεκλογική περίοδος την οποία διανύουμε, είναι ο κατάλληλος χρόνος για το άνοιγμα ενός ευρύτερου διαλόγου πάνω στο θέμα, με τη συμμετοχή των κομμάτων, της Βουλής, των μη κυβερνητικών οργανώσεων και των κυβερνητικών στελεχών. Στο επίπεδο της κοινωνίας και της επιστήμης, η κατάσταση έχει ωριμάσει προ πολλού. Δεν μένει παρά μια θαρραλέα πρωτοβουλία που θα επισπεύσει έναν έτσι κι αλλιώς αναπόφευκτο εκσυγχρονισμό. «Το περιβάλλον δεν μπορεί να παραμένει όμηρος άλλων – συχνά ανταγωνιστικών – πολιτικών» Τα Νέα, 10.2003 |
                     |