Ενότητα :Tεύχος 78, Ιανουάριος 2008

Τίτλος : Παπαδημητρίου Ευθύμης, Μπαλί: η νέα παγκόσμια συνδιάσκεψη για το κλίμα

Διαβάστηκε: 682 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

ΜΠΑΛΙ. Η ΝΕΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΛΙΜΑ

 

Ευθύμης Παπαδημητρίου

 

Έληξε, μετά από δεκαπέντε ημέρες διαβουλεύσεων, η Διακυβερνητική Σύνοδος του ΟΗΕ για τη νέα συνθήκη που θα αντικαταστήσει το Πρωτόκολλο του Κιότο και τα νέα μέτρα που θα πρέπει να λάβουν τα εθνικά κράτη, για τον περιορισμό των αερίων που θεωρούνται υπεύθυνα για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, με τις γνωστές πια συνέπειες για τη βιόσφαιρα.

Το πρόβλημα της αλλαγής του κλίματος του πλανήτη διαπιστώθηκε αρχικά από τους φυσικούς επιστήμονες και απέκτησε δημοσιότητα ύστερα από τις περιβαλλοντικές πρωτοβουλίες πολιτών, των ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών. Από τη δεκαετία του 80 και μετά πολιτικοποιήθηκε το πρόβλημα της αλλαγής του κλίματος και έγινε ευρύτερα γνωστή η προβληματική των κοινωνικών σχέσεων με τη φύση, το χάσμα χωρών του Βορρά και του Νότου, της σχέσης πλούτου και φτώχειας και της καταστροφής του φυσικού  περιβάλλοντος. Μετά το 1997 και τη συνθήκη πλαίσιο για την κλιματική αλλαγή που οδήγησε στο Πρωτόκολλο του Κιότο, τελείωσε η φάση πολιτικοποίησης του θέματος που μετατράπηκε σε ζήτημα διαπραγματεύσεων πάνω σε οικονομικά θέματα, ίσως επειδή η πετρελαϊκή βιομηχανία αναγνώρισε τη σπουδαιότητα και την επικινδυνότητα του Πρωτοκόλλου για τα επιχειρηματικά της συμφέροντα.

Άρχισαν να συζητούνται μέτρα οικονομικής πολιτικής και να κυριαρχούν στις διαπραγματεύσεις χρηματιστηριακά εργαλεία. Το πρωτόκολλο του Κιότο χαρακτηρίστηκε ως η πιο μακροχρόνια οικονομική συμφωνία που υπογράφηκε ποτέ υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών. Επικράτησαν τα συμφέροντα των εθνικών κυβερνήσεων και το λόμπυ των επιχειρήσεων, δίνοντας μια έντονα κεφαλαιοκρατική διάσταση στη ρύθμιση. Η λύση οδηγούσε στο άνοιγμα νέων αγορών. Η συμμετοχή και μη κυβερνητικών οργανώσεων στις διαβουλεύσεις εγγυόταν πλατειά κοινωνική συναίνεση. Όμως, αυτό που υποχώρησε ολοφάνερα ήταν η προβληματική για μια γενικότερη, ριζική επαναρρύθμιση των σχέσεων της κοινωνίας με τη φύση, ο προβληματισμός για θέματα  κοινωνικής δικαιοσύνης και αναζήτησης εναλλακτικών λύσεων στα μεγάλα πλανητικά προβλήματα.

Τα περιβαλλοντικά προβλήματα άρχισαν να παρουσιάζονται ως κρίση της φύσης και όχι της ανθρώπινης κοινωνίας. Η μετατροπή του προβλήματος σε αριθμητικό, ποσοτικό και μετρήσιμο περιόριζε την οπτική τής προσέγγισής του και συγκάλυπτε τον ανθρωπογενή και κοινωνικό του χαρακτήρα. Οι πλούσιες χώρες διατηρούσαν το δικαίωμα εκπομπών αερίων και τις ανταλλαγής τους με άλλες μη ρυπαίνουσες χώρες, σε ένα πρωτόγνωρο «χρηματιστήριο ρύπων». Δυο άλλες ρυθμίσεις: η «Συμμετοχική εφαρμογή» (Joint Implementation) (JI) και ο «Μηχανισμός καθαρής ανάπτυξης» (Clean Development Mechanism) (CDM) έδωσαν τη δυνατότητα υλοποίησης προγραμμάτων επενδύσεων σε μια βιομηχανική χώρα από μία ή και περισσότερες άλλες βιομηχανικές χώρες ή σε προγράμματα επενδύσεων, σε μια αναπτυσσόμενη χώρα, από μια βιομηχανική και μια αναπτυσσόμενη χώρα.             Τέτοια προγράμματα επενδύσεων σχετίζονται με τη δημιουργία εργοστασίων παραγωγής ενέργειας, ανεμογεννητριών ή προγραμμάτων αναδασώσεων. Οι εκπομπές αερίων που εξοικονομούνται ή στην περίπτωση των αναδασώσεων «δεσμεύονται», «πιστώνονται» στη χώρα που κάνει την επένδυση  και «αφαιρούνται» από το ποσοστό για το οποίο έχουν δεσμευτεί διεθνώς. Εννοείται βέβαια ότι ούτε οι απαιτούμενες μέθοδοι έχουν τυποποιηθεί ούτε η μέτρηση και ο υπολογισμός των εκπομπών που έχουν εξοικονομηθεί είναι ομόφωνα αποδεκτός. Όλες αυτές οι ρυθμίσεις έχουν αντιμετωπιστεί με σκεπτικισμό τόσο για την αξιοπιστία των ρυθμίσεων τους όσο και για τα ποσοστά ρύπων που εξοικονομούνται με αυτόν τον τρόπο. Τα περισσότερα από αυτά τα προγράμματα εξυπηρετούν την προώθηση του εμπορίου παρά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Δεν είναι τυχαίο ότι τα προγράμματα αυτά έχουν συγκεντρωθεί στις Ινδίες, την Βραζιλία και το Μεξικό. Άλλες χώρες της Αφρικής ή της Λατινικής Αμερικής δεν θεωρήθηκαν ελκυστικές για παρόμοια προγράμματα.

Όλα αυτά αφορούν υποτίθεται στο παρελθόν και τις ρυθμίσεις που είχαν προταθεί από το πρωτόκολλο του Κιότο, που λήγει το 2012. Οι συζητήσεις που άρχισαν στο Μπαλί αποτελούν προετοιμασία και προσυμφωνίες για τη δημιουργία ενός «περιβαλλοντικού οδικού χάρτη» που θα ετοιμάσει, μέχρι το 2009, μια νέα συμφωνία για ένα νέο παγκόσμιο σχέδιο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Αξιωματούχοι του ΟΗΕ υποστηριζόμενοι από εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναπτυσσόμενων χωρών πρότειναν ένα προσχέδιο για συνομιλίες τα επόμενα δύο χρόνια που περιλαμβάνουν μια δήλωση σύμφωνα με την οποία ο κίνδυνος από την υπερθέρμανση μπορεί να αποφευχθεί μόνο εάν οι βιομηχανικές χώρες περιορίσουν τις εκπομπές αερίων, μέχρι το 2020, σε επίπεδα 25 - 40% κάτω από τα επίπεδα του 1990. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος παραγωγός αερίων του θερμοκηπίου, αντιτάχθηκαν σθεναρά και πίεζαν μέχρι την τελευταία ώρα για να μην υπάρξουν δεσμευτικά, ανώτατα όρια μείωσης των εκπομπών. Είναι γεγονός πάντως ότι η στάση των ΗΠΑ έχει αλλάξει τελευταία και έχει γίνει πιο ελαστική. Ενώ στην προηγούμενη διάσκεψη για το κλίμα στο Ναϊρόμπι, αμφισβητούσαν την ίδια την μεταβολή του κλίματος, τώρα  την αναγνωρίζουν και δέχτηκαν να συμμετάσχουν, έστω και αντιστεκόμενες. Η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης στην Αμερική και οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές ανάγκασαν τους εκπροσώπους της Αμερικής να αλλάξουν γραμμή. Εκτός όμως από τις ΗΠΑ η Ρωσία, η Ιαπωνία και ο Καναδάς αντιστάθηκαν σθεναρά σε κάποια σημεία «κλειδιά» της νέας συμφωνίας.

Ο υπουργός περιβάλλοντος της Γερμανίας, που είναι η πρωτοπόρος χώρα στην Ευρώπη στην προστασία του περιβάλλοντος, ανακοίνωσε την απόφαση να διαθέσει κάθε χρόνο 1 εκατομμύριο Ευρώ για  την προστασία του περιβάλλοντος στις αναπτυσσόμενες χώρες και να μειώσει η ίδια τις εκπομπές αερίων κατά 40% μέχρι το 2020. Ένα άλλο θετικό, πρώτο αποτέλεσμα, της διάσκεψης του Μπαλί για το κλίμα αποτελεί και η δημιουργία ενός ταμείου που θα διαθέτει χρήματα στις φτωχές χώρες για να προσαρμοστούν στις προσπάθειες για τον αποτροπή της αποσταθεροποίησης  του κλίματος. Δύο δις δολάρια θα είναι διαθέσιμα, για τον σκοπό αυτό, από το γνωστό  «εμπόριο δικαιωμάτων εκπομπών αερίων», μέχρι το 2012. Τα χρήματα θα τα διαχειρίζεται ένα συμβούλιο από 16 χώρες με ίσα δικαιώματα ψήφου και με την υποχρέωση να συντάσσει κάθε έξη μήνες ένα σχετικό κείμενο-απολογισμό.

Εκπρόσωποι οργανώσεων των αναπτυσσόμενων χωρών θεωρούν το ποσό ανεπαρκές. Επίσημοι υπολογισμοί τους δικαιώνουν. Πρόσφατη μελέτη της «Επιτροπής για την Ανθρώπινη Εξέλιξη» του ΟΗΕ, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αργότερο από το 2015 χρειάζονται 60 δις Ευρώ, για να μπορέσουν οι φτωχές χώρες να προσαρμοστούν στις συνέπειες της υπερθέρμανσης της γης. «Οι φτωχές χώρες δεν ευθύνονται για την υπερθέρμανση», τόνισε ο υπεύθυνος για τη σύνταξη της μελέτης. Οι βιομηχανικές χώρες προκάλεσαν την κρίση και θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη τους. «Αυτή συμπεριλαμβάνει και την ευθύνη για τα θύματα της μεταβολής του κλίματος». Αν δεν δοθούν αυτά τα χρήματα θα προκληθεί ένα καινούργιο «απαρτχάϊτ» κατά το οποίο οι μεν πλούσιες χώρες θα μπορέσουν να προσαρμοστούν ενώ οι φτωχές θα αφεθούν στη μοίρα τους. Τα αποτελέσματα της διάσκεψης του Μπαλί έγιναν δεκτά με απογοήτευση από τις φτωχές χώρες (G77)    που θεωρούν το ζήτημα του κλίματος ζήτημα επιβίωσης. Κάποιοι, σχολιάζοντας τις περιορισμένες συμφωνίες, ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι δεν χρειαζόταν να ταξιδέψουν 12.000 άνθρωποι στο Μπαλί, θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν και ηλεκτρονικά. Υπολόγισαν μάλιστα ότι για την μετακίνηση των συνέδρων προκλήθηκαν καυσαέρια που αντιστοιχούν σε κίνηση για ένα χρόνο 20.000 αυτοκινήτων!  Σύμφωνα με τον Γραμματέα του ΟΗΕ, «ότι συμφωνήθηκε στο Μπαλί είναι μόνο η αρχή. Έχομε να εμπλακούμε σε πιο περίπλοκες, μακρές και δύσκολες διαπραγματεύσεις για να δώσουμε την απάντηση στην μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας».

Η όλη προσπάθεια αντιμετώπισης της αποσταθεροποίησης του κλίματος είναι οπωσδήποτε ένα θετικό βήμα της ανθρωπότητας στην κατεύθυνση της εκ των υστέρων αντιμετώπισης του προβλήματος που δημιούργησε το συγκεκριμένο σύστημα καπιταλιστικής παραγωγής, με τις γνωστές καταστρεπτικές σχέσης προς τη φύση. Η επικέντρωση όμως μόνο σε οικονομικά εργαλεία και διακυβερνητικές διαπραγματεύσεις συσκοτίζει τις αβεβαιότητες, σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματα των συμφωνιών και τις κεφαλαιοκρατικές διαστάσεις του προβλήματος. Δεν αρκεί δηλαδή ένας απλός οικονομικός εξορθολογισμός και μια ρυθμιστική παρέμβαση ως συνεισφορά στην προσπάθεια διατήρησης της βιωσιμότητας του πλανήτη. Απαιτείται αναστροφή και αποφυγή όλων όσων προκαλούν την κλιματική διαταραχή. Αν συνεχιστεί το κυρίαρχο καπιταλιστικό μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής και της κατανάλωσης, της καταλήστευσης των φυσικών πόρων και της αύξησης των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, τότε η ανθρωπότητα θα βαδίζει περισσότερο προς μια κατάρρευση του κλίματος και όχι προς μια βιώσιμη πολιτική προστασίας του κλίματος του πλανήτη. Η τεράστια κοινωνική και οικολογική κρίση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η ανθρωπότητα απαιτεί επναναπολιτικοποίηση του προβλήματος της διαταραχής του κλίματος και μια γενικότερη επανεξέταση της πορείας της ανθρωπότητας πάνω σ’ αυτόν τον υπέροχο αλλά εύθραυστο μικρό πλανήτη, για την προστασία του οποίου είμαστε οι  αποκλειστικοί υπεύθυνοι.

 

Δαίμων της Οικολογίας

 τ. 78, 1/08

 

 

Επιστροφή