Ενότητα :Tεύχος 79, Φεβρουάριος 2008 |
Τίτλος : Καραβασίλη Μαργαρίτα, ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΛΙΜΑ: Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Κλιματική Αλλαγή :
|
Αρχή κειμένου Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Κλιματική Αλλαγή : Η τήρηση των δεσμεύσεών μας ως προς την κλιματική αλλαγή δίνει ώθηση στην ανάπτυξη και την απασχόληση [i] Μαργαρίτα Καραβασίλη H Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε σε συμφωνία για μια φιλόδοξη δέσμη προτάσεων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Σημειώθηκε ότι οι στόχοι που συμφωνήθηκαν πέρυσι είναι τεχνολογικώς και οικονομικώς επιτεύξιμοι, προσφέρουν δε μια μοναδική επιχειρηματική ευκαιρία για χιλιάδες ευρωπαϊκές εταιρείες. Χάρη στα μέτρα αυτά θα αυξηθεί κατακόρυφα η χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε κάθε χώρα και θα τεθούν νομικά δεσμευτικοί στόχοι προς επίτευξη από τις κυβερνήσεις. Σε όλους τους μείζονες συντελεστές εκπομπής CO2 θα δοθεί κίνητρο να αναπτύξουν τεχνολογίες καθαρής παραγωγής μέσω της εκ βάθρων μεταρρύθμισης του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής (ΣΕΔΕ), με την οποία θα επιβληθεί σε όλη την ΕΕ ανώτατο όριο για τις εκπομπές. Με τη συγκεκριμένη δέσμη μέτρων επιδιώκεται να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση ικανή να μειώσει τα αέρια θερμοκηπίου κατά ποσοστό τουλάχιστον 20% και αυξάνεται σε 20% το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ενεργειακή κατανάλωση μέχρι το έτος 2020, όπως συμφωνήθηκε από τους ηγέτες της ΕΕ τον Μάρτιο του 2007. Όταν επιτευχθεί νέα παγκόσμια συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, η μείωση των εκπομπών θα ανέλθει σε 30% με χρονικό ορίζοντα το 2020. Όπως τόνισε ο Πρόεδρος της Επιτροπής, κ. José Manuel Barroso: «Η αντιμετώπιση της πρόκλησης της κλιματικής αλλαγής αποτελεί την πολιτική λυδία λίθο για την γενεά μας. Η αποστολή μας, ή καλύτερα το καθήκον μας, είναι αφενός να προσφέρουμε το σωστό πλαίσιο άσκησης πολιτικής για το μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας ώστε να μη βλάπτει το περιβάλλον και αφετέρου να εξακολουθήσουμε να πρωτοστατούμε στις αναλαμβανόμενες διεθνώς δράσεις για την προστασία του πλανήτη μας. Η δέσμη μέτρων που προτείνουμε, αντιμετωπίζει όχι μόνο την πρόκληση αυτή, αλλά και την πρόκληση της ενεργειακής ασφάλειας, είναι δε μια ευκαιρία για να δημιουργηθούν χιλιάδες νέες επιχειρήσεις και εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Οφείλουμε να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία αυτή». Ο αρμόδιος για την ενεργειακή πολιτική Επίτροπος κ. Andries Piebalgs δήλωσε τα εξής: «Σε περίοδο αύξησης των τιμών του πετρελαίου και ανησυχιών για την κλιματική αλλαγή, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούν ευκαιρία την οποία δεν πρέπει να χάσουμε. Θα μας βοηθήσουν να μειώσουμε τις εκπομπές CO2, να ενισχύσουμε την ασφάλεια του εφοδιασμού μας και να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας και ανάπτυξη σε έναν αναπτυσσόμενο κλάδο υψηλής τεχνολογίας. Αν καταβάλουμε τώρα την προσπάθεια που πρέπει, η Ευρώπη θα τεθεί επικεφαλής στην πορεία προς την οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που έχει τόσο απελπιστική ανάγκη ο πλανήτης». Αξιοποιώντας το κοινοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής (ΣΕΔΕ), η Επιτροπή προτείνει την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς εκπομπών άνθρακα σε κλίμακα ΕΕ, η οποία θα περιλάβει και άλλα αέρια θερμοκηπίου (επί του παρόντος το σύστημα αφορά μόνο το CO2) και όπου θα ενταχθούν όλες οι μείζονες βιομηχανικές εγκαταστάσεις που εκπέμπουν τους συγκεκριμένους ρύπους. Τα διατιθέμενα στην αγορά δικαιώματα εκπομπής θα ελαττώνονται από το ένα έτος στο επόμενο, ώστε το 2020 να έχουν μειωθεί οι καλυπτόμενες από το ΣΕΔΕ εκπομπές κατά 21% έναντι των επιπέδων του 2005. Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής - που ευθύνεται για τις περισσότερες εκπομπές στην ΕΕ – θα ενταχθεί στην πλήρη διαδικασία πλειστηριασμού από την έναρξη ισχύος του νέου καθεστώτος το 2013. Άλλοι βιομηχανικοί κλάδοι, καθώς και η πολιτική αεροπορία, θα ενταχθούν σταδιακά στην πλήρη διαδικασία πλειστηριασμού, αν και θα μπορεί να γίνει εξαίρεση για κλάδους που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στον ανταγωνισμό από παραγωγούς χωρών στις οποίες δεν επιβάλλονται ανάλογοι περιορισμοί για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Επιπλέον, οι πλειστηριασμοί θα είναι ανοικτοί. Οποιοσδήποτε εμπορευόμενος της ΕΕ θα είναι σε θέση να αγοράζει δικαιώματα σε οποιοδήποτε κράτος μέλος. Τα έσοδα που προκύπτουν από το ΣΕΔΕ θα διατεθούν στα κράτη μέλη και αναμένεται να χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν την ΕΕ να προσαρμοστεί σε μια οικονομία φιλική προς το περιβάλλον, στηρίζοντας την καινοτομία σε τομείς όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα και η Ε&Α. Μέρος των εσόδων θα διατεθεί επίσης για να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή. Η Επιτροπή εκτιμά ότι τα έσοδα από τους πλειστηριασμούς μπορεί να ανέλθουν σε 50 δις ευρώ ετησίως έως το 2020. Το κοινοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής, το οποίο βρίσκεται τώρα στο τέταρτο έτος λειτουργίας του, έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό εργαλείο για την ανεύρεση αγορακεντρικής λύσης που να προσφέρει κίνητρα για περικοπές των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Επί του παρόντος, το σύστημα καλύπτει περί τις 10.000 βιομηχανικές μονάδες σε όλο το χώρο της ΕΕ - συμπεριλαμβανομένων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, διυλιστηρίων πετρελαίου και χαλυβουργείων - οι οποίες ευθύνονται για το ήμισυ σχεδόν των εκπομπών CO2 της ΕΕ. Στο πλαίσιο του νέου συστήματος, θα καλύπτεται από το ΣΕΔΕ ποσοστό άνω του 40% των συνολικών εκπομπών. Για να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, δεν θα οφείλουν να συμμετάσχουν στο ΣΕΔΕ βιομηχανικές μονάδες που εκπέμπουν λιγότερους από 10.000 τόνους CO2. Σε τομείς που δεν καλύπτονται από το ΣΕΔΕ, όπως τα κτίρια, οι μεταφορές, η γεωργία και τα απόβλητα, η ΕΕ θα μειώσει τις εκπομπές, έως το 2020, κατά 10% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005. Η Επιτροπή προτείνει για κάθε κράτος μέλος ειδικό στόχο, σύμφωνα με τον οποίο θα πρέπει να μειώσει τις εκπομπές του έως το 2020, ή, εάν πρόκειται για νέο κράτος μέλος, θα μπορεί να τις αυξήσει. Τα περιθώρια μεταβολής κυμαίνονται από -20% έως +20%. Πέρα από την εξασφάλιση μιας εύρυθμα λειτουργούσας αγοράς για τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων, όλα τα κράτη μέλη οφείλουν να αρχίσουν επειγόντως να αλλάζουν τη διάρθρωση της ενεργειακής τους κατανάλωσης. Σήμερα, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική ενεργειακή κατανάλωση της ΕΕ ανέρχεται σε ποσοστό 8,5%, πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζεται μέση αύξηση 11,5% για να επιτευχθεί ο στόχος του 20% το 2020. Προκειμένου να επιτύχει τα ανωτέρω, η Επιτροπή προτείνει σήμερα μεμονωμένους, νομικά δεσμευτικούς στόχους για κάθε κράτος μέλος. Οι επιλογές για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ποικίλλουν από ένα κράτος μέλος στο άλλο, είναι δε μακροί οι χρόνοι προπορείας για την καθιέρωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Επομένως, είναι σημαντικό να έχουν τα κράτη μέλη σαφή εικόνα των τομέων στους οποίους σκοπεύουν να ενεργήσουν. Στα εθνικά σχέδια δράσης που οφείλουν να καταρτίσουν, τα κράτη μέλη θα καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύουν να εκπληρώσουν τους στόχους τους, καθώς και πως μπορεί να διεξαχθεί αποτελεσματικά η παρακολούθηση της προόδου. Εφόσον επιτευχθεί ο συνολικός στόχος της ΕΕ, τα κράτη μέλη θα μπορούν να συμβάλλουν στις συνολικές προσπάθειες της Ευρώπης στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών, χωρίς να περιορίζονται απαραίτητα στα σύνορά τους. Αυτό θα στρέψει τις επενδύσεις στους χώρους όπου μπορεί να παράγεται πλέον αποδοτικά ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, οπότε από το ποσό που θα στοιχίσει η επίτευξη του στόχου μπορούν να εξοικονομηθούν 1,8 δις ευρώ. Η σημερινή πρόταση ασχολείται επίσης με τον ελάχιστο στόχο του 10%, που πρέπει να επιτευχθεί έως το 2020, όσον αφορά τη χρήση βιοκαυσίμων στις μεταφορές εντός της ΕΕ. Για κάθε κράτος μέλος ισχύει το ίδιο ποσοστό. Η αειφορία έχει ουσιαστική σημασία για την επίτευξη του ανωτέρω στόχου, η δε οδηγία περιλαμβάνει σαφή κριτήρια αειφορίας. Η Επιτροπή υιοθέτησε επίσης νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, οι οποίες θα βοηθήσουν τα κράτη μέλη να αναπτύξουν μια αειφόρο ευρωπαϊκή πολιτική για το κλίμα και την ενέργεια. Δαίμων της Οικολογίας, τ. 79, 2/08 |
                     |