Ενότητα :Τεύχος 50, Ιούνιος 2005 |
Τίτλος : Τσαντίλης Δήμος. 18 Τρύπες
|
Αρχή κειμένου 18 τρύπες * Δήμος Τσαντίλης Ο κ. Θόδωρος Βασιλάκης, βασικός μέτοχος και χρηματοδότης της εταιρίας Κρητικά Γκολφ Α.Ε., έχει ένα παράπονο: αντιπροοδευτικές νοοτροπίες, αντιδραστικές και συντηρητικές επιρροές και παρωχημένες αντιλήψεις κράτησαν τον ελληνικό τουρισμό επί μια δεκαετία στα πρότυπα του παρελθόντος, αγνοώντας τον ανταγωνισμό που ανέπτυξε κάθε μορφής εναλλακτικό τουρισμό. Τώρα, τι είναι συντηρητικό ή προοδευτικό χωράει πολύ συζήτηση, όπως και τι εννοεί κανείς όταν μιλά για εναλλακτικό τουρισμό. Πρόοδος για την Κρητικά Γκολφ Α.Ε. είναι προφανώς το γκολφ και αντίδραση ότι εμποδίζει την διάδοσή του. Αυτά, λίγο ως πολύ, διαβάζουμε σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στις οικονομικές σελίδες της Καθημερινής την Κυριακή 15.5.2005 με τίτλο «Γκολφ, μια παρεξηγημένη χρυσοφόρα τουριστική επένδυση». Τι εμπόδισε την άνθιση του τόσο προσοδοφόρου αθλήματος στην χώρα μας; Ο επιχειρηματίας κ. Βασιλάκης (ιδρυτής και πρόεδρος της Autohellas / Herz, πρόεδρος Aegean Airlines) το γνωρίζει πολύ καλά. Πρόκειται άλλωστε και για δικά του λεφτά που κινδυνεύουν να χαθούν. Από αγάπη για τον τόπο και την πρόοδο τα επένδυσε για να αποκτήσει η Κρήτη το πρώτο γήπεδο γκολφ στην Χερσόνησο, διεθνών προδιαγραφών, μάλιστα, και με 18 μαύρες τρύπες. Έκτοτε ο άνεμος της προόδου δεν λέει να πνεύσει και, σύμφωνα με το άρθρο, οι επενδύσεις της «Κρητικά γκολφ» δεν λένε να αποσβεστούν. Ένα γήπεδο γκολφ δεν φέρνει την τουριστική άνοιξη, λένε οι ειδικοί. Οι ασχολούμενοι με το ευγενές άθλημα χρειάζονται την εναλλαγή. Οι 18 τρύπες στη Χερσόνησο γρήγορα τους κουράζουν. Δυο, τρία, πολλά γήπεδα γκολφ είναι η απάντηση στον κορεσμό. Οι φανατικοί του είδους ταξιδεύουν συνήθως με την ίδια σύζυγο, απαιτούν όμως να δοκιμάσουν διαφορετικές οπές για να διατηρήσουν το ενδιαφέρον τους στο άθλημα. Όμως δεν είναι εφικτό να κινούνται όλοι οι επενδυτές από φιλοπατρία και να δεσμεύουν από αγάπη στον τόπο τους και την πρόοδο τα κεφάλαιά τους σε επενδύσεις που δεν αποδίδουν. «Ήταν γνωστό σε όλους εμάς που διαθέσαμε ένα σημαντικό ποσό για την δημιουργία του γκολφ στην Κρήτη ότι αποτελούσε μια επένδυση, η οποία δύσκολα, υπό το νομοθετικό καθεστώς που διέπει την Ελλάδα, θα μπορούσε να αποσβεστεί», μας λέει ο επενδυτής. Σε ελεύθερη απόδοση αυτό σημαίνει ότι οι σημερινές επιδοτήσεις και η συμμετοχή των δήμων δεν επαρκούν για να κάνουν τις επενδύσεις στα γήπεδα γκολφ επαρκώς χρυσοφόρες, ώστε να προσελκύσουν και ξένους επιχειρηματίες, που δεν κινούνται από φιλοπατρία, αγάπη προς την πρόοδο του τόπου και την ανάπτυξη ενός «ποιοτικού» τουρισμού που θα τους έκανε να περπατούν με το κεφάλι ψηλά. Όμως το κράτος ολιγώρησε. Τα προ δεκαετίας εξαγγελθέντα 30 νέα γήπεδα ανά την επικράτεια δεν δημιουργήθηκαν και κεφάλαια χάθηκαν «γιατί το νομοθετικό πλαίσιο επιδοτεί, αλλά δεν ευνοεί την βιωσιμότητα τέτοιου είδους επιχειρηματικών σχεδίων». Με άλλα λόγια οι επενδυτές διαμαρτύρονται, γιατί στον καθ’ ημάς γιαλαντζί καπιταλισμό, το κράτος περιορίζεται στο να επιδοτεί τις επενδύσεις σε γήπεδα γκολφ, αλλά δεν στέργει να καλύψει επαρκώς κάτω από τις φτερούγες του τους επίδοξους επενδυτές μηδενίζοντας, ει δυνατόν, το επιχειρηματικό τους ρίσκο. Και εμείς τι καταλαβαίνουμε από όλα αυτά τα αντιφατικά που διαβάζουμε στο άρθρο της Καθημερινής; Είναι το γκολφ όντως μια «παρεξηγημένη χρυσοφόρα τουριστική επένδυση», όπως λέει ο τίτλος του άρθρου, η είναι μια αποτυχημένη ζημιογόνος επιχείρηση που δεν είναι βιώσιμη χωρίς τα δεκανίκια των δημόσιων επιδοτήσεων, όπως φέρεται να διαπιστώνει ο βασικός επενδυτής; Η δεύτερη άποψη είναι περισσότερο πειστική. Τα γκολφ θα αποδειχθούν μάλλον μια ζημιογόνος επένδυση, που θα δεσμεύσει κεφάλαια που θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί παραγωγικότερα. Ωστόσο, η συζήτηση για την οικονομική βιωσιμότητα δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε ότι τα γήπεδα του γκολφ, όπως αυτό που λειτουργεί στην Χερσόνησο της Κρήτης, δεν είναι μόνο ζημιογόνες επενδύσεις. Αλλοιώνουν το φυσικό τοπίο, καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες νερού για το πότισμα του γρασιδιού, που θα λείψουν από άλλες χρήσεις και ρυπαίνουν τα επιφανειακά και υπόγεια νερά, το έδαφος και τον αέρα με κατάλοιπα από τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες ποσότητες, προκειμένου να συντηρηθεί και να επιβιώσει το γρασίδι στις ξηροθερμικές συνθήκες της Κρήτης. Άρα διαπιστώνουμε ότι αυτό που ζητούν οι επενδυτές είναι να εξακολουθήσει να επιδοτείται μια επιχειρηματική δραστηριότητα, που (με κριτήρια ελεύθερης αγοράς) είναι ζημιογόνος, και (με περιβαλλοντικά κριτήρια) εξαιρετικά ρυπογόνος. Εν προκειμένω, ο ρυπαίνων όχι μόνο δεν πληρώνει για την ζημιά που προκαλεί αλλά αξιώνει να πληρώνεται με δημόσιους πόρους, ώστε να γίνει η δραστηριότητά του επικερδής. (*) Αναδημοσίευση από την Κρητική Επιθεώρηση της 19/5/2005 Δαίμων της Οικολογίας, τ. 50, 6/05 |
                     |