Ενότητα :Τεύχος 80, Μάρτιος 2008

Τίτλος : Κωστόπουλος Δημήτρης, ΟΙΚΟΪΣΤΟΡΙΑ. Το νησί του Πάσχα

Διαβάστηκε: 718 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

ΟΙΚΟΪΣΤΟΡΙΑ

 

Το νησί του Πάσχα

 

Δημήτρης Κωστόπουλο;

 

Το νησί του Πάσχα ανακαλύφθηκε από τον Ολλανδό Jacob Roggeveen στις 5 Απριλίου 1722, την ημέρα του Πάσχα. Στο ημερολόγιο του περιγράφει μια έρημη και τελείως αποδασωμένη γη, με «καψαλισμένη και καμένη βλάστηση» γεμάτη τεράστια πέτρινα αγάλματα, ύψους κατά μέσο όρο τεσσεράμισι μέτρων και βάρους 80 τόνων. Σήμερα έχουν καταγραφεί 887 τέτοια αγάλματα (τα περίφημα Μοάι) που έχουν λαξευτεί από ένα κομμάτι πέτρας, τοποθετημένα πάνω σε 250 μεγάλες εξέδρες (άχου).

Αλλά το νησί του Πάσχα στην μέση του Ειρηνικού αποτελεί ίσως το πιο απομονωμένο μέρος στο κόσμο. Η πλησιέστερη ακτή είναι αυτή της Χιλής στα ανατολικά που απέχει 3700 χιλιόμετρα και τα νησιά Πίνκερτον στα δυτικά, σε απόσταση 2090 χιλιομέτρων. Πως έφτασαν εκεί οι πρώτοι κάτοικοι και πως έστησαν αυτά τα τεράστια αγάλματα τους; Πεδίο δόξας λαμπρό για τους εξωγήινους του Έρικ φον Νταίνικεν και πιθανόν να έβαλαν το χεράκι τους και στα νησιά του Πάσχα οι εξωγήινοι πρόγονοι του ελληνισμού.
Σήμερα είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι οι Πολυνήσιοι έφτασαν στα νησιά του Πάσχα γύρω στο 1200 μ.χ., ως μέρος ενός οργανωμένου σχεδίου εποικισμού όλης της Πολυνησίας. Πριν φτάσουν οι πρώτοι άποικοι στα 164 τετραγωνικά χιλιόμετρα του τριγωνικού νησιού που σχηματίστηκε από τρία ηφαίστεια δίπλα το ένα στο άλλο, ανάμεσα στην πλούσια βλάστηση του νησιού υπήρχαν και 16 περίπου εκατομμύρια γιγαντιαίοι φοίνικες, με κορμούς που ξεπερνούσαν σε πάχος τα δυο μέτρα. Όταν το 1722 έφτασαν οι πρώτοι Ολλανδοί άποικοι δεν βρήκαν παρά μόνο αγάλματα.

Η απομόνωση του Πάσχα το κάνει να είναι το καλύτερο παράδειγμα μιας κοινωνίας που αυτοκαταστράφηκε από υπερεκμετάλλευση των πόρων της. Η πρώτη φυσιολογική αρχική επέμβαση για την απόκτηση του πολύτιμου ξύλου, ως καύσιμου και ως δομικού υλικού, για την κατασκευή κατοικιών ή την ναυπήγηση των κανό τους θα γίνει γρήγορα ανεξέλεγκτη. Η φυσιολογική σε όλο τον χώρο της Πολυνησίας αρχική κατασκευή λίθινων αγαλμάτων, θα αποκτήσει χαρακτηριστικά ανταγωνισμού ανάμεσα στους αρχηγούς των δώδεκα πατριών του νησιού. Αλλά όλη αυτή η επιχείρηση κατασκευής, μεταφοράς και ανύψωσης των τεράστιων αγαλμάτων που βαθμιαία αυξάνονταν σε ύψος και όγκο -αποτέλεσμα μιας χωρίς νόημα επίδειξης- δημιουργεί νέα κοινωνικά δεδομένα.

Μια κοινωνία ψηλότερου επιπέδου ενεργειακής κατανάλωσης που απαιτεί όχι μόνο μεγαλύτερες ποσότητες τροφίμων, αλλά και ποσότητες από χοντρά μακριά σχοινιά που φτιάχνονται από τον ινώδη φλοιό των δένδρων. Επίσης μεγάλες ποσότητες ξυλείας από μεγάλα και δυνατά δένδρα, για έλκηθρα, σκάλες και μοχλούς. Το δασικό απόθεμα μειώνεται συνεχώς και κοντά στα άλλα υπάρχουν και οι αρουραίοι.

Οι αρουραίοι έφθασαν στο νησί μαζί με τους πρώτους αποίκους και γρήγορα εξαπλώθηκαν παντού σε μεγάλους αριθμούς. Το Πάσχα είναι το μοναδικό γνωστό νησί της Πολυνησίας, όπου στους αρχαιολογικούς του χώρους τα οστά των αρουραίων είναι περισσότερα από τα οστά των ψαριών. Οι αρουραίοι είχαν μπει στην καθημερινή δίαιτα καθώς τα χερσαία πτηνά, βάση της πολυνησιακής διατροφής, είχαν εξαφανιστεί από ένα δραματικό συνδυασμό υπερθηρίας, δασικής αποψίλωσης και εξολόθρευσης από τους αρουραίους.

Αλλά οι αρουραίοι εκτός από τα πτηνά κατέστρεψαν και τους φοίνικες. Χιλιάδες από αυτούς έτρωγαν τους καρπούς και τους σπόρους εμποδίζοντας την φυσική αναγέννηση του φοινικοδάσους και όχι μόνον. Σύγχρονες μελέτες με την μέθοδο του άνθρακα έδειξαν ότι η συνεχής αποψίλωση των δασών κράτησε 400-500 χρόνια. Μέσα σε πέντε αιώνες η βλάστηση είχε εξαφανιστεί.

Λίγες χιλιάδες νησιωτών -ο πληθυσμός κυμαινόταν από 6 έως 30 χιλιάδες- με την μυϊκή τους δύναμη και λίθινα εργαλεία ήταν αρκετοί για να καταστρέψουν το φυσικό τους περιβάλλον και τελικά και την κοινωνία τους. Μια απομονωμένη κοινωνία στην οποία η σπατάλη και το περιττό κυριάρχησαν στο μέτρο και τη λογική. Το νησί του Πάσχα είναι σήμερα δημοφιλής τουριστικός προορισμός, με τα γιγαντιαία αγάλματα του να παραμένουν διαχρονικά σύμβολα συλλογικής ανοησίας.

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 80, 3/08

 

Επιστροφή