Ενότητα :Τεύχος 81, Απρίλιος 2008 |
Τίτλος : Τσαντίλης Δήμος, Βιο-ηθική και άλλες σπαζοκεφαλιές
|
Αρχή κειμένου Βιο-ηθική και άλλες σπαζοκεφαλιές Δήμος Τσαντίλης Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να καταπνίξει κανείς τις ευθύνες του απέναντι στην φύση. Δύο από αυτούς ξεχωρίζουν, γιατί οι ρίζες τους είναι φιλοσοφικές. Ο ένας τρόπος είναι να θεωρήσει τον εαυτό του «κύριο και κτήτορα» του φυσικού κόσμου, όπως έκανε ο Descartes. Ο άλλος είναι να δει τον εαυτό του ως αναπόσπαστο μέρος της φύσης, όπως έκανε ο Spinoza. Οι δύο αυτές θεωρήσεις μοιάζουν αντιφατικές. Οδηγούν όμως κατά περίεργο τρόπο στο ίδιο συμπέρασμα: Και στις δύο αυτές (ακραίες) περιπτώσεις, ο άνθρωπος απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για την φύση και για τις καταστροφές που της προκαλεί. Άρα, η σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και την φύση δεν έχει οποιαδήποτε ηθική διάσταση, αλλά, μόλις και μετά βίας, οικονομική. Παροχή «περιβαλλοντικών υπηρεσιών» και φυσικών πόρων από την μια μεριά, αποδοχή των αποβλήτων μας αυτός είναι ο διττός καρτεσιανός προορισμός αυτού που αποκαλούμε φύση. Η ίδια η φύση δεν είχε τίποτε να πει. Της λείπει η «ελεύθερη βούληση» που υπάρχει μόνο εκεί που υπάρχει «πνεύμα», δηλαδή μόνο στην ανθρώπινη ψυχή. Η φύση συμπεριφέρεται σύμφωνα με απαράβατους και αναλλοίωτους φυσικούς νόμους, όπως μια «μηχανή». Ακόμη και τα ζώα που ο Καρτέσιος συνήθιζε να τεμαχίζει στο εργαστήριό του για να μελετήσει την φυσιολογία τους, δεν ήταν τίποτε παραπάνω από «αυτόματα», έρμαια και αυτά, όπως η άψυχη ύλη, στην δικτατορία των άτεγκτων φυσικών νόμων. Όμως το καρτεσιανό οικοδόμημα έχει εμφανίσει ρωγμές: α) Η φύση δεν είναι ανεξάντλητη, ούτε έχει άπειρη αφομοιωτική ικανότητα. β) Η φύση δεν είναι απόλυτα προβλέψιμη. γ) Η κυριαρχία το ανθρώπου πάνω στην φύση απειλεί και τον άνθρωπο και την φύση. Οι πράξεις μας έχουν απρόβλεπτες και ανεπιθύμητες συνέπειες. Η επιστήμη, όπως την ξέρουμε δεν επαρκεί και η οικονομία δεν οδηγεί από μόνη της στον καλύτερο δυνατό των κόσμων. Ώρα, θα έλεγε κανείς, να μετριάσουμε τις φαντασιώσεις της παντοδυναμίας μας και να μάθουμε να αξιολογούμε τις επιπτώσεις των πράξεών μας στην φύση με κριτήρια λιγότερο ανθρωποκεντρικά. (σε τελική ανάλυση, για το δικό μας το καλό). Τελειώσαμε; Ούτε καν αρχίσαμε. Και ήδη το εκκρεμές έχει αρχίσει να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση: Ο άνθρωπος δεν είναι «κύριος και κτήτωρ» της φύσης, όπως τον ήθελε ο Descartes, αλλά αναπόσπαστο μέρος της, όπως τον ήθελε ο Spinoza. Τι κι' αν είμαστε ένα με την φύση; Τι αλλάζει στην στάση μας; Πολλά και τίποτε. Ας πάρουμε την χειρότερη εκδοχή, αυτή που τον τελευταίο καιρό στοιχειώνει τις συζητήσεις για την ανθρώπινη ευθύνη απέναντι στον φυσικό κόσμο. Ιδού λοιπόν πώς λειτουργεί η αντίληψη αυτή: Αν φύση είμαστε και εμείς οι ίδιοι, τότε και οι πράξεις και τα έργα μας είναι φυσικά. Οτιδήποτε κάνουμε είναι φυσικό, από τα πιο ανώδυνα ως τα πιο τραβηγμένα από τα μαλλιά. Αλλαγή του κλίματος; Συνέβη επανειλημμένα και στο παρελθόν, και μάλιστα πολύ πριν εμφανιστεί ο άνθρωπος ως είδος. Τα μεταλλαγμένα; Τι ποιο φυσικό από το παιγνίδι με το γενετικό υλικό; ωρίς τις μεταλλάξεις τα είδη δεν θα εξελισσόντουσαν. Κλωνοποίηση; Ξεχάστε, προς στιγμή, την Ντόλυ και θυμηθείτε τις καταβολάδες. Δεν είναι τα νέα φυτά, που προκύπτουν, «κλώνοι» του μητρικού φυτού με το οποίο έχουν το ίδιο DNA; Όλα στην φύση είναι φυσικά. Παρά φύση τίποτε. Ούτε καν η πυρηνική ενέργεια. Τι άλλο είναι ο ήλιος παρά ένας γιγάντιος φυσικός πυρηνικός αντιδραστήρας που μεταστοιχειώνει το υδρογόνο; Ούτε η εξαφάνιση ειδών είναι ανησυχητική. Και για όσους θεωρούν τις εξαφανίσεις πρόβλημα, ας αναλογιστούν ότι το 99% όλων των ειδών, που κάποτε υπήρξαν, έχουν σήμερα εξαφανιστεί. Τι είναι συνεπώς καλό και τι κακό στην σχέση του ανθρώπου με την φύση; Ποιος ξέρει ύστερα από όλο αυτά; «Απόλυτος νους» δεν υπάρχει, ούτε «ελεύθερη βούληση», λέει ο Spinoza, «αλλά νους που καθορίζεται, ώστε να θέλει τούτο ή εκείνο, από κάποιο αίτιο, το οποίο καθορίζεται από ένα άλλο αίτιο και αυτό από ακόμη ένα άλλο, επ' άπειρον». Ο Spinoza είναι, βέβαια, ακραίο φαινόμενο, όπως άλλωστε και ο Descartes. Είτε άνθρωπος και φύση είναι Ένα, είτε Δύο εκ διαμέτρου διαφορετικά πράγματα, αξιολογικές κρίσεις όσον αφορά την σχέση μας με την φύση είναι «αθέμιτες». «Θεμιτός» είναι, αντίθετα, ο πιο απροκάλυπτος κυνισμός. Το ερώτημα που τίθεται είναι, «ποιος επωφελείται» από αυτήν την φαινομενική αντινομία; Μα οι απανταχού οπαδοί της «βαθειάς οικολογίας» και οι λοιποί «σκεπτικιστές οικολόγοι». Παρακολουθείστε την όποια ημερίδα με ενδεικτικό τίτλο «Ανάπτυξη και Βιοηθική» και θα το διαπιστώσετε (μου συνέβη προσφάτως και προσέφερε έναυσμα για το παρόν άρθρο). Και το ορθόν; Το ορθόν είναι, όπως συχνά συμβαίνει, ο δρόμος της γκαμήλας. Ναι μεν ο άνθρωπος είναι μέρος της φύσης, αλλά διαθέτει τόσο μυαλό ώστε (θεωρητικά) να είναι σε θέση να αντιληφθεί ότι δεν πρέπει να κόβει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται. Θα το κάνει; Τίποτε δεν είναι εκ των προτέρων βέβαιο και προβλέψιμο. Άρα υπάρχει πεδίο για αξιολογικές κρίσεις και απόδοση ευθυνών. Όμως εδώ, ο Popper τα λέει καλύτερα: «Αυτό που χρειαζόμαστε για να κατανοήσουμε την ορθολογική ανθρώπινη συμπεριφορά [...] είναι κάτι ενδιάμεσο, ανάμεσα στην τέλεια απροσδιοριστία και την τέλεια αιτιοκρατία, κάτι ενδιάμεσο, ανάμεσα σε ένα τέλειο νέφος και ένα τέλειο ρολόι». Δαίμων της Οικολογίας, τ. 81, 4/08 |
                     |