Ενότητα :Τεύχος 84, Ιούλιος-Αύγουστος 2008

Τίτλος : Χαρίτος Δημήτρης. Να απαγορευτεί: Μια άλλη προσέγγιση της ταινίας «Sex and the City»-

Διαβάστηκε: 649 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

«Να ….απαγορευτεί!»

Μια άλλη προσέγγιση της ταινίας «Sex and the City»-

 

Δημήτρης Χαρίτος

 

Την αναφώνηση αυτή την έβγαλε εκ βαθέων η γυναίκα μου μετά το πέρας της προβολής της ταινίας «Sex and the City». Η αλήθεια είναι πως τόσο εγώ όσο και εκείνη υπήρξαμε κάτι λιγότερο από σποραδικοί και κατά τύχη θεατές της πασίγνωστης ομότιτλης αμερικανικής τηλεοπτικής σειράς η οποία διήρκεσε έξι ολόκληρες σαιζόν (1999-2004).

Η καταιγιστική και πανάκριβη διαφημιστική δημοσιότητα, μοιραία μας οδήγησε σε μια από τις δεκάδες αίθουσες που προβαλλόταν στην Αθήνα η εν λόγω ταινία. Το σήριαλ ήταν όντως αρκετά τολμηρό και πιπεράτο, μέσα βέβαια στο γενικό κλίμα απενεοχοποιημένης ερωτικής συμπεριφοράς του πάλαι ποτέ «ασθενούς φύλου», στα πλαίσια μιας κοινωνικής κομεντί. Το δέλεαρ, για την επιδίωξη εμπορικής επιτυχίας, αυτό που απέμενε από το σήριαλ ήταν ο ίδιος εμβληματικός τίτλος και βέβαια οι ίδιοι ρόλοι των τεσσάρων κολλητών φιλενάδων, τους οποίους ενσάρκωναν οι ίδιες ερμηνεύτριες του σήριαλ. Η ταινία στηρίζει τη δυναμική της στο γεγονός ότι έχει διαηλιακό παραλήπτη γυναίκες στις οποίες προσφέρει ενός είδους λυτρωτικής φαντασίωσης προς ένα μετα-φεμινιστικό στάτους ισότητας μεταξύ των δύο φύλων.

Χάριν οικονομίας, αφήνω απέξω το sex, την πρώτη δηλαδή λέξη του τίτλου της ταινίας και θα κάνω μια προσπάθεια να «σηκώσω το χαλί» της δεύτερης λέξης, το the city. Το άστυ, δηλαδή, εκεί όπου η κοινωνική διαστρωμάτωση συντίθεται και αυτοπραγματώνεται μέσα από την ταξική διαπάλη, τις αλήθειες και τα ψέματα. Τι λέει και τι δείχνει στο σημείο αυτό το αστικό τοπίο της ταινίας, η κοινωνική παράσταση των ηρώων της. Τέσσερις γυναίκες στην καλή, την ώριμη ηλικία τους, γενικά καλοφτιαγμένες, όχι όμως και καλλονές. Οι επεμβάσεις των περιποιήσεων της αισθητικής, το άφθονο και πανάκριβο ντύσιμο, σίγουρα προσθέτουν. Βέβαια, χωρίς οικονομικά προβλήματα. Και οι τέσσερις εργάζονται. ‘Όχι προς θεού, ως ταμίες σε σούπερ μάρκετ, ούτε συνοικιακές κομμώτριες, ούτε πωλήτριες σε κατάστημα γυναικείων εσωρούχων. Δημοσιογράφος ακριβών περιοδικών μόδας η μία, στέλεχος δημοσίων σχέσεων η δεύτερη, δικηγόρος η τρίτη, γκαλερίστα η τέταρτη, επαγγέλματα στην en vogue εκδοχή και τα μεγέθη που απαιτεί η Νέα Υόρκη. Καλοπροαίρετα χαζοχαρούμενες, ανυπόφορα φλύαρες, με εκρηκτικό ταμπεραμέντο και με φλατ κοινωνικά ενδιαφέροντα. Σπάταλες στο χρόνο που αφιερώνουν στις ατέλειωτες συναντήσεις τους – μαγαζιά, φαγητό, ψυχαγωγία και με πιο σημαντικό πρόβλημα το «πράγμα», το αντικείμενο που λέγεται άντρας. Στο μέτρο, βέβαια, που το καθορίζουν δύο μεγέθη. Αυτό της οικονομικής του ευεξίας και εκείνο του πέους του. Μετά τα φουστάνια, τις τσάντες και τα παπούτσια, στο προσκήνιο οι περιπέτειες της σεξουαλικότητας τους, ο βίος και η πολιτεία των οργασμών τους.

Ποιο είναι το στόρυ της ταινίας: Αν ο νερόβραστος πλην όμως ζάπλουτος Mr. Big  θα παντρευτεί την αξιολάτρευτη Κάρι, αν η 50χρονη και ζουμερή Σαμάνθα θα κρατήσει τον αισθητά νεότερό της εραστή (τουτέστιν, επιβήτορα), αν η ανοργασμική Μιράντα θα τα βρει με τον άντρα της, και αν η βιολογική Σαρλότ θα έχει καλό τοκετό, πνιγμένη μέσα στις φροντίδες των φιλενάδων της.

Και τι είδε ο «κινέζος» μόλις «σήκωσε το χαλί»; Ότι προσπαθώντας η Κάρι να αντιδράσει στην κατάθλιψη που την κυρίευσε από την, σε πρώτη φάση, ματαίωση του γάμου την τελευταία στιγμή έξω από την εκκλησία, θα επιδοθεί σε – τι άλλο; - ανήλεες shopping therapy. Κάποια στιγμή, στην ταινία, μια μαύρη, μακριά Μπουίκ σταματάει έξω από την καινούργια κατοικία της Κάρι. Ανοίγει το τεράστιο πορτ μπαγκάζ και ο θεατής αντικρίζει μια στοίβα κουτιά με Πράντα, Μπαλάνσιαγκα, Λουί Βουϊτόν, Λάνγκερφελντ και δεκάποντες γόβες με την υπογραφή Μανόλο Μπλάνικ!

Η αλήθεια είναι ότι το ομότιτλο σήριαλ σχεδιάστηκε και άρχισε να προβάλλεται το 1999, στο διάστημα όμως της προβολής συνέβησαν κοσμογονικά γεγονότα τα οποία επανακαθόρισαν την κοινωνική και ιστορική προοπτική, όπως η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, η εισβολή στο Ιράκ της οποίας το τίμημα σε αίμα εξακολουθεί να καταβάλλεται πληθωρικά. Κι ακόμα ο εμφύλιος του Λιβάνου, η παρανοϊκή πολιτική του Μπους, οι λιμοί της Αφρικής, το κραχ με τα subprime στεγαστικά δάνεια, απότοκο της αδυναμίας μυριάδων αμερικανικών νοικοκυριών να τα υπηρετήσουν, οι καταστροφικές πλημμύρες της Νέας Ορλεάνης, και γιατί όχι, οι αποτρόπαιες σφαγές των βουδιστών μοναχών στην Μιανμάρ. Πολλά από αυτά θα ήταν κατά κάποιο τρόπο αναστρέψιμα σε ένα λογικό βάθος χρόνου, παρόλο τον σωρευτικό χαρακτήρα τους. Άλλωστε, αθροισμένες εντυπωσιακά κοινωνικές, προοδευτικές δυνάμεις, άρχισαν αν αντιδρούν, όπως στα forum του Σιάτλ, της Γένοβας και σε όσα ακολούθησαν, φέρνοντας στην επιφάνεια της παγκόσμιας δημοσιότητας και την προβληματική των αδιεξόδων. Όμως, στο ίδιο διάστημα, οι υποψίες – κάποιοι τις θεώρησαν γραφικές μονομανίες των οικολόγων – για τις κλιματικές αλλαγές, είχαν αρχίσει να γίνονται ενδείξεις. Σε τούτη, την πρώτη δεκαετία του καινούργιου αιώνα βιώνουμε πλέον τη βεβαιότητα ενός σε εξέλιξη εφιάλτη, μιας επιταχυνόμενης, ολικής καταστροφής. Τώρα όλοι γνωρίζουμε τις προτεραιότητες που μας καθορίζουν, κανένας μας δεν είναι πλέον αθώος. Όποιος βοηθάει να παραμένει εν υπνώσει η κοινωνία, είναι ένοχος, είτε πολιτικός είναι, είτε καλλιτέχνης, είτε διανοούμενος.

Το στρεβλό μοντέλο που διαμόρφωσε η σκέψη μας μετά το τέλος του θερμού Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και του ψυχρού που τον ακολούθησε μετατράπηκε σε έναν τεράστιο καταναλωτικό και ακόρεστο Μολώχ. Τα δισεκατομμύρια των Κινέζων, των Ινδών, της Λατινικής Αμερικής και ολόκληρης της Αφρικής, οι μισοί ζητάνε  περισσότερο πετρέλαιο και περισσότερες εκτάσεις με καλλιέργειες βιοκαυσίμων και οι άλλοι μισοί ζητάνε φθηνό ρύζι. Εκατομμύρια ανθρώπων εκλιπαρούν ένα λίτρο καθαρό νερό. Το aids παραμένει, μέσα σε ένοχη σιωπή, αδάμαστο.

Και των «οικιών ημών εμπιπραμένων υμείς…» Οι μαριονέτες είδωλα της ταινίας  μένουν εκστατικά άφωνες στο πόσες επαναληπτικές φορές ο μυώδης γκόμενος της Σαμάνθας την κουτουπώνει, ή στον απέραντο χώρο που ο Mr. Big μετέτρεψε σε αναρίθμητες ντουλάπες για τα λούσα της Κάρι. Ο δίκην μεταστατικού καρκίνου καταναλωτισμός κατατρώει τη σκέψη και τη δράση κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας, μηδέ της καλλιτεχνικής δημιουργίας εξαιρουμένης, αρκεί να μπορεί να αποφέρει οικονομικό κέρδος που με τη σειρά του θα αναλωθεί σε εφήμερης αξίας αναλώσιμη ευεξία.

Για τη συγκεκριμένη τώρα περίπτωση, το λυπηρό είναι πως ένα πολύ μεγάλο μέρος του γυναικείου πληθυσμού των ανεπτυγμένων κοινωνιών «οδηγείται» προς ένα οπωσδήποτε fake μοντέλο ευδαιμονισμού, κατασκευασμένου από γυαλιστερά πρότυπα, από αυτά που ποντάρουν στο γυναικείο ένστικτο της φιλαρέσκειας. Κάκιστη χρήση ελευθεριών και δικαιωμάτων που οι γυναίκες των πολύχρονων κοινωνικών αγώνων δικαιωματικά και επάξια κατακτήσανε. Όσο και να μοιάζει ουτοπική μια μαζική αφύπνιση, ο καθένας μας οφείλει να αρνείται να συντρέχει αυτή την χωρίς αντίκρισμα διολίσθηση στο «κεραμεούν και φαύλον».

Εγώ και η γυναίκα μου είδαμε την εν λόγω γλασαρισμένη αλλά ανόητη ταινία σε κεντρική αθηναϊκή αίθουσα. Η κατά κάποιο τρόπο προσεκτική εκτίμησή μου ήταν ότι σ’ αυτήν υπήρχαν πάνω κάτω 300 θεατές. Από αυτούς μόνο οι 23 ήταν άνδρες, καθώς ο παραγωγός (ή προαγωγός) της ταινίας είχε κάνει έξυπνο και προσεκτικό marketing. Αυτό πρέπει να σήμαινε το ελεγειακό «Να απαγορευτεί» της συντρόφου μου. Όπως λέμε, για παράδειγμα, να απαγορευτεί – όταν θα λιώσουν οι πολιτικοί πάγοι – το κυνήγι της ανυπεράσπιστης και ανυποψίαστης αρκούδας.

 

Δαίμων της Οικολογίας

 τ. 84, 7-8/09

 

 

 

Επιστροφή