Ενότητα :Τεύχος 44, Δεκέμβριος 2004

Τίτλος : Κουρουζίδης Σάκης, Πρόεδροι πάνε κι έρχονται...

Διαβάστηκε: 605 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Πρόεδροι πάνε και έρχονται...

 

Σάκης Κουρουζίδης

 

Η κομμουνιστική παράδοση σπάνια καταγράφει εναλλαγή προέδρων (ή γενικών γραμματέων) που δεν οφείλονται σε λόγους ...βιολογικούς. Συνήθως, η διαδοχή ερχόταν μετά το θάνατο του προκατόχου. Στο Συνασπισμό και οι τρεις του πρόεδροι (Φλωράκης, Δαμανάκη, Κωνσταντόπουλος) έσπασαν αυτή την παράδοση και η διαδοχή τους έγινε –και γίνεται- ομαλά, ομαλότητα, έστω και αν οι λόγοι της εναλλαγής διαφέρουν στις τρεις περιπτώσεις. Περισσότερο ενδεικτική αυτής της διαφορετικής πρακτικής αποτελεί η περίπτωση του Νίκου Κωνσταντόπουλου. Παραιτείται ή μάλλον δεν ξαναθέτει υποψηφιότητα, με δική του πρωτοβουλία, επειδή θεωρεί ότι έκλεισε έναν κύκλο στο ρόλο αυτό. Δεν είναι στις προθέσεις του παρόντος σημειώματος να κάνει μια συνολική αποτίμηση της περιόδου αυτής. Να καταγράψουμε μόνον ότι ο Ν.Κ. ευτύχησε να είναι πρόεδρος του μεγαλύτερου –αυτοαποκαλούμενου και- «οικολογικού» σχηματισμού που εκπροσωπήθηκε στην ελληνική βουλή. Ασφαλώς θα μπορούσε να είναι και ο πρώτος πρόεδρος της δημοκρατίας με παρόμοιες περγαμηνές.

 

Παρά το άλμα που επιχείρησε ο ΣΥΝ με την προσθήκη στον τίτλο του και «της οικολογίας», η εξέλιξη αυτή δεν είχε την ανάλογη συνέχεια ή καλύτερα, υπέστη μια οπισθοχώρηση με τη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό όχι μόνον επειδή αφαιρέθηκε από τον τίτλο του η οικολογική του συνιστώσα, αλλά και γιατί οι προγραμματικές αναφορές που καταγράφτηκαν στα κείμενα του σχηματισμού αυτού παρέπεμπαν σε αναφορές του χώρου που ανάγονται σε προσεγγίσεις πολύ παλαιότερων εποχών, πριν και από την ίδρυση του ΣΥΝ, αφού τα ιδρυτικά κείμενα του ΣΥΝ είναι σαφώς πιο προωθημένα από αυτά του ΣΥΡΙΖΑ 15 χρόνια μετά.

 

Υπάρχει ένα «προπατορικό αμάρτημα» στις αφετηρίες της ιδεολογικής συγκρότησης της μαρξιστικής αριστεράς, ο οικονομισμός της. Και αυτό δεν ξεπερνιέται με τους γνωστούς βολονταρισμούς που παραμύθιασαν γενεές ολόκληρες αριστερών. Δύο επιλογές έχει η σημερινή δημοκρατική αριστερά για να υπερβεί την διανοητική οκνηρία που την χαρακτηρίζει: να συνεχίσει να τρώει από τα έτοιμα της κομμουνιστικής και πρώιμης ανανεωτικής της περιόδου ή να αναγνωρίσει τα όρια της, ανύπαρκτης πια, προωθητικής δύναμής τους και να καταφύγει στη ζωογόνο δύναμη των προσεγγίσεων των νέων κοινωνικών κινημάτων, αυτών, όμως, που επιχείρησαν την υπέρβαση αυτής της παρηκμασμένης πια μακράς περιόδου των τελευταίων δεκαετιών. Ένα από αυτά τα κινήματα, αυτό με την μεγαλύτερη πολιτική συγκρότηση, είναι το οικολογικό, του οποίου ο λόγος έχει περάσει σε ένα στάδιο πολιτικής και προγραμματικής ωρίμανσης που το καθιστά ισότιμο εταίρο της «διαθέσιμης» αριστεράς. Οι εκατέρωθεν αδυναμίες, υπαρκτές και σημαντικές, είναι εύκολο να λειτουργήσουν ως άλλοθι για καχυποψίες και αναστολές, αλλά το μόνο που θα έκαναν θα ήταν η παραίτηση από μια, υπαρξιακών προεκτάσεων, ανάγκη σύνθεσης και σύμπραξης.

 

Το ζητούμενο δεν είναι να αθροιστούν τα ποσοστά απήχησης των δύο χώρων σήμερα, αλλά να πάει ο κοινός χώρος «λίγο παραπέρα» από την απλή άθροισή τους. Να πάνε οι επεξεργασίες του ενιαίου χώρου «λίγο παραπάνω» από το επίπεδο των επιμέρους επεξεργασιών των δύο χώρων.

 

Το ζητούμενο από το συνέδριο του ΣΥΝ είναι, κατ’ αρχάς, να αναγνωρίσει αυτή την οπτική, αυτή την ανάγκη. Και αυτό να αποτυπωθεί σε καινοτόμους θεσμούς, σε ρηξικέλευθες πολιτικές, σε αναζωογονητικές πρακτικές οι οποίες να βρίσκονται στην αιχμή της λειτουργίας, της ύπαρξης αυτού του σχηματισμού και δεν θα υποκαθίστανται από τον απλοϊκό, εύκολο, εύπεπτο, αλλά και απωθητικό και ξεπερασμένο μονότονα καταγγελτικό λόγο. Από λόγο που απευθύνεται στο θυμικό, που κολακεύει την ισοπέδωση, την απλούστευση, που αναμασά και αναπαράγει κλισέ ενός παρελθόντος που είναι οριστικά παρελθόν, πια. Που τρώει από τα έτοιμα, τα ξαναζεσταμένα και τα προμαγειρεμένα και γι’ αυτό άγευστα και ανθυγιεινά για την ευρωστία της αριστεράς.

 

Το ζητούμενο από το νέο πρόεδρο του ΣΥΝ είναι να λειτουργήσει προωθητικά σε μια τέτοια προοπτική και όχι απλώς εξισορροπητικά και τελικά παραλυτικά, ανάμεσα στις διάφορες αντίρροπες τάσεις. Να «ρισκάρει» τη φυγή προς τα εμπρός με κίνδυνο ακόμη και την πλήρη αποτυχία.

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 44, 12/04

 

 

 

 

Επιστροφή