Ενότητα :Τεύχος 86, Οκτώβριος 2008 |
Τίτλος : Μοιρασγεντής Σεβαστιανός. Οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών.Μέρος Β
|
Αρχή κειμένου Οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών (μέρος B) Σεβαστιανός Μοιρασγεντής Κύριος Ερευνητής ΕΑΑ seba@meteo.noa.gr Τα κλιματικά μοντέλα συγκλίνουν ότι η περιοχή της Μεσογείου και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης θα επηρεασθεί ιδιαίτερα από τις κλιματικές αλλαγές, κυρίως μέσω της αύξησης της θερμοκρασίας (μέγιστες και ελάχιστες τιμές ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες), της δραματικής μείωσης των βροχοπτώσεων, της αύξησης της έντασης και της συχνότητας εμφάνισης ακραίων καιρικών φαινομένων, της ανύψωσης της στάθμης της θάλασσας, κλπ. Οι νέες αυτές συνθήκες αναμένεται να επηρεάσουν μια μεγάλη γκάμα οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων. Αν και προς το παρόν η χώρα μας δεν έχει υλοποιήσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα εκτίμησης των επιπτώσεων αυτών και ανάλυσης στρατηγικών προσαρμογής, τα αποτελέσματα επί μέρους μελετών είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Κάποια τέτοια ενδεικτικά αποτελέσματα για επιλεγμένους τομείς παρουσιάζονται στο σημείωμα αυτό. Ένα σημαντικό τμήμα των ενδεχόμενων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, που επηρεάζουν τόσο το κοινωνικο-οικονομικό όσο και το φυσικό περιβάλλον, σχετίζονται με την υδρολογία και τους υδατικούς πόρους. Ειδικότερα για την Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, οι πιθανές επιπτώσεις αφορούν: (α) από πλευράς υδρολογίας σε μείωση της ροής υδατορεμάτων και του φυσικού εμπλουτισμού υδροφορέων, και (β) από πλευράς υδατικών πόρων, σε μείωση των διαθέσιμων ποσοτήτων νερού και υποβάθμιση της ποιότητας των υδάτων των αποδεκτών. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το μέγεθος των προκαλούμενων επιπτώσεων συνδέεται άμεσα τόσο με τις χρήσεις νερού ανά περιοχή όσο και με τις γενικότερες πολιτικές προστασίας και διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος και των οικοσυστημάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις1, ο συνολικός αξιοποιήσιμος όγκος του νερού των 3 λεκανών που συνδέονται με την ύδρευση της Αθήνας (Μόρνος, Εύηνος και Βοιωτικός Κηφισός) περιορίζεται προς το τέλος του παρόντος αιώνα λόγω των κλιματικών αλλαγών σε μόλις 125-203 εκατ. m3, ενώ οι ετήσιες ανάγκες του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας εκτιμώνται σήμερα σε 400 εκατ. m3. Στον τομέα της προσφοράς ενέργειας, οι κυριότερες επιπτώσεις σχετίζονται με τη μείωση της παραγωγικότητας των υδροηλεκτρικών μονάδων, δεδομένου ότι αυτή κατά πολύ μεγάλο ποσοστό καθορίζεται από τα επίπεδα βροχόπτωσης/χιονόπτωσης και της θερμοκρασίας στις λεκάνες απορροής των ποταμών στα οποία αναπτύσσονται. Όλες οι πρόσφατες εκτιμήσεις καταδεικνύουν ότι μέχρι το τέλος του αιώνα η μείωση της παραγωγής των υδροηλεκτρικών μονάδων στη Νότια Βαλκανική θα είναι σημαντική και θα κυμανθεί μεταξύ 14% έως και 76% (ανάλογα με το κλιματικό σενάριο και τη γεωγραφική θέση των μονάδων). Στην Ελλάδα ειδικότερα, η μείωση της παραγωγικότητας των μονάδων της Βόρειας Ελλάδας θα είναι της τάξης του 30-50%, ενώ στις μονάδες της Νότιας Ελλάδας η μείωση αυτή μπορεί να φθάσει και το 70%1, προκαλώντας σημαντικά προβλήματα στην οικονομικότητα και ασφάλεια του ηλεκτρικού συστήματος. Οι κλιματικές αλλαγές αναμένεται ότι θα επηρεάσουν και άλλες τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής (αιολικά, φωτοβολταϊκά, θερμικές μονάδες), σε μικρότερη όμως κλίμακα σε σχέση με αυτές των υδροηλεκτρικών μονάδων. Όσον αφορά στη ζήτηση ενέργειας, οι αυξημένες θερμοκρασίες που προβλέπουν όλα τα κλιματικά μοντέλα και σενάρια για την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης αναμένεται ότι θα οδηγήσουν σε μείωση της ζήτησης ενέργειας για θέρμανση και σε αύξηση της ζήτησης για ψύξη/κλιματισμό. Συγκεκριμένα, αναμένονται μειώσεις στη ζήτηση ενέργειας για θέρμανση μέχρι και 10% και αυξήσεις στη ζήτηση ενέργειας για ψύξη μέχρι 28% στο χρονικό ορίζοντα του 20302. Ειδικότερα δε για τη ζήτηση ηλεκτρική ενέργειας, η επίδραση της κλιματικής αλλαγής αναμένεται ότι θα οδηγήσει σε ετήσια αύξηση της ζήτησης κατά 3-6% σε σχέση με τις ιστορικές κλιματικές συνθήκες, η αύξηση όμως αυτή θα είναι πολύ μεγαλύτερη κατά τους καλοκαιρινούς μήνες που μπορεί να φθάσει και το 22%1. Η μεταβολή των κλιματικών συνθηκών αλλά και η αύξηση στην ατμόσφαιρα των συγκεντρώσεων CO2, αναμένεται ότι θα επηρεάσει σημαντικά και το γεωργικό τομέα, επιδρώντας στο ρυθμό ανάπτυξης των καλλιεργειών και κατά συνέπεια στη στρεμματική απόδοσή τους. Αν και η ποσοτική ανάλυση των επιπτώσεων αυτών είναι αρκετά σύνθετη, όλες οι εκτιμήσεις καταδεικνύουν ότι οι επερχόμενες αλλαγές θα είναι δραματικές και θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό το γεωργικό εισόδημα. Ενδεικτικά, για ορισμένες ιδιαίτερου ενδιαφέροντας καλλιέργειες για την Ελλάδα θα μπορούσαμε να πούμε ότι αναμένονται1: q σημαντική μείωση της στρεμματικής απόδοσης του αραβόσιτου (κατά 1%-55%) σχεδόν για όλες τις περιοχές και τα υβρίδια. q μεγάλες μεταβολές στις αποδόσεις της καλλιέργειας σιταριού (που μπορεί να κυμαίνονται από -67% έως +15%). q μείωση της παραγωγής βαμβακιού στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας (έως και 29%) λόγω κυρίως της αύξησης της θερμοκρασίας και αύξηση της παραγωγής στην περιοχή της Θράκης (έως και 21%). q μεγάλες αποκλίσεις θετικές και αρνητικές στην παραγωγικότητα των αμπελιών. Τέλος, από την αύξηση της στάθμης της θάλασσας (έως και 59 εκατοστά σύμφωνα με την τελευταία Έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για τις Κλιματικές Αλλαγές) θα πληγούν οι παράκτιες και νησιωτικές περιοχές και ιδιαίτερα τα οικοσυστήματα σε λιμνοθάλασσες, δέλτα ποταμών, κλπ. Από τις πλέον ευπαθείς περιοχές στην Ελλάδα θεωρούνται τα Δέλτα Έβρου και Νέστου, ο Θερμαϊκός και Αμβρακικός κόλπος και η Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού & Μεσολογγίου, όπου η ανύψωση της στάθμης της θάλασσας θα οδηγήσει στην απώλεια και υποβάθμιση σημαντικών περιοχών υψηλής οικολογικής αξίας, ενώ στην περίπτωση του Θερμαϊκού θα επηρεασθεί και η οικιστική ζώνη. Με συντηρητικούς υπολογισμούς εκτιμήθηκε3 ότι η ανύψωση της στάθμης της θάλασσας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο κατά 1 m θα προκαλέσει στη χώρα μας ζημίες της τάξης του 1,5 δις $. Τα προαναφερθέντα στοιχεία, αν και ενδεικτικά, δίνουν ένα στίγμα των μεγάλων αλλαγών που θα επέλθουν στην οικονομική και κοινωνική ζωή της ευρύτερης περιοχής μας από τις κλιματικές αλλαγές. Είναι επομένως επιτακτική ανάγκη, η συνεπής προσπάθεια περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου να συνδυαστεί με την ανάληψη πρωτοβουλιών προσαρμογής στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται. Παραπομπές 1. Γεωργοπούλου Ε, Μοιρασγεντής Σ, Σαραφίδης Γ, Βιταλιώτου Μ, Λάλας Δ, Κλιματική Αλλαγή: Επιπτώσεις και Κίνδυνοι στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, στο βιβλίο: Περιβάλλον και Ανθρώπινη Ασφάλεια στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, υπό έκδοση από τις εκδόσεις Παπαζήση. 2. Cartalis C, Synodinou A, Proedrou M, Tsangrassoulis A, and Santamouris M. (2001), Modifications in energy demand in urban areas as a result of climate changes: an assessment for the southeast Mediterranean region, Energy Conv. Manag., 42, 1647-1656. 3. Anthoff, D., Nicholls R.J. and Tol R.S.J. (2007), Global Sea Level Rise and Equity Weighting. FNU-136, Hamburg University and Centre for Marine and Atmospheric Science, Hamburg (http://www.fnu.zmaw.de/Working-papers.5675.0.html) Οι κλιματικές αλλαγές στην Ανατολική Μεσόγειο θα επηρεάσουν την καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών προκαλώντας κατά βάση οικονομικές ζημίες σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων. Δαίμων της Οικολογίας, τ. 86, 10/08 |
                     |