Ενότητα :Τεύχος 87, Νοέμβριος 2008

Τίτλος : Καπετανάκη-Μπριασούλη Ελένη, Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Ειδικού Πλαισίου της Βαριάς Βιομηχανίας του Ελληνικού Τουρισμού

Διαβάστηκε: 667 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Ειδικού Πλαισίου της Βαριάς Βιομηχανίας του Ελληνικού Τουρισμού

 

Ελένη Καπετανάκη-Μπριασούλη,

καθηγήτρια

Τμήμα Γεωγραφίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου

 

Η συζήτηση της πρόσφατης (Σεπτέμβριος 2008) εκδοχής της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) για το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό (ΕΧΠΤ), γίνεται σε μια περίοδο που βρίσκονται σε εξέλιξη παγκόσμιες αλληλένδετες περιβαλλοντικές και οικονομικές κρίσεις με άμεσες και σημαντικές επιπτώσεις στην τουριστική δραστηριότητα. Έτσι αυξάνει ιδιαίτερα η βαρύτητα του ΕΧΠΤ ως νομοθετικού πλαισίου για τη διασφάλιση της αειφορικής πορείας τόσο του τουρισμού όσο και της ευημερίας της χώρας. Η παρακάτω «ανάγνωση» αποπειράται να εκτιμήσει πως αυτή η ΚΥΑ πλαισιώνει την πολιτικά χαρακτηρισμένη «βαριά βιομηχανία» της χώρας, τον τουρισμό.

Ένα Πλαίσιο μοναχικό, ακάλυπτο, ατεκμηρίωτο

Το ΕΧΠΤ δημοσιοποιήθηκε (31 Ιουλίου 2007) πριν τη δημοσιοποίηση του Εθνικού Χωροταξικού Πλαισίου, που σαν ανώτερο πλαίσιο αναφοράς προσδιορίζει τις πολιτικές προτεραιότητες στο σχεδιασμό του εθνικού χώρου, τις βασικές συσχετίσεις μεταξύ των παραγωγικών τομέων (που περιλαμβάνουν και τους τομείς που συγκροτούν τον τουρισμό) και των αντίστοιχων χρήσεων γης καθώς και τη συνάφεια μεταξύ Ειδικών Χωροταξικών Πλαισίων.

Το ΕΧΠΤ  ούτε κάνει σαφή αναφορά ούτε υποδεικνύει πως εναρμονίζεται και συντονίζεται με πλήθος διεθνών, Κοινοτικών και εθνικών τομεακών και περιβαλλοντικών κανονιστικών πλαισίων που αφορούν στη ρύθμιση των χρήσεων και των πόρων του εθνικού χώρου. Αίσθηση προκαλεί η απουσία αναφοράς στην Οδηγία Πλαίσιο για το Νερό (2000) που απαιτεί τη σύνταξη Σχεδίων Διαχείρισης Υδατικών Πόρων ανά υδατικό διαμέρισμα και η οποία θα έπρεπε να καθοδηγεί και να συντονίζεται με το σχεδιασμό όλων των χρήσεων αυτού του κρίσιμου πόρου. Η αναφορά του ΕΧΠΤ στην Οδηγία για τους Οικοτόπους και το δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Νατούρα 2000 είναι επιφανειακή αφού αποσιωπάται η απαιτούμενη σύνταξη Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών και Σχεδίων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, τα οποία θα πρέπει να παίρνουν προτεραιότητα έναντι του σχεδιασμού τουρισμού.

Η μελέτη του ΕΧΠΤ, στην οποία βασίζεται η ΚΥΑ, δεν δημοσιοποιήθηκε εγείροντας ερωτήματα για τα δικαιώματα πρόσβασης στην πληροφορία που προστατεύονται από τη Συνθήκη του Άαρχους. Η ΚΥΑ παραθέτει υποκειμενικές, ελλιπείς, ατεκμηρίωτες και αβάσιμες δηλώσεις, ερμηνείες, ισχυρισμούς και προτάσεις που αντιβαίνουν την διεθνή επιστημονική και την κοινή γνώση περί τουρισμού.

Ένα Πλαίσιο χωρίς σαφείς στόχους, αρχές και έννοιες

Οι στόχοι του ΕΧΠΤ  είναι ασαφείς, ελλιπείς, και μονομερείς. Απουσιάζουν (ή, υπονοούνται αόριστα;) βασικοί κοινωνικοί, οικονομικοί και περιβαλλοντικοί στόχοι όπως και θεμελιώδεις στόχοι αειφορικής ανάπτυξης γενικά και αειφορικής τουριστικής ανάπτυξης ειδικά. Απουσιάζουν σαφείς αρχές χωρικού σχεδιασμού και οργάνωσης της αναπτυξιακής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της τουριστικής. Δίνονται, συχνά επουσιώδεις, κατευθύνσεις χωρικής σύνθεσης και απουσιάζουν ουσιαστικές κατευθύνσεις σύζευξης και συντονισμού του χωρικού με τον αναπτυξιακό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό.

Απουσιάζουν, είναι ασαφείς, ή παραλείπονται επιμελώς βασικοί ορισμοί, όπως:

·           του ‘τουρισμού’, που θα καταδείκνυε τον σύνθετο χαρακτήρα του και την άρρηκτη σχέση της οργάνωσης του με τον χωρο-κοινωνικό του περίγυρο

·           της ‘αειφορικής ανάπτυξης’ και της ‘αειφορικής τουριστικής ανάπτυξης’ που θα αναδείκνυαν τόσο τις συμβατικές (οικονομική βιωσιμότητα, προστασία περιβάλλοντος, κοινωνική δικαιοσύνη) όσο και τις σύγχρονες επιδιώξεις τους (στρατηγικός προσανατολισμός, αυτάρκεια, διακυβέρνηση, κ.λπ.) και θα λειτουργούσαν σαν οδηγοί και κριτήρια των προτεινόμενων κατευθύνσεων

·           της ‘ήπιας’ ανάπτυξης που ισχυρίζεται ότι προωθεί το ΕΧΠΤ. Χρησιμοποιείται το ποσοστό κάλυψης (εμβαδόν εγκαταστάσεων ανηγμένο στο σύνολο μιας περιοχής αναφοράς) ως το μοναδικό χαρακτηριστικό και κριτήριο ηπιότητας. Όμως, η απλή λογική και η επιστημονική συζήτηση συναρτούν την ηπιότητα της ανάπτυξης με την ένταση χρήσης των πόρων και όχι με μια αναλογία της οποίας η τιμή εξαρτάται από το πόσο μεγάλη (ορίζεται να;) είναι η περιοχή αναφοράς …..

·            χωροταξικών (γεωγραφικών, οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών) κριτηρίων όπως και των κριτηρίων κατηγοριοποίησης των τουριστικών περιοχών και του νησιωτικού χώρου.

Οι έννοιες ‘αναγνωρίσιμη τουριστική ταυτότητα’, ‘υψηλή συγκέντρωση τουρισμού’, ‘αξιόλογη ανάπτυξη τουριστικών δραστηριοτήτων’, ‘αποδεκτό επίπεδο υποδομών’, ‘πόρος προς εκμετάλλευση’ δεν ορίζονται με σαφήνεια ικανή να στηρίξει συγκεκριμένες εφαρμογές. Ο ορισμός της ‘υψηλής συγκέντρωσης τουρισμού’ παραλείπει την ευρέως χρησιμοποιούμενη αναλογία ντόπιων προς τουρίστες.

Ο ‘σταθερός παραθερισμός’ είναι όρος αντιφατικός εφόσον ο παραθερισμός εξ ορισμού αφορά σε διαμονή σε μη μόνιμη κατοικία (αν το ‘σταθερός’ υποδηλώνει ‘μόνιμος’ όπως έχει επίσης λεχθεί).

Οι ειδικές μορφές τουρισμού αποτυπώνουν τη διεθνή πρακτική. Όμως το ΕΧΠΤ απλά τις παραθέτει αντί να τις συνθέτει. Παραδείγματος χάριν, γιατί «ο τουρισμός φύσης αναπτύσσεται στον ορεινό χώρο και σε ενδιαφέρουσες περιβαλλοντικά περιοχές (π.χ. περιοχές του δικτύου Φύση (NATURA) 2000, δάση)» (σελ. 30) μόνο; Η φύση έχει πολύ μεγαλύτερο εύρος και παρουσία σε πλήθος τόπων! Τι κάνει ένας σύνεδρος-τουρίστας στο Ηράκλειο; Συνεδριακό, αστικό, πολιτιστικό, ιστορικό, γαστριμαργικό ή τουρισμό γκολφ; Οι ισχυρισμοί περί τουρισμού γκολφ (αυξάνει συνεχώς, δεν έχει εποχικότητα, κ.ά.) δεν ευσταθούν με βάση τη σύγχρονη βιβλιογραφία και ειδησεογραφία. Επειδή δε τα γήπεδα γκολφ συνδέονται αποκλειστικά με σύνθετες τουριστικές εγκαταστάσεις, επιβεβαιώνεται το παγκοσμίως γνωστό, ότι αποτελούν εξάρτημα της κτηματομεσιτικής δραστηριότητας παρά γνώρισμα αυτόνομης μορφής τουρισμού.

Ένα Πλαίσιο για τουριστική ανάπτυξη χωρίς όρια, χωρίς στρατηγικό προσανατολισμό, … χωρίς μέλλον

Το ΕΧΠΤ δεν υποδεικνύει τα όρια της τουριστικής ανάπτυξης γιατί δεν αναφέρει ενδεικτικές κλίμακες τιμών για όσα κριτήρια λαμβάνει υπόψη (π.χ. ‘αξιόλογη ανάπτυξη τουριστικών δραστηριοτήτων’, ‘αποδεκτό επίπεδο υποδομών’). Μέχρι πόσους τουρίστες, εργαζόμενους, κατοίκους, μέχρι πόσες κλίνες αντέχει μια περιοχή (ιδίως μικρά νησιά και βραχονησίδες!); Πόσο ‘κορεσμένος’ είναι ο ‘κορεσμός’; Όπου αναφέρονται όρια ούτε τεκμηριώνονται ούτε είναι επαρκή. Π.χ. η κάλυψη μιας «‘σύνθετης επένδυσης’ δεν μπορεί να υπερβαίνει το 2% της έκτασης του γηπέδου» ανεξαρτήτως έκτασης γηπέδου; Για όσα κριτήρια παραλείπονται, η έλλειψη ορίων είναι αυτονόητη αλλά παραμένει κρίσιμη, π.χ. επάρκεια πόρων (νερό, ενέργεια), περιβαλλοντικές και κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις, φέρουσα ικανότητα.

Το ΕΧΠΤ αγνοεί τους στρατηγικούς αλλά μεταβλητούς κι αβέβαιους παράγοντες που κρίνουν την αειφορικότητα του τουρισμού και της ανάπτυξης ενός τόπου: κλιματική μεταβολή, ενεργειακή αυτοδυναμία, ανταγωνισμό άλλων προορισμών, διεθνή κτηματαγορά, τουριστική ζήτηση, ζήτηση αγροτικών και άλλων προϊόντων και υπηρεσιών, γενικότερες παγκόσμιες και περιφερειακές ανακατατάξεις, κρίσεις, συγκυρίες. Έτσι, από το ΕΧΠΤ απουσιάζει η έννοια της έκτακτης ανάγκης, η θωράκιση έναντι της αβεβαιότητας («εκπλήξεων») του μέλλοντος, και η επίγνωση του κόστους ευκαιρίας εναλλακτικών αναπτυξιακών προσανατολισμών της χώρας που θα αναδυθούν στο μέλλον, τόσο πριν όσο και μετά από τον 15ετή του ορίζοντα.

Ένα Πλαίσιο που αγνοεί, κι έτσι αποδομεί, το χώρο, το περιβάλλον και … τον τουρισμό

Το ΕΧΠΤ δεν υιοθετεί μια συνεπή λογική ολιστικής αντιμετώπισης των δομικών χαρακτηριστικών και των προβλημάτων των συναρθρωμένων χωρο-κοινωνικών συνόλων του Ελληνικού χώρου. Τούτο αποτυπώνεται ανάγλυφα στην κατηγοριοποίηση του εθνικού χώρου (Άρθρο 4) που δεν διέπεται από ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σύστημα κριτηρίων. Διακρίνονται κατηγορίες που αντιστοιχούν σε διαφορετικά κριτήρια είτε η κάθε μία ξεχωριστά (π.χ. μητροπολιτικές περιοχές, παραδοσιακοί οικισμοί) είτε κατά ομάδες (π.χ. οι (Α)-(Γ) διακρίνονται ανάλογα με το βαθμό τουριστικής ανάπτυξης). Έτσι οι κατηγορίες επικαλύπτονται μεταξύ τους κάτι που περισσότερο προκαλεί σύγχυση παρά προσφέρει καθοδήγηση στο χωρικό σχεδιασμό του τουρισμού. Παρόμοια έλλειψη εσωτερικής συνοχής και λογικής χαρακτηρίζει και την κατηγοριοποίηση των νησιών.

Το ΕΧΠΤ κάνει ασαφή, γενικόλογη και συμβολική αναφορά στο περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους, αγνοεί βασικές παραμέτρους τους και αδιαφορεί για την προστασία των ευαίσθητων περιοχών. Όπως αναφέρθηκε, είναι ‘τυφλό’ στην Οδηγία για το Νερό, ενώ η κατανάλωση ενός τουρίστα είναι 6-12 φορές μεγαλύτερη ενός ντόπιου και οι ‘ειδικές τουριστικές εγκαταστάσεις’ (π.χ. πισίνες, γήπεδα γκολφ, κ.ά.) είναι ιδιαίτερα υδροβόρες. Στις τρεις σελίδες που αφιερώνει στα νησιά και στον παράκτιο χώρο, δεν κάνει σαφή αναφορά στην επιτακτική ανάγκη ολοκληρωμένου σχεδιασμού του παράκτιου χώρου όπου λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες όχι μόνο των οικονομικών δραστηριοτήτων αλλά και των χερσαίων, παράκτιων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Ο προσδιορισμός της ελάχιστης απόστασης από τον αιγιαλό δεν αρκεί για τη συνολική και αειφορική αντιμετώπιση των σοβαρών περιβαλλοντικών και αναπτυξιακών προβλημάτων του παράκτιου χώρου. Όμως, η πιο κραυγαλέα μαρτυρία του περιβαλλοντικού ‘ήθους’ του ΕΧΠΤ είναι ίσως η πρόταση σύνθετων τουριστικών συγκροτημάτων μέσα σε περιοχές Natura και σε ακατοίκητα νησιά. Κανείς κήπος δεν θα έχει πια μια φωλιά για τα πουλιά ….

Οι προτάσεις του ΕΧΠΤ, διαμορφωμένες με την ξεπερασμένη εκ των άνω προσέγγιση των 1950-1960, είναι ελλιπείς, αποσπασματικές, στρεβλές, ατεκμηρίωτες και χωρίς εσωτερική συνοχή. Παρά τους γραπτούς ισχυρισμούς περί του αντιθέτου, τόσο η κατακερματισμένη αντιμετώπιση του τουρισμού και των επιπτώσεων του όσο και περιεχόμενο του ΕΧΠΤ φανερώνουν ότι δεν προσφέρει κατευθύνσεις ούτε για συνδέσεις μεταξύ των τομέων που τον συγκροτούν ούτε για συμπληρωματικότητες και συντονισμό με άλλους τομείς της οικονομίας (πλην μιας απλοϊκής μέριμνας για εκ των άνω επίλυση ‘συγκρούσεων’). Οι προτεινόμενες δράσεις δεν συσχετίζονται με τα προβλήματα των τόπων υποδοχής για να υποδείξουν αειφορικές λύσεις. Αντίθετα, υιοθετώντας πρόχειρη διαχειριστική προσέγγιση, ασύμβατη με την έννοια του ‘πλαισίου’, προτείνονται τεχνολογικές λύσεις (π.χ. αφαλάτωση) που διογκώνουν αντί να επιλύουν προβλήματα καθώς δημιουργούν άλλες αλυσιδωτές επιπτώσεις (π.χ. ενέργεια, απόβλητα, κ.λπ). Έκπληξη προκαλεί, επίσης, η πρόταση «ανάληψης δράσεων αύξησης χωρητικότητας σε αναπτυγμένες τουριστικά περιοχές» (Άρθρο 5), νέων καταλυμάτων 4-5 αστέρων και νέων υποδομών.

Ένα Πλαίσιο που αξιολογήθηκε από μια ανεπαρκή Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ)

Η ΣΜΠΕ δημοσιοποιήθηκε 37 ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση της ΚΥΑ ενώ ... θα έπρεπε να δημοσιοποιηθούν ταυτόχρονα μια που (α) η ΣΜΠΕ είναι το κείμενο διαβούλευσης και (β) περιέχει εκ των πραγμάτων το ΕΧΠΤ, γιατί το αξιολογεί! Τυπολατρίες; Έστω ....

Η ΣΜΠΕ ούτε διατυπώνει ρητά τους στρατηγικούς στόχους που καλείται να εκπληρώσει το ΕΧΠΤ ούτε εξειδικεύει την έννοια του ‘στρατηγικού’ (που έχει συγκεκριμένες ιδιότητες διαφορετικές από αυτές του ‘μη-στρατηγικού’). Αντίθετα, επαφίεται στους γενικόλογους, κοινότυπους και ασαφείς στόχους του ΕΧΠΤ.

Οι στρατηγικοί στόχοι, που θα έπρεπε να αποτελούν τα βασικά κριτήρια αξιολόγησης όλων των Χωροταξικών Πλαισίων (Εθνικού, Ειδικών Περιφερειακών και Ειδικών Τομεακών), δεν σχετίζονται μόνο με οικονομικούς τομείς (τομεακά συμφέροντα) αλλά κυρίως με στρατηγικούς πόρους (φυσικούς, οικονομικούς, κοινωνικο-πολιτιστικούς) και επιδιώξεις που εξασφαλίζουν την επιβίωση και προάγουν την οικονομική και κοινωνική ευημερία των πολιτών και την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου της χώρας. Τέτοιοι στόχοι περιλαμβάνουν:

·            εξασφάλιση αυτάρκειας (μη-εξάρτησης της ανάπτυξης) σε κρίσιμους (στρατηγικούς) πόρους: γη (τουλάχιστον για παραγωγή τροφής), νερό, ενέργεια

·            ενίσχυση, διαφοροποίηση και καθετοποίηση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας, ως πεμπτουσίας της ανάπτυξης, και όχι των τομέων κατανάλωσης (όπως οι σχετιζόμενοι με τον τουρισμό)

·           μείωση των διαρροών εσόδων (χαρακτηριστικό της τουριστικής δραστηριότητας) και του αρνητικού ισοζυγίου εξαγωγών-εισαγωγών

·            ενίσχυση/ενθάρρυνση της εγχώριας (όχι εισαγόμενης) επιχειρηματικότητας, ουσιώδους στοιχείου ανάπτυξης

·            θωράκιση έναντι της αβεβαιότητας του μέλλοντος και του ανταγωνισμού άλλων προορισμών

·            εξασφάλιση της περιβαλλοντικής ισορροπίας και της ακεραιότητας του φυσικού κεφαλαίου

·           άνοδο του μορφωτικού/πολιτιστικού επιπέδου των τουριστικών (και όχι μόνο) προορισμών

·            δημοκρατική διακυβέρνηση, η εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση επίτευξης αειφορικής ανάπτυξης σε όλα τα επίπεδα.

Η ΣΜΠΕ περιγράφει ανεπαρκώς τρεις απλοϊκές εναλλακτικές προτάσεις τουριστικής ανάπτυξης της χώρας που, όπως το ΕΧΠΤ, αγνοούν τους άλλους τομείς της οικονομίας και τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες του Ελληνικού χώρου. Επιχειρεί μια βιαστική και ατεκμηρίωτη εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων των τεσσάρων (συμπεριλαμβανομένου του ΕΠΧΤ) εναλλακτικών πριν καν παρουσιάσει τη μεθοδολογία εκτίμησης και αξιολόγησης που υιοθετεί!

Η οποία μεθοδολογία είναι ανεπαρκής, αδόμητη, και περιορισμένης χρησιμότητας. Χρησιμοποιεί δείκτες που δεν έχουν σχέση με τον τουρισμό και τους ουσιαστικούς στρατηγικούς στόχους που πρέπει να μελετηθούν. Δεν παρουσιάζει τεχνικές εκτίμησης επιπτώσεων και δεν κάνει εκτίμηση επιπτώσεων (πως θα επηρεάσει το ΕΧΠΤ τους δείκτες και τους στόχους που επιδιώκει να επιτύχει;). Παρόλα ταύτα … αξιολογεί επιπτώσεις με ασαφή, απλοϊκά, και ανεπαρκή, για μια ολιστική θεώρηση του τουριστικού φαινομένου, κριτήρια και τα βαθμολογεί αυθαίρετα.

Κυρίως, όμως, η ΣΜΠΕ παραλείπει το πιο κρίσιμο στάδιο, την ανάλυση της αβεβαιότητας των επιπτώσεων του ΕΧΠΤ (και των εναλλακτικών προτάσεων) για εναλλακτικές μελλοντικές συνθήκες, όπως κλιματικής μεταβολής, ανταγωνισμού από άλλους προορισμούς και μεταβολών της τουριστικής ζήτησης. Πώς να λειτουργήσει, λοιπόν, ως βάση δημόσιας διαβούλευσης;

Ουσιαστικά, η ΣΜΠΕ θα έπρεπε να αξιολογεί, και όχι να παίρνει ως δεδομένη τη συγκεκριμένη πολιτική επιλογή για αποκλειστική προώθηση του τουρισμού στη χώρα. Διότι δεν είναι δεδομένο εκ των προτέρων ότι αυτή η επιλογή εξυπηρετεί βέλτιστα τις εθνικές αναπτυξιακές επιδιώξεις προς την αειφορία.

Ένα Πλαίσιο μόνο για τα ‘σύνθετα’;

Τελειώνοντας την ανάγνωση του ΕΧΠΤ δεν είναι δύσκολο να διαπιστωθεί μια αντίθεση. Οι 46 σελίδες του, εκτός από τα προβλήματα που σύντομα αναφέρθηκαν, περιέχουν φιλολογία ίσως περιττή για ένα κείμενο ΚΥΑ, συχνές γενικολογίες και αοριστολογίες, μέριμνα για δευτερεύοντα και αυτονόητα και, παράλληλα, αδιαφορία για πρωτεύοντα ζητήματα. Εξαίρεση, και η par excellence πρόταση του ΕΧΠΤ, αποτελεί η ειδική μεταχείριση (Άρθρο 9), η επίμονη αναφορά και η απανταχού χωροθέτηση των ‘σύνθετων και ολοκληρωμένων τουριστικών υποδομών σταθερού παραθερισμού’, ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές Natura και σε αγροτική γη. Η περιγραφή τους (Άρθρα 3 και 10) δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας ότι πρόκειται για κλειστού τύπου, μεγάλης κλίμακας συγκροτήματα, εκτός χωρο-κοινωνικής και περιβαλλοντικής κλίμακας (ιδίως για τα νησιά) για τα Ελληνικά δεδομένα, με ελάχιστες διασυνδέσεις με την τοπική (και ίσως την εθνική) οικονομία. Το Άρθρο 9 διατυπώνει τις προϋποθέσεις προώθησης (εμφύτευσης;) των ‘σύνθετων’ που είναι μεν σχετικά εύκολο να τις ‘εγγυηθούν’ οι υποστηρικτές τους (θετικές κοινωνικο-οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις) αλλά που η διεθνής επιστημονική βιβλιογραφία υποστηρίζει το αντίθετο· ότι, δηλαδή, στις περισσότερες περιπτώσεις προκαλούν ανεπιθύμητες αναπτυξιακές επιπτώσεις.

Πως τεκμαίρεται, όμως, ο ισχυρισμός ότι «Επενδυτικά σχέδια χαρακτηρισμένα, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, ως μείζονος τουριστικής σημασίας θεωρούνται ότι πληρούν τα παραπάνω κριτήρια» (σελ. 36); Και γιατί «Κατ’ εξαίρεση μπορεί να εξετάζεται η δυνατότητα για πιλοτικές επενδύσεις σε περιορισμένο αριθμό (έως 5 στο σύνολο του εθνικού χώρου) ακατοίκητων νησιών» (σελ. 38); Και πως «Η ανάπτυξη σύνθετων κι ολοκληρωμένων μορφών τουρισμού είναι δυνατή α) σε οργανωμένους υποδοχείς (Π.Ο.Τ.Α., Π.Ο.Α.Π.Δ., Π.Ε.Ρ.ΠΟ.) με τους όρους δόμησης που ισχύουν για τις Π.Ο.Τ.Α.» (σελ. 39), όταν αμφισβητείται η συνταγματικότητα του θεσμού των ΠΟΤΑ;

Αναπόφευκτα δημιουργείται το ερώτημα μήπως το ΕΧΠΤ είναι πρόσχημα για την θεσμική πλαισίωση του εποικισμού της χώρας μέσω των ‘σύνθετων’ επενδύσεων, και όχι της χωροθέτησης της τουριστικής δραστηριότητας. Παράλληλα, δεν μπορεί να κρυφτεί ο εμπνευστής του, το Ισπανικό μοντέλο ... για το οποίο έχει γίνει πολύς λόγος.  Κι αυτό το μοντέλο δεν ξορκίζεται με δηλώσεις. Απλά δεν ακολουθείται ....

Ένα Πλαίσιο τόσο αβάσταχτα επιπόλαιο κι ελαφρό που ... μπορεί να μας ξεφύγει

Το ΕΧΠΤ, ξένο όπως εμφανίζεται, στην ιστορική, κοινωνικο-πολιτιστική και περιβαλλοντική φυσιογνωμία και εμπειρία των Ελληνικών τόπων και τρόπων ζωής δεν μπορεί να πλαισιώσει ορθά τη συμμετοχική διακυβέρνηση της αειφορικής τουριστικής και γενικότερης ανάπτυξης στην Ελλάδα. Αντίθετα, συνταγογραφεί τη συνολική καταστροφή της Ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, του πολιτισμού και της φύσης μια και το μόνο που προωθεί είναι η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, και ιδιαίτερα του αποτυχημένου μοντέλου της τουριστικής κατοικίας. Κι ανοίγει, έτσι, το κουτί της Πανδώρας μιας σωρείας δυσεπίλυτων κοινωνικο-οικονομικών, περιβαλλοντικών, πολιτισμικών και πολιτειακών ζητημάτων. 

e.briassouli@aegean.gr

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 87, 11/08

Επιστροφή