Ενότητα :Τεύχος 92. Απρίλιος 2009 |
Τίτλος : Τσαντίλης Δήμος: Το «αόρατο χέρι της αγοράς»; Άφαντο!
|
Αρχή κειμένου Το «αόρατο χέρι της αγοράς»; Άφαντο! Δήμος Τσαντίλης […Ο λόγος για τον οποίο το αόρατο χέρι είναι συχνά αόρατο είναι ότι συχνά απουσιάζει…] Joseph Stiglitz, Guided by an Invisible Hand, New Statesman 18.10.2008 Ο σημερινός κόσμος έχει τις ρίζες του στην δεκαετία του ’70. Ή ορθότερα, στην ανατροπή της. Τότε ακόμη οι θεωρίες του John M. Keynes μεσουρανούσαν στο οικονομικό στερέωμα. Το «αόρατο χέρι της αγοράς» είχε περιπέσει σε μόνιμη ανυποληψία και, στην μεταπολεμική Δυτική Ευρώπη, η σοσιαλδημοκρατία είχε μια στερεή πολιτική και οικονομική βάση. Λίγοι μόνο φανατικοί πιστοί της ελεύθερης αγοράς, όπως ο Milton Friedman και τα «Chicago boys» του ή ο Friedrich A. von Hayek, της Αυστριακής Σχολής, επέμεναν να μάχονται για την ελευθέρωση της οικονομίας από την μέγγενη του κρατικού παρεμβατισμού. Το κοινωνικό κράτος όμως άντεχε καλά και η ύπαρξή του εμπόδιζε την αγορά να εισβάλει σε περιοχές της καθημερινής ζωής, όπως η εκπαίδευση, η υγεία, η κοινωνική ασφάλεια, οι συντάξεις. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα ήταν ελεγχόμενο, τα συνδικάτα πανίσχυρα και η πλήρης απασχόληση (σχεδόν) πραγματικότητα. Για να αναπνεύσει κανείς τον αέρα της ελευθερίας έπρεπε να δραπετεύσει από τα στενά όρια των κρατικά ελεγχόμενων εθνικών οικονομιών και να δοκιμάσει την τύχη του στις ελεύθερες διεθνείς αγορές εμπορευμάτων. Εκεί, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και της πολιτικής, οι τεχνοκράτες της Γενικής Συμφωνίας για τους Δασμούς και το Εμπόριο (GATT), δούλευαν μεθοδικά για την εξάλειψη και των τελευταίων εμποδίων στις διεθνείς συναλλαγές. Αδιάφορο. Στα πανεπιστήμια, στην διανόηση, στον καλλιτεχνικό και δημοσιογραφικό κόσμο κυριαρχούσαν έως τα τέλη της δεκαετίας του ’70, οι αριστερές, αντικαπιταλιστικές ιδέες. Αντίθετα, οι Friedman & Hayek, καθώς και οι συνοδοιπόροι τους, αντιμετώπιζαν την γενική κατακραυγή, ιδίως μετά τον ιδεολογικό εναγκαλισμό τους με τον Pinochet, δικτάτορα της Χιλής και ακραιφνή θιασώτη της ελευθερίας των αγορών. Όμως κάτω από την επιφάνεια κάτι είχε αρχίσει να αλλάζει. Ένα νέο ριζοσπαστικό κίνημα είχε αρχίσει να διαμορφώνεται: το κίνημα του νεοφιλελευθερισμού, που δεν θα άφηνε τίποτε όρθιο. Η πορεία έπρεπε πάσει θυσία να αλλάξει και η ελευθερία της αγοράς να αποκατασταθεί. Το πρώτο βήμα, η ελευθέρωση της αγοράς συναλλάγματος έμοιαζε με ατύχημα. Το σύστημα των σταθερών ισοτιμιών, που είχε δημιουργηθεί μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Συμφωνία «Bretton Woods»), κατέρρευσε ξαφνικά το 1971 και τα νομίσματα άρχισαν να σκαμπανεβάζουν ελεύθερα. Το δολάριο έχασε ευθύς εξαρχής το 25% της αξίας του, και οι τιμές των πρώτων υλών εκτινάσσονται στα ύψη. Το ίδιο και οι τιμές του πετρελαίου, καθώς οι παραγωγοί πούλαγαν σε δολάρια και δεν ήθελαν να δουν το εισόδημά τους να κατρακυλά. Δύο χρόνια μετά, το 1973, θα ξέσπαγε η «πρώτη πετρελαϊκή κρίση», καθώς ο ΟΠΕΧ, Οργανισμός Πετρελαιο-Εξαγωγών Χωρών, ανέβαζε τις τιμές και έκλεινε την στρόφιγγες του πετρελαίου. Αποτέλεσμα: καλπάζων πληθωρισμός, ύφεση και ανεργία - ένα πρωτόγνωρο μίγμα που άκουγε στο όνομα «στασιμοπληθωρισμός». Ο Keynes έσφαλε, πανηγύριζαν οι πιστοί της ελεύθερης αγοράς. Η ελεγχόμενη αύξηση του πληθωρισμού δεν είναι το κατάλληλο φάρμακο για την τόνωση της οικονομίας και την μείωση της ανεργίας, έλεγαν. Μόνο αν αφήσουμε το αόρατο χέρι να κάνει ανεμπόδιστα την δουλειά του θα ξεπεράσουμε το πρόβλημα του στασιμοπληθωρισμού που έπληττε τόσο τις εθνικές, όσο και την παγκόσμια οικονομία. Κάθε κρατική παρέμβαση θα ήταν αναποτελεσματική. Οι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς ξεχνούσαν βέβαια να πουν, ότι η ελεύθερη πτώση της τιμής του δολαρίου οφειλόταν στην ελευθέρωση των αγορών συναλλάγματος, σε μια δική τους, δηλαδή, «επιτυχία». Τι τα θέλετε, οι σαρικοφόροι σεΐχηδες προσέφεραν καλύτερο στόχο από τις γκρίζες αγορές συναλλάγματος, γεγονός που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν όσοι είχαν πρόθεση να θολώσουν τα νερά. Για όλα έφταιγαν οι Άραβες, που πούλαγαν το πετρέλαιο ακριβά. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, το δολάριο έκανε μια δεύτερη θεαματική βουτιά, χάνοντας άλλα 25% της αξίας του. Αποτέλεσμα, η δεύτερη πετρελαϊκή κρίση του 1979. Ένα κύμα πληθωρισμού κατέκλυσε τις αγορές φέρνοντας ύφεση και ανεργία. Τους οπαδούς της ελευθερίας απασχολούσε ένα άλλο πρόβλημα: τα επιτόκια που οι κεντρικές τράπεζες κρατούσαν επί δεκαετίες χαμηλά, στρεβλώνοντας τις τιμές. Αναπροσαρμογή των επιτοκίων λοιπόν. Και πράγματι τα επιτόκια εκτινάχθηκαν προς τα πάνω. Έτσι στην ύφεση που προκαλούσαν οι υψηλές τιμές του πετρελαίου ήρθε να προστεθεί η ύφεση λόγω των υψηλών επιτοκίων. Η παγκόσμια οικονομία παρέμεινε στο ψυγείο από το 1980 έως το 1982. Την ίδια εποχή, η επικράτηση του διδύμου Thatcher & Reagan συνέβαλε στην βίαιη επιβολή μιας ακόμη ελευθερίας: της ελευθερίας της αγοράς από τα συνδικάτα, που στον αγγλοσαξονικό κόσμο υπέστησαν κυριολεκτικά πανωλεθρία. Παράπλευρο όφελος: η ανεργία καθήλωσε τους μισθούς των εργαζομένων και ενίσχυσε την διαπραγματευτική θέση των εργοδοτών. Η ελευθέρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών συνοδεύτηκε από την εντυπωσιακή επέκτασή τους σε νέους, άρτι απελευθερωμένους κλάδους. Συνεχώς εμφανίζονταν νέα χρηματιστηριακά προϊόντα, που διευκόλυναν, καθώς λέγεται, την βραχυπρόθεσμη κερδοσκοπία. Το χρηματιστήριο άνθισε και λουλούδισε στην δεκαετία του ’90 και η αξία των μετοχών εκτοξεύτηκε στα ύψη. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι μεγάλες επιχειρήσεις μετέφεραν τις επενδύσεις τους από την βραδυκίνητη πραγματική οικονομία στην ευέλικτη χρηματιστηριακή. Χαμηλή ανάπτυξη, υψηλή ανεργία, αύξηση των δημοσίων ελλειμμάτων ήταν το αποτέλεσμα: η κατεύθυνση προς την οποία μας τραβούσε το αόρατο χέρι της αγοράς θα κατέληγε σε γκρεμό. Και εμείς τι κάναμε; Στην Ευρώπη, απ’ όσο θυμάμαι, ψηφίσαμε κεντροδεξιές ή αρκούντως εκσυγχρονιστικές σοσιαλδημοκρατικές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις. Προβλήματα υπάρχουν, διακήρυσσαν με μια φωνή συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι, αλλά θα τα λύσει η αγορά. Η ανεργία και τα ελλείμματα δείχνουν την ανάγκη πρόσθετων μέτρων, για ακόμη πιο ελεύθερες αγορές. Εδώ παρατηρείται μια Ευρωπαϊκή πρωτοτυπία: δεν θέτει όρια η πολιτική στην οικονομία, αλλά η οικονομία στην πολιτική. Έτσι προέκυψαν τα κριτήρια του Maastricht, το Σύμφωνο Σταθερότητας, το (αποτυχημένο) Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Ακόμη και η περιβαλλοντική νομοθεσία, που κατά κανόνα αφορά αστοχίες της αγοράς, οφείλει πλέον να διατυπώνεται κατά τρόπον ώστε η εφαρμογή της να είναι συμβατή με ακριβώς αυτούς τους μηχανισμούς της αγοράς, που τις προκάλεσαν. Σταθερότητα, ιδιωτικοποίηση, απορρύθμιση. Το αόρατο χέρι προπορεύεται. Εμείς ακολουθούμε. Και για να απομακρυνθεί, μάλιστα, το ενδεχόμενο να ξαναβρεθούμε κάτω από τον ζυγό του κράτους προνοίας, έπρεπε αυτό να χάσει την οικονομική του βάση. Η φορολογία, ιδιαίτερα ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, μειώθηκε, το δημόσιο έλλειμμα αυξήθηκε. Ώρα, συνεπώς, για ένα ριζικό νοικοκύρεμα με περικοπές των κοινωνικών δαπανών. Η φορολόγηση των χρηματιστηριακών συναλλαγών καταργήθηκε, όπου υπήρχε, και τα πρώτα «hedge funds» έκαναν την Κέρδη χωρίς σύνορα. «Τα κεφάλαια υψηλού κινδύνου» είχαν άνοδο της αξίας ως και 20% τον χρόνο. Ήταν λοιπόν παράλογο να επενδύσουν σε αυτά και τα ασφαλιστικά ταμεία; Προς όφελος των ασφαλισμένων, εξυπακούεται. Οι πιστοί της αγοράς έκαναν ουρά για να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους στην αγορά ακινήτων που δεν έπαυαν να ανεβαίνουν και να ανεβαίνουν. Μέχρι το 2007, οπότε άρχισαν να πέφτουν. Όπως τα ποντίκια που εγκαταλείπουν το καράβι που μέλει να πάει για φούντο, οι μεγάλες τράπεζες και τα οι επενδυτές υψηλού κινδύνου μετέφεραν τα κεφάλαιά τους από τα ακίνητα στις πρώτες ύλες. Κέρδη έως και 50% τον χρόνο. Ώσπου το αόρατο χέρι να τους γυρίσει και πάλι την πλάτη. Από τα μέσα του 2008 κατρακυλούν ταυτόχρονα οι τιμές των ακινήτων, οι τιμές των πρώτων υλών και τα χρηματιστήρια. Και το αόρατο χέρι; Άφαντο! Την σωτηρία περιμένουν οι πάντες πλέον από το εξουθενωμένο Κράτος. Δαίμων της Οικολογίας, τ. 92, 4/09 |
                     |