Ενότητα :Τεύχος 94. Ιούνιος 2009 |
Τίτλος : Κωστόπουλος Δημήτρης. ΟΙΚΟΪΣΤΟΡΙΑ: Το ξύλο του αίματος
|
Αρχή κειμένου ΟΙΚΟΙΣΤΟΡΙΑ Δημήτρης Κωστόπουλος Στις αρχές του 19ου αιώνα μετά την οριστική απαγόρευση της δουλείας στις ΗΠΑ, οργανώσεις όπως η American Colonization Society ξεκίνησαν την προσπάθεια επανεγκατάστασης των σκλάβων στην Αφρική. Έτσι το 1822 στις εκβολές του ποταμού Σεντ Πωλ στην Δυτική Αφρική, δημιουργήθηκε η πρώτη πόλη από σκλάβους που ονομάστηκε Μονρόβια προς τιμή του προέδρου των ΗΠΑ, Τζαίημς Μονρόε. Τα επόμενα 20 χρόνια ιδρύθηκαν και πολλοί άλλοι τέτοιοι οικισμοί στην παλιά «Ακτή του Πιπεριού», όπως ονομαζόταν αυτή η παράκτια λουρίδα την εποχή της αποικιοκρατίας. Κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα, όταν οι Πορτογάλοι είχαν τον αποκλειστικό έλεγχο της ακτής, το 50% περίπου του πληθυσμού είχαν πωληθεί ως σκλάβοι. Αυτοί οι οικισμοί έγιναν ο πυρήνας ενός ανεξάρτητου κράτους για τους αφροαμερικανούς που είχαν απελευθερωθεί από την δουλεία. Το νέο κράτος ονομάσθηκε Λιβερία από την λέξη liberty (ελευθερία) και εκτός από την προσχωσιγενή ακτή, περιελάμβανε στο εσωτερικό μια ζώνη χαμηλών λόφων που βαθμιαία υψώνονται ξεπερνώντας τα 1.700 μέτρα στα όρη Νίμπα, στα σύνορα με την Γουινέα. Οι λιβεροαμερικανοί απέκτησαν τον πολιτικό έλεγχο του νέου κράτους, κάτι που δεν αποδέχθηκαν οι αυτόχθονες πληθυσμοί, οι οποίοι δεν είχαν δικαίωμα ψήφου μέχρι το 1958, όταν ο πρόεδρος Τσάπμαν, κατοχύρωσε νομοθετικά την ισότητα όλων των πολιτών. Αυτή η διαχωριστική κοινωνική γραμμή στην χώρα, ήταν τέτοιας έντασης, ώστε το 1931 η Κοινωνία των Εθνών αναγκάστηκε να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την οποία η κυρίαρχη τάξη των λιβεροαμερικανών εκμεταλλευόταν τους ιθαγενείς, με ένα καθεστώς που έμοιαζε σχεδόν με αυτό της δουλείας. Πάντως καθώς η γλώσσα που μιλούσαν οι αφροαμερικάνοι, δηλαδή τα αγγλικά, ήταν η μοναδική από τις γλώσσες και σε αντίθεση με τις τοπικές διαλέκτους που είχε γραπτή μορφή, επικράτησε ως επίσημη γλώσσα του κράτους. Το 1926 το ώριμο αίτημα απελευθέρωσης από το βρετανικό μονοπώλιο καουτσούκ στις ραγδαία αναπτυσσόμενες βιομηχανικά ΗΠΑ, οδήγησε την Firestone στην δημιουργία μιας μεγάλης φυτείας καουτσούκ, έκτασης τεσσάρων εκατομμυρίων στρεμμάτων στην παράκτια λωρίδα της Λιβερίας. Μέχρι σήμερα η evea brasiliensis (καουτσουκόδενδρο) κυριαρχεί στην εξαιρετικά εύφορη παράκτια λωρίδα έχοντας αντικαταστήσει την φυσική βλάστηση. Από το τέλος της δεκαετίας του 80 και για περίπου 15 χρόνια η χώρα συγκλονιζόταν από ένα εμφύλιο που στοίχισε περίπου 150000 νεκρούς, ενώ ο μισός πληθυσμός της χώρας περίπου 1,3 εκατομμύρια έγιναν πρόσφυγες. Κεντρική μορφή αυτού του εμφυλίου ήταν ο επικεφαλής του NPLF Τσαρλς Τέιλορ που το 1990 μετά από την κατάληψη της εξουσίας αυτοανακηρύχτηκε πρόεδρος, ενώ στις εκλογές του 1997 εξελέγη πρόεδρος με 75%. Όταν ο ΟΗΕ απαγόρευσε τις πωλήσεις όπλων στο καθεστώς του Τέιλορ, ο τελευταίος χρηματοδοτούσε τον πόλεμο με λαθρεμπόριο διαμαντιών και ξυλείας. Ο Τέιλορ παραχώρησε προς εκμετάλλευση στον Ολλανδό τυχοδιώκτη και συνεργάτη του, Γκας Κουβενχόφεν, μια περιοχή μεγάλη όσο περίπου και η Ελλάδα που κάλυπτε σχεδόν το 40% των δασών της χώρας. Η εταιρεία του Κουβενχόφεν, η Oriental Timber Company, διέθετε μια βαριά οπλισμένη πολιτοφυλακή 3000 ανδρών, καθώς και ένα στόλο ο οποίος εξασφάλιζε την παράνομη εξαγωγή της ξυλείας και το σπάσιμο του εμπάργκο σε όπλα και πυρομαχικά. Η εταιρεία εκτός από την αποψίλωση των δασών κατηγορήθηκε και για σφαγές αμάχων ακόμα και παιδιών που θεώρησε ότι ήταν εμπόδια στο έργο της. Βασικοί πελάτες της μέχρι το 2003, όταν ο ΟΗΕ επέβαλλε εμπάργκο στο εμπόριο ξύλου από την Λιβερία, ήταν η Γαλλία και η Κίνα. Ο Κουβενχόφεν συνελήφθη το 2006 στο Παρίσι και οδηγήθηκε στο δικαστήριο της Χάγης, αλλά τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των δασών που του είχε παραχωρήσει ο Τέιλορ ισχύουν ακόμα, παρά την απομάκρυνση του τελευταίου από την εξουσία το 2003. Δαίμων της Οικολογίας , τ. 94, 6/09 |
                     |