Ενότητα :Ριτζούλης Γιώργος |
Τίτλος : Γιώργος Β. Ριτζούλης, Είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι... Η αριστερή ολιγοφρένεια θύμα του μπερλουσκονικού ανορθολογισμού
|
Αρχή κειμένου
Είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι...
Γιώργος Β. Ριτζούλης Στην Ιταλία, χάρις στην διεισδυτική σκέψη του Αντόνιο
Γκράμσι, γεννήθηκε κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η μία από τις δυο ή τρεις
μείζονες συμβολές του κριτικού ευρωπαϊκού μαρξισμού. Οι νεωτερισμοί της έγιναν
παράδοση και ο φυλακισμένος ηγέτης από τη Σαρδηνία έγινε ο μοναδικός ίσως
κλασικός της πολιτικής θεωρίας που συνεισέφερε ο μαρξισμός. Αλλά μετά τον
τελευταίο δημιουργικό και πιστό επίγονο, το συμπατριώτη του Ενρίκο Μπερλιγκουέρ,
οι προερχόμενοι από τη γενιά του 1968 κληρονόμοι, εγκατέλειψαν τη γκραμσιανή
κληρονομιά, χωρίς να την έχουν αντικαταστήσει με άλλη καλύτερη. Κάπως έτσι μπορεί να περιγραφεί
πολύ αδρά το δράμα της Ιταλικής αριστεράς, και μάλλον όλου του Ευρωπαϊκού νότου.
Η Γαλλική περιπέτεια δεν διαφέρει ριζικά. Ακόμη πιο αδρά, ας θυμηθούμε ότι η
γκραμσιανή κληρονομιά της πολιτικής πράξης σχηματικά συμπυκνώνεται σε δυο
έννοιες – κλειδιά: Δημιουργία ενός ιστορικού συνασπισμού που συνδέει την
πολιτική έκφραση της αριστεράς με τον κοινωνικό κόσμο της καθημερινότητας,
κατάκτηση σταθερής ηθικοπολιτικής ηγεμονίας μέσα στην κοινωνία, ως
απαραίτητη προϋπόθεση για τον κοινωνικό μετασχηματισμό. ΙΙ Μετά τον παρατεταμένο «πόλεμο θέσεων» της μεταπολεμικής
Ιταλίας, στη χώρα αυτή της μακροχρόνιας ανομίας με τις βαθιές πολιτικές ρίζες,
κατά τη δεκαετία του ’80 παρατηρήσαμε εκτός των άλλων, ένα γνώριμο δράμα: Την
προσπάθεια να επιλυθεί με δικαστικό τρόπο ένα κατεξοχήν πολιτικό -
κοινωνικό - ηθικό πρόβλημα, δηλαδή ένα ζήτημα ηγεμονίας. Και ενώ ο πολιτικός
χάρτης γινόταν στα δικαστήρια φαινομενικά αγνώριστος, με τα κόκαλα του Μοντεσκιέ
νά τρίζουν για μια φορά ακόμη, ο Μπερλουσκόνι ήδη σχημάτιζε ανενόχλητος το
μιντιακό του μονοπώλιο, με την ιταλική κοινωνία να παρατηρεί έκπληκτη και
αδρανής πώς όλα άλλαζαν γύρω με ορμή για να συνεχίσουν στον ίδιο γνώριμο δρόμο.
Πάντοτε, οι πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς δεν κάνουν λάθος να κρατούν μεγάλο
καλάθι, όσες φορές ακούν εισαγγελείς να μπλέκουν με την πολιτική και τους
πολιτικούς. Από την άλλη πλευρά, οι μετά τον Μπερλιγκουέρ κληρονόμοι
του Γκράμσι, με δεδομένους τους βαθειούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς, την
αδρανοποίηση της παραδοσιακής εργατικής κουλτούρας και τη συρρίκνωση του
αγροτικού κόσμου, επιχείρησαν να μετασχηματίσουν σταδιακά την πολιτική έκφραση
της αριστεράς σε ένα νέο «κεντροαριστερό» πολιτικό φορέα που θα έμοιαζε πιό πολύ
με το αμερικανικό Δημοκρατικό κόμμα. Στην Ιταλία, αυτό το ρευστό εν
εξελίξει σχήμα, μπορούσε να διαλέγεται, με συγκρούσεις και επαφές, κυρίως με τον
καθολικής ταυτότητας κόσμο, ο τελευταίος όμως είχε μείνει πια χωρίς αξιόπιστες
δικές του πολιτικές εκφράσεις. Έτσι κάθε εγχείρημα δοκιμασίας συμμαχιών ή
«ανταγωνιστικής συνεργασίας» με σκοπό την ηθικοπολιτική ηγεμονία, εξελίχθηκε
πλέον εν μέσω πολιτικού κενού. Ωστόσο θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι οι
δυνάμεις του αμιγούς Κόμματος της Ελιάς, όπως φάνηκε στις πρόσφατες
εκλογές, είναι περίπου σε ποσοστό ίσες με τις παλιές δυνάμεις του Κομμουνιστικού
κόμματος και ίσες με τον πυρήνα των δυνάμεων που υποστήριζαν σταθερά την
προηγούμενη κυβέρνηση Πρόντι. Αξιοσημείωτη η σταθερότητα, φαίνεται όμως ότι
προφανώς κανένας συνασπισμός δεν μπορεί να γίνει στο εσωτερικό των Δημοκρατικών.
Κάπως αλλοιώς πολιτευόταν ο Μπερλιγκουέρ και κάπως αλλοιώς έβλεπε τον ιστορικό
συνασπισμό ο Γκράμσι. ΙΙΙ Η εναπομένουσα αριστερά, η κομμουνιστική και η
συμπλέουσα; Είναι αυτή που «χάθηκε στη μετάφραση». Ένα σημαντικό μέρος από τους
κληρονόμους του 1968 που είχαν συγκροτηθεί έξω από το Κομμουνιστικό κόμμα, δεν
είχε ποτέ καμιά σχέση με τα γκραμσιανά σχήματα, ούτε τώρα απέκτησε, ένα άλλο,
κυρίως της προερχόμενης από το Κομμουνιστικό κόμμα Επανίδρυσης, πρώην σύμμαχοι
του Πρόντι, έχασαν απλώς την επαφή με την κοινωνική βάση. Μίλησε κανείς για
ιστορικό συνασπισμό; Και οι κάποτε ελπιδοφόροι Ιταλοί Πράσινοι; Τι δουλειά είχαν
αυτοί οι Υδραίοι στη Λάρισα; Πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχουν οι παλιές ή νεότερες ιστορίες
που αντιστρατεύονται κάθε προοπτική ηθικοπολιτικής ηγεμονίας. Όχι μόνον
οι πιο ακραίες πολιτικές εκφράσεις των επιγόνων του 1968, αλλά και το όλο μίγμα
νοοτροπιών και τρόπων πολιτικής έκφρασης που διαμορφώθηκαν στα χρόνια του 1970 –
1980, μάλλον γεννούν τώρα πικρούς καρπούς της απαξίωσης του ηθικού στοιχείου
στην πολιτική πράξη. Φαινόμενο γνώριμο σε όλο τον Ευρωπαϊκό νότο, που πλήττει
ιδιαίτερα τη γενιά που έχει σήμερα τα ηνία σε ποικίλα πεδία της κοινωνίας. Μια νεώτερη συμβολή ανάλογων ρευμάτων, ο αγώνας για
ανατροπή της παγκοσμιοποίησης αντί για πολιτικό δημοκρατικό έλεγχο της
διαδικασίας αυτής, έχοντας ιδιαίτερο βάρος στις χώρες του Ευρωπαικού Νότου,
λειτουργεί ακόμη πιο αποσυνθετικά, ως δημιουργός ψευδούς συνείδησης και φοβικού
κλίματος, μιας ψυχολογίας αντίστροφης από τη γκραμσιανή απαισιοδοξία της σκέψης
και αισιοδοξία της βούλησης.
IV Δεδομένου ότι η πανηγυρική εκλογική επιδοκιμασία του
δεξιού λαϊκισμού τείνει να πάρει διαστάσεις επιδημίας, όσες φορές συγκρούεται
εκλογικά με αντιπάλους «κεντροαριστερούς» και «αριστερότερους», αλλά απολύτως
αποξενωμένους μεταξύ τους, τίθενται και ερωτήματα άκρως γκραμσιανά, που αφορούν
όλους τους (πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους) αντιπάλους του δεξιού λαϊκισμού,
κατεξοχήν όμως τους αριστερούς που αντλούν ακόμη και σήμερα από την
αναντικατάστατη γκραμσιανή πολιτική παράδοση: -
Πώς θα σπάσει το «σιδερένιο κλουβί» μέσα στο οποίο είναι κλεισμένο πολύ
μεγάλο πλήθος πολιτών που ανήκουν στα χαμηλού ή πολύ χαμηλού εισοδήματος
στρώματα, αλλά με επιμένουσα σταθερότητα, δεν θέλουν και δεν μπορούν να ψηφίσουν
μη δεξιό κόμμα; -
Στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, σε αντίθεση με το Βορρά, οι επικρατούσες
εγωιστικές και ηδονιστικές νοοτροπίες δυσκολεύουν πολύ τις συγκλίσεις με νέα
περιεχόμενα, μη ιδεολογικά και μή άμεσα οικονομικά. Σ’ αυτό οφείλεται, εκτός των
άλλων, η μόνιμη αδυναμία στις χώρες αυτές των Πράσινων (των σταθερά ισχυρών στη
Βόρεια ή Κεντρική Ευρώπη), όπως και η συρρίκνωση των αριστερών πολιτικών
δυνάμεων ταυτόχρονα με το μαρασμό της εργατικής κουλτούρας και την εξασθένηση
των συνδικάτων. Πώς μπορούν λοιπόν να συγκροτηθούν νέοι ηθικοπολιτικοί δεσμοί,
αντίστοιχοι με τις νέες συνθήκες, συνθήκες κοινωνικής και οικολογικής κρίσης,
μεταξύ δυνάμεων της αριστεράς και ρευμάτων θρησκευτικής ή άλλης έμπνευσης (όπως
π.χ. οι καθολικές στην Ιταλία) ; Και είναι φανερό ότι τα πεδία σύγκλισης
υπάρχουν. -
Είναι αποτελεσματική (και κυρίως είναι ορθή), η πολιτική που απευθύνεται
προπάντων σε επιμερισμένα target groups, όπως την
ασκούν σήμερα με περίπου όμοιο τρόπο αριστεροί και «κεντροαριστεροί» σε Ευρώπη
και Αμερική; Μήπως μια πολιτική ηγεμονίας μπορεί και πρέπει να απευθύνεται
προπάντων στον συνήθη πολίτη (της χώρας ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λόγου χάριν),
και μάλιστα με τη σκληρή, ακλόνητη, υπενθύμιση ότι μοιράζεται την κοινή μοίρα να
είναι μαζί με άλλα όντα, συγκάτοικος του πλανήτη Γη;
V Και ως κατακλείδα: Πώς να διεκδικήσεις σήμερα την
ηγεμονία στην Ιταλία (και όχι μόνον), όταν ο αντίπαλος ελέγχει απολύτως
τηλεόραση, τύπο και ποδόσφαιρο, διαμορφώνει ως άλλος Λαζόπουλος τη μοντέρνα
κουλτούρα του λαού, και επί πλέον, τόσα χρόνια, με τόσους δικαστές και
εισαγγελείς να τριγυρίζουν πάνω κάτω σαν μανιακοί, τον αφήνεις να παίζει στα
γήπεδα αυτά μόνος και ανενόχλητος, ή ακόμη χειρότερα, υιοθετείς το δικό του
πολιτικό λεξιλόγιο και lifestyle; Περιοδικό Ο
Πολίτης τ. 164, Φεβρουάριος - Μάρτιος 2008).
Μια άλλη ελαφρά
συντομότερη παραλλαγή του κειμένου αυτού, δημοσιεύθηκε στο
διαδικτυακό τόπο της Ανανεωτικής Πτέρυγας του Συνασπισμού
(02/05/2008) -
http://www.ananeotiki.gr/el/readRelated.asp?intThemeID=17&textID=2572 |
                     |