Ενότητα :Τεύχος 97. Οκτώβριος 2009 |
Τίτλος : Δημητρακούδη Φάνη, ΦΑΚΕΛΛΟΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ: Περιμένοντας την Κοπεγχάγη
|
Αρχή κειμένου ΦΑΚΕΛΟΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ Φανή Δημητρακούδη Εάν η δυσοίωνη κλιματική αλλαγή εξακολουθεί να συμβαίνει παρόλα τα «καμπανάκια» για τις επικείμενες καταστροφικές συνέπειες της, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ως άτομα ή ομάδα ατόμων ενεργούμε ατομιστικά εξυπηρετώντας βραχυπρόθεσμα προσωπικά μας συμφέροντα σε βάρος των κοινωφελών ενίοτε και κοινόχρηστων φυσικών μας πόρων. Έχοντας ωστόσο αντιληφθεί ότι επιβάλλεται η προστασία του κοινού συμφέροντος και της επιβίωσης του είδους μας οφείλουμε να αποθαρρύνουμε τις δραστηριότητες εκείνες που χαρακτηρίζονται επικίνδυνες και εχθρικές για τη ζωή και το αύριο του πλανήτη μας και να ενθαρρύνουμε όσες διασφαλίζουν την αειφορία. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται το εμπόριο διοξειδίου του άνθρακα που ισχύει σε διεθνή κλίμακα. Το εμπόριο των ρύπων θα πρωταγωνιστήσει στη Σύνοδο της Κοπεγχάγης τον προσεχή Δεκέμβριο που φιλοδοξεί να αποτελέσει μια δυναμική εξέλιξη στη συμφωνία για το Πρωτόκολλο του Κιότο, παρά τις επιφυλάξεις για προσπάθεια υπονόμευσης του πλαισίου που θα επιβάλλει όρια στη ρύπανση. Πριν από όλα οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν συμφωνούν στην επιβολή αυστηρών στόχων φοβούμενες ότι θα ανακόψει την πορεία τους προς την ανάπτυξη. Οι αναπτυγμένες χώρες από την πλευρά τους δεν είναι διατεθειμένες να αναλάβουν μονομερώς πρωτοβουλία για μείωση των εκπομπών αερίων υπεύθυνων για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, εάν πρόκειται να υπάρξουν εξαιρέσεις. Οι ίδιες έχουν θέσει ως στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων μέχρι το 2020 από 15 έως 21% κάτω από τα επίπεδα του 1990, ποσοστό το οποίο όμως απέχει πολύ από το 40% που ζητά η επιστημονική κοινότητα και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις ώστε η θερμοκρασία στον πλανήτη να μην αυξηθεί πάνω από 2ο Κελσίου. Εφόσον μάλιστα συνυπολογιστούν οι ΗΠΑ και η Κίνα, οι θεωρούμενες ως οι μεγαλύτεροι παραγωγοί εκπομπών αερίων, η πραγματική μείωση των εκπομπών περιορίζεται μόλις στο 10 με 16%. Η ίδια η έννοια του εμπορίου ρύπων θεωρήθηκε αμφιλεγόμενη και επικρίθηκε ότι μεταξύ άλλων δίνει περιθώριο στον αναπτυγμένο κόσμο να ξεφορτώσει την ευθύνη του για μείωση των ρύπων στις φτωχότερες χώρες. Παρόλο που κάτι τέτοιο δεν είναι αβάσιμο, η τιμολόγηση των ρύπων εξακολουθεί, λόγω του ισχύοντος οικονομικού μοντέλου, να συνιστά το έως τώρα πιο ενδεδειγμένο εργαλείο για συγκράτηση της παραγωγής εκπομπών αερίων. Η πρόκληση στην Κοπεγχάγη συνίσταται στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ χωρών με διαφορετικές προτεραιότητες σχετικά με τη χάραξη κοινής γραμμής πλεύσης. Ωστόσο παρά την ρητορική για το επείγον του διακυβεύματος, λίγες χώρες είναι διατεθειμένες να αναλάβουν δράση. Οι περισσότεροι εταίροι μπορεί να ανησυχούν για τις επιπτώσεις που θα έχει η κλιματική αλλαγή και να επιθυμούν να υπάρξει συμφωνία όμως επιδιώκουν το λιγότερο δυνατόν κόστος για τη δική τους χώρα. Προσδοκούν ότι θα επιτευχθεί συναίνεση με βάση το αξίωμα που επικράτησε στο Πρωτόκολλο του Κιότο«οι ευθύνες είναι κοινές αλλά διαφοροποιημένες», με τις πλουσιότερες χώρες να αναλαμβάνουν τη χρηματοδότηση για τα μέτρα προσαρμογής των φτωχών χωρών. Οι δαπάνες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να είναι εξαιρετικά υψηλές, περιλαμβάνοντας την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών καθώς και μέτρα προσαρμογής που θα πρέπει να αναγνωριστούν ως δίκαια και να γίνουν αποδεκτά από όλους. Ένα τέτοιο συμφωνημένο πλαίσιο δράσεων και μέτρων θα μπορούσε να επηρεάσει αποφασιστικά το ισχύον οικονομικό μοντέλο, αλλάζοντας και τον τρόπο ζωής μας. ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής προϋποθέτει να αντιληφθούμε το πραγματικό κόστος που προκαλεί ο κυρίαρχος τρόπος ζωής στις σύγχρονες κοινωνίες και αφορά τόσο τους πόρους που καταναλώνουμε όσο και τους ρύπους και τα απόβλητα που παράγουμε. Τα οικονομικά επιτελεία έχουν μόλις αρχίσει να αποδέχονται ότι αξίες όπως η κοινωνική δικαιοσύνη, η βιοποικιλότητα, η υγεία, το οικοσύστημα ή η προστασία των ειδών μπορούν να αντιπροσωπεύουν μετρήσιμα αγαθά ικανά να κοστολογηθούν σε ένα οικονομετρικό πλαίσιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η «αξία» ενός περιβαλλοντικού αγαθού οφείλει να εκτιμηθεί ψηλά εάν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την εξάντληση των φυσικών πόρων. Η παροχή νερού και τροφής στα επιπλέον 3 δις ανθρώπων, που θα προστεθούν στον πληθυσμό της Γης τα επόμενα 40 χρόνια, είναι βέβαιο ότι θα ασκήσει μεγάλη πίεση στους διαθέσιμους πόρους. Η σωστή διαχείριση τους είναι ύψιστης σημασίας προκειμένου να αποφευχθούν συρράξεις με κίνητρο τη διασφάλιση νερού, τροφής και ενέργειας. Η εξεύρεση τρόπων αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής από τη διεθνή κοινότητα μπορεί εξάλλου να αποτελέσει πρότυπο στη διαχείριση και τη διάθεση των φυσικών πόρων. Εκείνο που χρειάζεται να ληφθεί σοβαρά υπόψη είναι η ανάγκη το εμπόριο ρύπων να εξελιχθεί και να βελτιωθεί μετά από μόλις πέντε χρόνια που βρίσκεται σε ισχύ αντί να αντικατασταθεί από εντελώς νέες συμφωνίες που θα χρειάζονταν με τη σειρά τους πολλά χρόνια για να βρουν το βηματισμό τους και να πετύχουν τη συναίνεση όλων. Το Πρωτόκολλο του Κιότο χρειάστηκε 10 χρόνια για να περάσει στην εφαρμογή, αλλά τον Δεκέμβριο στην Κοπεγχάγη υπάρχουν ικανές προϋποθέσεις για μια προχωρημένη συμφωνία που θα βασίζεται σε ένα ήδη υπαρκτό πλαίσιο αρχών. Το εμπόριο ρύπων και οι αντίστοιχοι μηχανισμοί μπορούν να συνεισφέρουν ουσιαστικά σε μια αλλαγή συμπεριφοράς και να έχουν πραγματικό αντίκρισμα στη λειτουργία της οικονομίας μας. Κοστολογώντας τις διάφορες επιχειρηματικές δράσεις έχουν τη δύναμη και να τις αλλάξουν. Συνειδητοποιώντας το πραγματικό κόστος των ενεργειών μας μπορούμε να υποστηρίξουμε μια αλλαγή πολιτικής, ενώ δρώντας συλλογικά και εξουσιοδοτώντας την κυβέρνηση με την ανάλογη εντολή, μπορούμε να ελπίζουμε σε ουσιαστική πρόοδο. Την ίδια ώρα όμως το κοινό εμφανίζεται να τηρεί απρόθυμη, κυνική και συμβιβασμένη στάση στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, όπως αποκαλύπτει έκθεση του Institute for Public Policy Research (IPPR) στη Βρετανία. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, μονάχα εφόσον οι πολίτες πειστούν να περιορίσουν την παραγωγή εκπομπών αερίων αλλάζοντας τις συνήθειες τους, θα επιτευχθούν οι νέοι στόχοι. Απαιτείται γι αυτό εξοικονόμηση των δημόσιων δαπανών αλλά και εκχώρηση στο κοινό μεγαλύτερου ελέγχου στη διαμόρφωση των ατομικών λογαριασμών ρεύματος με τη δυνατότητα να μην εξαρτάται αναγκαστικά από τους παρόχους. Χρειάζεται πάνω από όλα να πειστεί για τη δυνατότητα επιλογής μειωμένων εκπομπών που όντας εφικτές και ορατές, ωφελούν την τσέπη του. Η συγκεκριμένη έκθεση με τον τίτλο 'Consumer Power: how the public thinks lower-carbon behaviour could be made mainstream', βασίστηκε σε έρευνες πεδίου και σε συνεντεύξεις καταναλωτών. Πηγές: -The Ecologist -Felicia Jackson συνεκδότης του περιοδικού New Energy Finance και συγγραφέας του βιβλίου «Conquering Carbon: carbon emissions, carbon markets and the consume» Δαίμων της Οικολογίας, τ. 97 10/09 |
                     |