Ενότητα :Τεύχος 97. Οκτώβριος 2009

Τίτλος : Τσομπάνογλου O. Γεώργιος. Σχεδιασμός για Όλους – Η πολιτική ενσωμάτωσης κατά του αποκλεισμού και η κοινωνική οικονομία

Διαβάστηκε: 601 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Σχεδιασμός για Όλους – Η πολιτική ενσωμάτωσης κατά του αποκλεισμού και η κοινωνική οικονομία

 

Γεώργιος Ο.  Τσομπάνογλου 

 

Στην εποχή μας οι ραγδαίες αλλαγές στην λειτουργία των κοινωνικών οργανισμών έχουν δημιουργήσει προβλήματα στην παλιά αντίληψη η οποία ήθελε διακριτούς χωρισμούς  μεταξύ του ιδιωτικού, του δημόσιου και  του "τρίτου τομέα".  Η κοινωνία της πληροφορίας λειτουργεί τοπικά όπου υπηρεσίες ποιότητας λειτουργούν απέναντι στις ανθρώπινες υπηρεσίες σε ένα δίκτυο υψηλής αξιακής αλυσίδας. 

 

Ένα βασικό σημείο για τις καινοτόμες δράσεις είναι η ανάγκη συνεργασίας όλων των πολιτών, των εκπαιδευτικών οργανισμών, των κέντρων επανένταξης και των  δημόσιων ιατρο-κοινωνικών οργανισμών. Το θεμέλιο για τέτοιες δράσεις αποτελεί το εταιρικό και τοπικό καταρχήν δίκτυο, όπου επέρχεται ο συγκερασμός των διαφορετικών δεξιοτήτων των εταίρων και όχι μόνο. Κάθε εταίρος παρέχει μια διαφορετική οπτική για την λύση των προβλημάτων επανένταξης, πράγμα που βοηθά στη δυνατότητα εξεύρεσης των κατάλληλων λύσεων για ανεξάρτητη διαβίωση των ευπαθών ομάδων.

Στις εταιρικές ενώσεις στην περίπτωση π.χ. των γονέων αναπήρων ατόμων, σε εκπαιδευτικούς οργανισμούς, σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας, δηλαδή στο εταιρικό δίκτυο που αντιπροσωπεύει κάθε ειδική γνώση, έχουμε σαν/ένα ανοιχτό πεδίο, ανταλλαγής επαγγελματικής γνώσης, αλλά και ελευθέρου χρόνου, πράγμα που έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα του κοινωνικού ‘όλου’. Παράλληλα οι μορφές δικτύων διασυνδέονται με το ευρύτερο τοπικό, αλλά και περιφερειακό δίκτυο. Εδώ έχουμε ένα συσχετισμό ο οποίος δημιουργεί ευεργετικά αποτελέσματα για τον οργανισμό του κοινωνικού δικτύου, ενώ παράλληλα έχουμε δυνατότητες αποφάσεων για όλους τους συμμετέχοντες. Το πρόβλημα είναι πώς να δομηθεί μια εταιρική μορφή αλληλεγγύης, όπου με βάση τη συντεταγμένη του "σχεδιασμού για όλους" να προωθηθεί το κύριο θέμα της κοινωνικής συνοχής ως βιώσιμης στις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Δεν είναι εύκολο θέμα η κοινωνική αναπαραγωγή σε περιόδους κρίσης και ολικών αλλαγών.

 

Κοινωνική Οικονομία- Μερικές Δράσεις

 

Συνεταιρισμοί, ενώσεις, οργανώσεις κοινωνικής αλληλεγγύης, ιδρύματα είναι οι κοινωνικοοικονομικοί οργανισμοί που αναφέρονται στην ‘κοινωνική οικονομία’ (τρίτος τομέας) και έχουν ως κοινή αφετηρία κάποιες αρχές όπως π.χ. ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας τους και η ανεξαρτησία τους από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.

Ο τομέας αυτός βρίσκεται στον ευρύτερο χώρο του γενικού συμφέροντος (General Interest) και περιλαμβάνει το τομέα της διευρυμένης κοινωνικής αναπαραγωγής (όπως υγεία, παιδεία, πολιτισμός, περιβάλλον), δίνοντας έμφαση στην τοπική διάσταση αυτών των δράσεων.  Όπως είναι γνωστό, τέτοιες δράσεις απευθύνονται σε αφανείς εργασιακές δραστηριότητες  που συνήθως δεν καταγράφονται σε λογιστικά βιβλία. Αφορούν δε την εργασία μεταναστών, γυναικών και νέων η οποία συνήθως δεν ασφαλίζεται, είναι άτυπη, ‘όμως καλύπτει γενικές ανάγκες αναπαραγωγής της καθημερινής ζωής αλλά και σημαντικούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας, όπως είναι η οικοδομική δραστηριότητα, ο τουρισμός, οικιακή εργασία και η αγροτική οικονομία.  Εάν υπολογίσουμε ότι στην χώρα μας ο πληθυσμός γηράσκει ραγδαία και ότι η χώρα μας έχει ένα ποσοστό φτώχειας  22 % για το οποίο διατίθεται το 25 % του Α.Ε.Π. χωρίς σημαντική μείωση του (μόνο 1% ) (ενώ στην Ε.Ε.-27 διατίθεται το 27.3 %  του Α.Ε.Π. με 9.500.000 θέσεις εργασίας στον τομέα προστασίας – το 6,5%  του συνόλου της γενικής απασχόλησης ή το 7,8 % της συνολικής έμμισθης απασχόλησης), τότε μπορούμε να δούμε τις αδυναμίες του δημοσίου αλλά και του ιδιωτικού-κερδοσκοπικού τομέα στην χώρα μας.

Οι  μεγάλες κοινωνικές αλλαγές και οι ανάγκες πολιτών και τοπικών κοινωνιών που δεν καλύπτονται νόμιμα από άλλες δομές, καθώς και η αντιστάθμιση των συνεπειών της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων οργανισμών κοινωνικής οικονομίας.

Η αύξηση απασχόλησης σε αυτό τον τομέα οφείλεται στα εξής:

           1) παραγωγή κοινωφελών αγαθών και υπηρεσιών,

           2) ενσωμάτωση ανέργων – ΑΜΕΑ, αποκλεισμένων

Στην Ευρώπη υπάρχουν αυτή τη στιγμή περισσότερες από 300.000 συνεταιριστικές  επιχειρήσεις απασχολώντας περίπου 5 εκατομμύρια άτομα.  Σύμφωνα με τον Henrik Litske από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για την Βελτίωση των Συνθηκών Εργασιακής Ζωής του Δουβλίνου ο τρίτος τομέας απασχολεί περί τα 9 εκατ. εργαζόμενους (Henrik Litske 2003).   

 

Μερικές περιοχές είναι περισσότερο αναπτυγμένες στον τομέα αυτό. Η Ιταλική Συνεταιριστική Οικονομία είναι αναπτυγμένη αρκετά με περισσότερα από 77.000 ενεργές επιχειρήσεις. Η Περιοχή της Emilia Romagna βρίσκεται στην πρωτοπορία αυτής της οικονομίας. Υπάρχουν περί τις 4.000 συνεταιριστικές επιχειρήσεις με παραγόμενα προϊόντα αξίας περίπου 25 δις. Ευρω. Η αιτία της ανάπτυξης τους οφείλεται σε μια σειρά από «οδηγούς» που απουσιάζουν σε άλλες χώρες όπως την Αγγλία, αλλά και την Ελλάδα μεταξύ άλλων.

Οι «οδηγοί» αυτοί είναι οι κάτωθι : Το επίσημο, συνταγματικά καθιερωμένο, νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο πρέπει να αναγνωρίζει την ιδιαίτερη ταυτότητα  των συνεταιρισμών στο αστικό δίκαιο.

Πρέπει να υπάρχει ειδικό φορολογικό καθεστώς για τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις και νομικό πλαίσιο για την αναδιοργάνωση των προβληματικών επιχειρήσεων σε συνεταιριστικές. Η ειδική φορολογική ρύθμιση που επιτρέπει στους συνεταιρισμούς να μην υπόκεινται σε φορολογία εφόσον τα κέρδη των μελών τους δεν ξεπερνούν το 60 % της προστιθέμενης αξίας.

Το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να ενθαρρύνει τον οικονομικό πλουραλισμό με την ανάδυση του τρίτου τομέα, ο οποίος και λειτουργεί συνεκτικά μεταξύ του ιδιωτικού και του δημοσίου.  Αλλιώς έχουμε την άτυπη «οικονομία».

Ο Νόμος του 1992 στην Ιταλία για τους Συνεταιρισμούς απαιτεί από τους συνεταιρισμούς να επενδύουν το 3% του λειτουργικού τους κέρδους σε Αμοιβαία Ταμεία για την προώθηση των νέων συνεταιριστικών επιχειρήσεων.

Μια σημαντική προώθηση στον τομέα γίνεται με τις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, οι οποίες στην Ιταλία προωθούν και τις ιατρο-κοινωνικές υπηρεσίες σε περιοχές με περιορισμένη δικτύωση.   (Τσομπάνογλου, Γ. (επιμ.) «Δομώντας το Κοινωνικό Κεφάλαιο», υπό έκδοση, Παπαζήσης,  2010). Στην Ιταλία το 1994 υπήρχαν 2.300 κοινωνικοί συνεταιρισμοί με 38.000 θέσεις εργασίας, ενώ το 1998  αυτοί αυξήθηκαν στους 4.800 συνεταιρισμούς με 108.000 εργαζόμενους (περίθαλψη ηλικιωμένων, φροντίδα παιδιών, βοήθεια ΑΜΕΑ).   Η Γαλλία εκφράζοντας αυτήν την τάση η οποία θέλει το Κράτος αρωγό της κοινωνίας των πολιτών και μαχόμενο για τον έλεγχο της φτώχειας και του αποκλεισμού, δημοσίευσε πρόσφατα τον Νόμο της 13 Φεβρουαρίου 2006 ο οποίος θεσμοθετεί τις διατάξεις της Γαλλικής Διυπουργικής Αποστολής για την Καινοτομία, τον Κοινωνικό Πειραματισμό και την Κοινωνική Οικονομία (Interministerial Delegation for Innovation, Social Experimentation and the Social Economy- DIIESES).

Το Κράτος θέλησε να θεσμοθετήσει ένα μηχανισμό υποστήριξης για τους φορείς που δραστηριοποιούνται στον κοινωνικό τομέα δράσης κατά της φτώχειας και του αποκλεισμού. Η διοίκηση της κοινωνικής βοήθειας απαιτεί τη δημιουργία κοινών προδιαγραφών στην εργασιακή διαδικασία με σκοπό την ενσωμάτωση των διαφορετικών συνθηκών εργασίας, αλλά και πληθυσμιακών ομάδων, ευπαθών πληθυσμών, νέων, γυναικών, αλλά και ατόμων με αναπηρίες, για καλύτερα αποτελέσματα.  Η Πολιτεία πρέπει να δώσει την βοήθεια της σε πρωτοβουλίες, οι οποίες προσπαθούν να ρυθμίσουν τις αποτυχίες της αγοράς, τα προβλήματα της άτυπης κοινωνίας του περιθωρίου, της αποβιομηχανοποίησης και του περιφερειακού ανταγωνισμού.

 

Το παράδοξο των δημόσιων πολιτικών είναι ότι υπάρχει αντίθεση μεταξύ οικονομικής πολιτικής για την ανταγωνιστικότητα και των κοινωνικών αναγκών της κοινωνίας των πολιτών. Γι’ αυτό οι νέες μορφές διακυβέρνησης έχουν μια ολιστική προσέγγιση, η οποία απαιτεί τη συμφιλίωση μεταξύ κοινωνίας και οικονομίας που εδράζει στο πεδίο της κοινωνικής οικονομίας. Οι δημόσιες πολιτικές λοιπόν θα πρέπει να συνδυασθούν με δράσεις στους τομείς του εθελοντικού, του συνεργατικού αλλά και του τομέα των αμοιβαίων εταιρικών μορφών.

Οι τάσεις αυτές χαρακτηρίζονται από καινοτόμες δράσεις δεδομένου ότι πρέπει να υπάρξουν δράσεις μεταξύ δύο παραδοσιακά αντιθέτων δομών, όπως αυτές του δημοσίου συμφέροντος και της ιδιωτικής κερδοσκοπικής δράσης.

Η καινοτομία εδώ δεν είναι αναγκαστικά θέμα μόνο νέων τεχνικών εργαλείων και τεχνολογικών υπηρεσιών. Εδώ πρόκειται για ένα οργανωσιακό πεδίο το οποίο έχει τις δικές του μορφές παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης μεταξύ των τοπικών εταίρων.   Το πεδίο αυτό της κοινωνικής οικονομίας είναι σύνθετο δεδομένου ότι εκφράζει πληθυσμούς με διαφορετικά δημογραφικά χαρακτηριστικά, οι οποίοι και απαιτούν διαφορετικές υπηρεσίες – φροντίδα για τους μετανάστες, τους νέους, στέγη για τους άπορους, δωρεάν νομικές υπηρεσίες για τους οικονομικά αδύνατους, φροντίδα για παιδιά, φροντίδα και ενσωμάτωση για τα ΑΜΕΑ κ.α.  Εδώ παρ΄ όλη την διαφορετικότητα στις δημογραφικές ομάδες και στις απαιτούμενες υπηρεσίες έχουμε τα χαρακτηριστικά μιας δομικής σταθεράς, όπου οι φορείς της κοινωνικής οικονομίας συνδεόμενες με τον τοπικό παράγοντα, όπως τις δημοτικές επιχειρήσεις, κυριαρχούν στον τομέα της κοινωνικής συνοχής.

Οι κύριες μορφές όπου τέτοιες υπηρεσίες θεραπεύουν το γενικό συμφέρον είναι οι κοινωνικές επιχειρήσεις. Στην Γαλλία το Ανώτερο Συμβούλιο για την Κοινωνική Οικονομία (Conseil superieur de l’ economie  sociale, βλ. 28/09/2006 Journal official de la Republique Francaise), αποτελεί ένα πεδίο όπου η ενότητα της κοινωνικής οικονομίας καθιερώνεται και ενδυναμώνεται μεταξύ των κοινωνικών εταίρων της κοινωνίας των πολιτών, των περιφερειακών αιρετών δομών και των δημόσιων οργανισμών. Στην Γαλλία η κοινωνική οικονομία αντιστοιχεί περίπου στο 11% του Α.Ε.Π.. Η κοινωνική οικονομία στην Γαλλία εκπροσωπείται από το Εθνικό Δίκτυο των Κοινωνικών Επιχειρήσεων.

Στην Ισπανία επίσης, το Δεκέμβριο του 2000, υπήρχαν 17.000 ενεργοί συνεταιρισμοί οι οποίοι δημιούργησαν 228.000 θέσεις εργασίας και 12.000 εταιρίες οι οποίες έδωσαν δουλειά σε 84.878 εργαζόμενους. Τα ιδρύματα και οι ενώσεις που παρέχουν υπηρεσίες αριθμούν περίπου 300.000 και δίνουν περίπου 500.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Στην Καταλονία μεταξύ του 1980 και 1999 δημιουργήθηκαν πάνω από 27.500 ενώσεις με κοινωφελή χαρακτήρα.  Στην ίδια περιοχή το 15% της απασχόλησης βρίσκεται στις κοινωνικές επιχειρήσεις με τάσεις αυξανόμενες. Οι επιχειρήσεις αυτές (Νόμος 12/2001 της 9ης Ιουλίου) προσπαθούν να ενσωματώσουν μέσω της εργασίας ευπαθείς ομάδες και χαρακτηρίζονται ως μεταβατικές επιχειρήσεις, γιατί καταπολεμούν το κοινωνικό αποκλεισμό μέσω της «προστατευόμενης απασχόλησης».

 

Στην χώρα μας το χρώμα του κοινωνικού αποκλεισμού δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Βάσει δημοσιογραφικών αναφορών (Ριζοσπάστης: 3/12/2006) κάθε χρόνο 4.000 άνθρωποι στην Ελλάδα καθίστανται παραπληγικοί λόγω ατυχημάτων στην εργασία και στο οδικό δίκτυο. Οι βαριά ανάπηροι είναι περίπου 500.000, αλλά μόνο οι 130.000 παίρνουν επίδομα αναπηρίας. Η ανεργία στους ικανούς προς εργασία αναπήρους  είναι περίπου  80 %. Εκτός εκπαίδευσης βρίσκονται 180.000 παιδιά με αναπηρίες και σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες. Μόνο 500 παιδιά με αυτισμό από τα 30.000 πηγαίνουν σε κάποιο ειδικό κέντρο. Υπάρχουν μόλις 200 κρεβάτια σε δημόσια κέντρα αποκατάστασης από τα 2000 που απαιτούνται. Οι ανάπηροι βιώνουν τον αποκλεισμό από την εκπαίδευση, την αδυναμία προσπέλασης στους χώρους κοινωνικής κατανάλωσης, μεταφοράς και υπηρεσιών. Η κοινωνική οικονομία στο πεδίο αυτό στην χώρα μας έχει πάρει την μορφή των Κοινωνικών Συνεταιρισμών Περιορισμένης Ευθύνης (ΚοίΣΠΕ). Οι μορφές αυτές έχουν εξαπλωθεί αλλά ακόμη δεν έχει γίνει αποτίμηση του ρόλου τους αλλά και των διασυνδέσεων τους με τους τοπικούς φορείς, τις ενώσεις τοπικού γενικού ενδιαφέροντος.

Όπως είπαμε προηγουμένως η κοινωνική οικονομία είναι ο τρίτος τομέας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και γι αυτό το τοπικό κράτος πρέπει να συνεργάζεται με τον τομέα της κοινωνικής οικονομίας δυναμικά για μια επιτυχημένη πολιτική κοινωνικής συνοχής για όλους.

 

 

Συμπεράσματα

 

Ο «Σχεδιασμός για Όλους» για να γίνει υλοποιήσιμος πρέπει να αναδυθεί η κοινωνική οικονομία, της οποίας η εστία είναι τοπική, δηλαδή βρίσκεται στην κοινότητα. Στις κοινότητες ο διαχωρισμός μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα είναι γενικά αρνητικός και δυσδιάκριτος. Η έμφαση στην κοινωνική οικονομία και τις εταιρικές συμπράξεις στο κοινωνικό κεφάλαιο συγκροτεί την κοινωνική συνοχή δημιουργώντας συνθήκες απασχολησιμότητας σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, αλλά και συνθήκες κοινωνικής αειφορίας επιτρέποντας στην κοινωνική αναπαραγωγή να λειτουργεί βιώσιμα και συνεπώς ανταγωνιστικά (βλ. Βάσκοι, Ιταλοί, Σκανδιναβοί κτλ.). Ο σχεδιασμός αποτελεί την γενική κατεύθυνση της Διακήρυξη της Λισσαβόνας, όπου η διαδικασία της κοινωνικής ενσωμάτωσης λειτουργεί μέσω της κοινωνίας της πληροφορίας. Η πολιτική για το «Σχεδιασμός για Όλους» σημασιοδοτεί την ολική ενσωμάτωση ως πολιτική βιώσιμης ανάπτυξης.

 

_________ 

ΜΑ ΜacMaster, PhD Olso-Carleton

Μέλος του Διεθνούς Επιστημονικού Συμβουλίου του CIRIEC – International Liege, Belgium και της Διεθνούς Κοινωνιολογικής ¨Ενωσης. Επιμελητής του βιβλίου «Η ανάδυση της Κοινωνικής Οικονομίας για Βιώσιμες Κοινότητες», Παπαζήσης, 2008

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 97, 10/09

 

 

 

Επιστροφή