Ενότητα :Tευχος 100. Ιανουάριος 2010

Τίτλος : Αλεξανδρή Ελευθερία, Ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος της ελληνικής κατοικίας. Ποιες δράσεις;

Διαβάστηκε: 488 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

Ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος της ελληνικής κατοικίας. Ποιες δράσεις;

 

Της Ελευθερίας Αλεξανδρή*

 

Τα Ελληνικά κτίρια, παρόλο του σχετικά ήπιου κλίματος της χώρας, παρουσιάζουν στην πλειοψηφία τους μεγαλύτερες ανάγκες για θέρμανση σε σχέση με το μέσο όρο των κτιρίων σε πιο ψυχρές χώρες. Για παράδειγμα, οι τυπικές κατοικίες στις Σκανδιναβικές χώρες, με τους καλά θερμομονωμένους εξωτερικούς τοίχους, καταναλώνουν περίπου την ίδια ενέργεια για θέρμανση, όπως κατοικίες στη Φλώρινα [1], παρόλο που η ψυχρή περίοδος στη Σκανδιναβία είναι μεγαλύτερης διάρκειας και έντασης.

 

Το μεγαλύτερο ποσοστό των ελληνικών κτιρίων (πάνω από το 69% [2]) έχει αμόνωτους εξωτερικούς τοίχους, οροφές, δώματα, pilotis και δάπεδα, ενώ τα ανοίγματα έχουν μονούς υαλοπίνακες. Οι περισσότεροι λέβητες είναι παλαιοί και τα συστήματα θέρμανσης χαμηλής απόδοσης, με αποτέλεσμα την αυξημένη ανάγκη σε θέρμανση και ψύξη των χώρων, καθώς και τις φτωχές συνθήκες θερμικής άνεσης. Παράλληλα δεν έχει δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα στο σχεδιασμό του περιβάλλοντα χώρου, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται ιδιαίτερα αυξημένες αστικές θερμοκρασίες τη θερινή περίοδο, με άμεσο αντίκτυπο στο φορτίο ψύξης.

 

Καθώς τα κτίρια στην Ελλάδα ευθύνονται για περίπου το 45% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα της χώρας, η ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος είναι σήμερα πιο αναγκαία από ποτέ, προκειμένου η χώρα να φτάσει τους στόχους του 2020 για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής [3]. Τα κίνητρα και οι επιδοτήσεις από την πολιτεία είναι απαραίτητα, προκειμένου να υλοποιηθεί η ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού τομέα.

 

Η κατοικία καταλαμβάνει το 77% των κτιρίων της Ελλάδας [2], όντας έτσι υπεύθυνη για το μεγαλύτερο ποσοστό κατανάλωσης ενέργειας στον κτιριακό τομέα. Αρχίζοντας την ενεργειακή αναβάθμιση του κτιριακού αποθέματος από την κατοικία, η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας μπορεί να είναι μετρήσιμη, με την παράλληλη αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου φτωχών στρωμάτων που διαμένουν ως επί το πλείστον σε αμόνωτα κτίρια.

 

Η ιεράρχηση των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας που θα προτείνει / επιδοτήσει η πολιτεία είναι απολύτως αναγκαία, προκειμένου να προωθηθούν δράσεις που θα προσφέρουν μετρήσιμη εξοικονόμηση ενέργειας και μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Οι δράσεις αυτές θα πρέπει να έχουν ικανοποιητικό κύκλο ζωής, χαμηλή ενσωματωμένη ενέργεια, εύλογη περίοδο αποπληρωμής, σε σχέση με το αρχικό κόστος, όχι τόσο μεγάλη συχνότητα επισκευής και να πρόκειται για τεχνολογίες που βρίσκονται εύκολα στην αγορά.

 

Μελετώντας μια τυπική ελληνική πολυκατοικία, σε συνεχές σύστημα δόμησης, προκύπτει ότι η μόνωση της εξωτερικής τοιχοποιίας, που καταλαμβάνει το μεγαλύτερο ποσοστό του κτιριακού κελύφους, μπορεί να προσφέρει το μεγαλύτερο ποσοστό εξοικονόμησης ενέργειας, της τάξης του 23-29%, για τις τέσσερις κλιματικές ζώνες της χώρας, με αντίστοιχη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα της τάξης του 15-23%, με περίοδο αποπληρωμής της τάξης των 5-11 ετών και ενσωματωμένη ενέργεια της τάξης των 4-45MJ/kg [4].

 

Η μόνωση του δώματος της πολυκατοικίας προσφέρει εξοικονόμηση ενέργειας της τάξης του 7-9%, με 5-8% μείωση του διοξειδίου του άνθρακα και 3-9 έτη περίοδο αποπληρωμής. Η αντικατάσταση των κουφωμάτων με θερμομονωτικά κουφώματα και διπλούς υαλοπίνακες προσφέρει χαμηλότερη εξοικονόμηση ενέργειας σε σχέση με τη μόνωση της τοιχοποιίας, της τάξης του 9-11%, μείωση του διοξειδίου του άνθρακα κατά 11-15%, μεγάλη περίοδο αποπληρωμής (22-32 έτη), λόγω του αυξημένου αρχικού κόστους και αρκετά υψηλή ενσωματωμένη ενέργεια (15-159MJ/kg).

 

Εύλογο είναι λοιπόν, όσον αφορά το κτιριακό κέλυφος, να δοθεί προτεραιότητα στη μόνωση της εξωτερικής τοιχοποιίας, σε σχέση με την αντικατάσταση των κουφωμάτων, για παράδειγμα, καθώς όχι μόνο προσφέρει μεγαλύτερα ποσοστά εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά έχει και πολύ μικρότερο χρόνο αποπληρωμής και ενσωματωμένη ενέργεια. Είναι σημαντικό η πολιτεία, πριν αποφασίσει ποια μέτρα θα προωθήσει, να εκπονήσει μια στοιχειώδη ανάλυση ιεράρχησης μέτρων που θα φέρουν τα μεγαλύτερα ποσοστά εξοικονόμησης ενέργειας, με παράλληλα μικρή περίοδο αποπληρωμής.

 

Στο πρόγραμμα «εξοικονόμηση κατʼ οίκον», που εξήγγειλε το Υπουργείο Ανάπτυξης τον Ιούλιο του 2009, η θερμομόνωση της εξωτερικής τοιχοποιίας ήταν στις προαιρετικές δράσεις του προγράμματος, παρόλο που πρόκειται για την επέμβαση με τη μέγιστη προσφερόμενη εξοικονόμηση ενέργειας σε όλες τις κλιματικές ζώνες. Αντίθετα, η μόνωση του δώματος και η αντικατάσταση των κουφωμάτων, που όπως δείχθηκε προηγουμένως δεν επιφέρουν ικανοποιητική εξοικονόμηση ενέργειας, βρίσκονταν στις υποχρεωτικές παρεμβάσεις του προγράμματος!

 

Σχετικά με τα Η/Μ συστήματα θέρμανσης/ψύξης, είναι σημαντική η αντικατάσταση των λεβήτων με πιο αποδοτικούς λέβητες, χαμηλότερων εκπομπών. Η αντικατάσταση των κλιματιστικών με ανεμιστήρες οροφής είναι πιο σημαντική από την αντικατάσταση των κλιματιστικών με νέα, πιο αποδοτικά κλιματιστικά. Οι ανεμιστήρες οροφής δημιουργούν παρόμοιες συνθήκες θερμικής άνεσης με τα κλιματιστικά και προσφέρουν εξοικονόμηση ενέργειας της τάξης του 70-90%, με περίοδο αποπληρωμής 1-2 έτη, ενώ η αντικατάσταση των κλιματιστικών προσφέρει εξοικονόμηση ενέργειας της τάξης του 60%, με περίοδο αποπληρωμής 12-16 έτη. Είναι λογικό συνεπώς το ερώτημα, γιατί η πολιτεία τον Ιούνιο του 2009 με το πρόγραμμα «αλλάζω κλιματιστικό» του Υπουργείου Ανάπτυξης προώθησε την αντικατάσταση των κλιματιστικών στα Ελληνικά κτίρια, αντί των ανεμιστήρων οροφής ή/και της τοποθέτησης εξωτερικών σκιάστρων.

 

Η διαμόρφωση του δομημένου χώρου με φύτευση τόσο του κοινόχρηστου χώρου, όσο και των εξωτερικών όψεων και των δωμάτων, η χρήση ψυχρών υλικών στις δομημένες επιφάνειες και η τοποθέτηση υγρών στοιχείων, όπου είναι εφικτό, δεν έχει τύχει ιδιαίτερης προσοχής προς το παρόν από την ελληνική πολιτεία, γεγονός που συνεχίζει να αυξάνει την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας για ψύξη, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα.

 

Συνοψίζοντας, λόγω της κακής ενεργειακής κατάστασης του κτιριακού αποθέματος του ελλαδικού χώρου, υπάρχει μεγάλο δυναμικό ενεργειακής βελτίωσής του. Τα μέτρα και οι τεχνολογίες στα οποία θα δοθεί προτεραιότητα πρέπει να ιεραρχηθούν προσεχτικά, ώστε να επιφέρουν τα μέγιστα δυνατά ως προς την εξοικονόμηση ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, με παράλληλα συμφέροντες περιόδους αποπληρωμής, χαμηλή ενσωματωμένη ενέργεια και ικανοποιητικό κύκλο ζωής. Κινήσεις εντυπωσιασμού, που προωθούν κλάδους δραστήριους σε διαφημιστικές καμπάνιες, δε χωρούν πλέον, αν θέλουμε επιτέλους να αλλάξουμε άρδην τη σημερινή ζοφερή ενεργειακή κατάσταση της χώρας. Q

 

C. Balaras et al (2007) European Residential Buildings and Empirical Assessment of the Hellenic Building Stock, Energy Consumption, Emissions and Potential Energy Savings. Building and Environment Vol. 42, pp 1298-1314.

 

Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος (2001) Απογραφή Οικοδομών – Κτιρίων της 1ης Δεκεμβρίου 2000.

 

Εθνικό Σχέδιο Δράσης Ενεργειακής Αποδοτικότητας (2007)

 

G. Hammond & C. Jones (2008) Inventory of Carbon and Energy. University of Bath, Bath.

 

*Δρ. πολιτικός μηχανικός

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 100, 1/2010

 

 

Επιστροφή