Ενότητα :Τεύχος 101. Φεβρουάριος 2010 |
Τίτλος : Δημητρακούδη Φάνη, Γεωργία ή τα συμφέροντα υπό πράσινο μανδύα
|
Αρχή κειμένου Φανή Δημητρακούδη Μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα στον τομέα της αγροτικής παραγωγής εποφθαλμιούν τις επιχορηγήσεις για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα επενδύοντας στην καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένων φυτών. Την ώρα που προβάλλουν τη δυνατότητα τους για αυξημένη συγκομιδή μάχονται τις προσπάθειες να απαγορευτούν τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης οργανισμών ευπροσάρμοστων στην κλιματική αλλαγή. Πράγματι, ο κύριος όγκος της χρηματοδότησης που παρέχει ο Clean Development Mechanism (CDM)* σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις προωθείται σε μεγάλα προγράμματα μονοκαλλιέργειας ή παραγωγής βιοκαυσίμων. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι μια απόφαση του ΟΗΕ να περιλάβει στη μέτρηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και όσες προέρχονται από το έδαφος θα σημάνει έκρηξη των εντατικών καλλιεργειών καθώς αυτές ανταποκρίνονται καλύτερα στο συγκεκριμένο ζήτημα. Την ίδια ώρα όμως, θα επιδεινωθεί περαιτέρω η διεθνής διατροφική κρίση που πλήττει ήδη 90 εκατομμύρια ανθρώπους. Όπως επισημαίνει στην έκθεση της «Agriculture and Climate Change; Real Problems, False Solutions» η Helena Paul, από την οργάνωση επιστημονικής έρευνας Econexus, ορισμένοι, μεταξύ των οποίων και ο CDM, επιδιώκουν να περιληφθεί στο εμπόριο ρύπων και η μη καλλιεργημένη γη, επειδή οι περισσότερες εκτάσεις της κατηγορίας αυτής ανήκουν σε πολύ μεγάλους παραγωγούς που χρησιμοποιούν γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς σε συνδυασμό με τη χρήση χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων. Επίσης ο βιοάνθρακας έχει προταθεί ως μέθοδος για τη δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα στο έδαφος μέσω της βιομάζας. Η συγκεκριμένη μέθοδος που θεωρείται εξαιρετικά αμφιλεγόμενη, ιδιαίτερα μακροπρόθεσμα, μπορεί να αποφέρει διπλή επιχορήγηση αλλά συνιστά κίνητρο για την καταστροφή των δασών και της βιοποικιλότητας. Ακόμα και η εντατικοποίηση της κτηνοτροφίας εμφανίζεται ως τρόπος περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, με σταυλισμό των ζώων και μετατροπή της κοπριάς σε βιοκαύσιμα, μέθοδος που με τη σειρά της ευνοεί τους μεγάλους παραγωγούς σε βάρος των μικρών. Από την πλευρά τους, οι μικροί αγρότες του κόσμου φαίνεται να προσφέρουν μια πιο ρεαλιστική πρόταση για την επίλυση της κλιματικής κρίσης. Στη σύνοδο της Κοπεγχάγης ο διεθνής συντονιστής του αγροτικού κινήματος La Via Campesina Henry Saragih κάλεσε τους ισχυρούς του πλανήτη να αναγνωρίσουν το ρόλο της μικρής αγροτικής παραγωγής στη σταθεροποίηση του κλίματος και απηύθυνε μήνυμα υπέρ της διατροφικής ασφάλειας. Τόνισε ότι η λύση δεν βρίσκεται στις επιχορηγήσεις αλλά στη μεταρρύθμιση του διατροφικού συστήματος που θα υποστηρίζει τις τοπικές αγορές και θα δίνει προτεραιότητα στη διασφάλιση της τροφής για όλους. Δεν παρέλειψε να πει ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη αναδείχτηκε ως πρόβλημα μόλις οι πολυεθνικές εταιρίες επινόησαν κερδοφόρες δομές και πρότειναν λύσεις στα μέτρα τους, οι οποίες ελέγχονται από μεγάλες εταιρίες και υποστηρίζονται από κυβερνήσεις. Εκτιμάται ότι σήμερα η διεθνής αγροτική παραγωγή συμβάλει στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 30%. Ωστόσο η Via Campesina υποστηρίζει πως η ανάκτηση της γονιμότητας του εδάφους στα επίπεδα των αρχών του 20ου αιώνα μπορεί να δεσμεύσει πάνω από 330 δις τόνους διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα. Γι αυτό επιμένει να δοθεί σημασία στην αειφόρο γεωργία όπως επίσης στο περιβάλλον και την απασχόληση. Στο ίδιο μήκος κύματος και η ΜΚΟ GRAIN που τονίζει ότι οι αειφόρες γεωργικές τεχνικές θα μπορούσαν να αυξήσουν την οργανική ύλη του εδάφους κατά 60 τόνους ανά εκτάριο τα προσεχή 50 χρόνια. Η οργανική ύλη έχει αναγνωριστεί μεταξύ άλλων και από την IPCC (Διαρκή Επιτροπή Ειδικών για τις Κλιματικές Αλλαγές) ως σημαντικός παράγων δέσμευσης του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Σε δημόσια ψηφοφορία που διοργάνωσε συνασπισμός ΜΚΟ, μεταξύ των οποίων οι Φίλοι της Γης και η Spinwatch, η Monsanto αναγορεύτηκε ως η εταιρία που άσκησε το πιο επιθετικό λόμπι στη σύνοδο της Κοπεγχάγης για το Κλίμα, πριν ακόμα από την Shell ή την American Petroleum Institute. Η Monsanto επελέγη στην πρώτη θέση εξαιτίας της προώθησης των γενετικά τροποποιημένων σπόρων της ως λύσης στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και της άσκησης πίεσης στο να χρησιμοποιηθούν οι σπόροι της ως βιοκαύσιμα. Η εταιρία ασκεί επίσης λόμπι για να αποσπάσει χρηματοδότηση για τους σπόρους RoundUp Ready που δεν χρειάζονται όργωμα και αντέχουν στα ζιζανιοκτόνα. Το επιχείρημα συγκεντρώνει τα πυρά του συνασπισμού των ΜΚΟ που επισημαίνουν ότι οι μη οργωμένοι αγροί παράγουν στην πραγματικότητα περισσότερα βλαβερά αέρια, ενώ οι μονοκαλλιέργειες σόγιας ευθύνονται για την αποδάσωση στη Λατινική Αμερική, τη μετακίνηση του ντόπιου πληθυσμού και την αυξημένη χρήση ζιζανιοκτόνων. Οι υπόλοιπες εταιρίες που διακρίθηκαν για τις προσπάθειες τους να διασφαλίσουν τα κέρδη τους και να εμποδίσουν τη λήψη αποτελεσματικής δράσης υπέρ του κλίματος είναι οι εξής: · American Coalition for Clean Coal Electricity · American Petroleum Institute (API) · European Chemical Lobby (Cefic) · International Air Transport Association (IATA) · International Emissions Trading Association (IETA) · Sasol · Shell *Ο Clean Development Mechanism, or CDM, είναι ένας από τους τρεις μηχανισμούς που προέβλεψε το 1997 το Πρωτόκολλο του Κιότο για τη μείωση των αεριών του θερμοκηπίου. Ο μηχανισμός ενθαρρύνει τον ιδιωτικό τομέα στις αναπτυσσόμενες χώρες να επενδύουν στην ελάττωση του διοξειδίου του άνθρακα, παρέχοντας τους αναλογικά επιχορηγήσεις. Δαίμων της Οικολογίας, τ. 101, 2/2010 |
                     |